Συναντήσεις/ Ορίζοντας

Μαρία Μανναρίδου – Καρσερά: Το κυπριακό θέατρο πάσχει ακόμα από το αντρικό σύνδρομο εξουσίας

Ο Αντώνης Γεωργίου συναντά τη Μαρία Μανναρίδου – Καρσερά που έχει τιμηθεί με το Μεγαλο Βραβείο ΘΟΚ για το 2022 και μιλάνε για μια ζωή γεμάτη θέατρο

Το θέατρο αποκαλύπτει θέματα που η κοινωνία δεν τολμά να κοιτάξει κατάματα

Τι σηματοδοτεί για σας η απονομή του Μεγάλου Βραβείο ΘΟΚ; 

Η απονομή οποιουδήποτε βραβείου είναι πάντοτε ευπρόσδεκτη και δίνει πολλή χαρά στον αποδέκτη του. Το Μεγάλο Βραβείο ΘΟΚ για Συνολική Προσφορά σημαίνει όντως κάτι πολύ πιο μεγάλο, γιατί συμπεριλαμβάνει τη δουλειά μιας ολόκληρης ζωής, και πέρα από ευπρόσδεκτο είναι και πολύ τιμητικό. Όταν με πήρε τηλέφωνο η Πρόεδρος του Δ.Σ. του ΘΟΚ, η κυρία Παπαφιλίππου, για να μου το ανακοινώσει, ήταν πραγματικά μια έκπληξη για μένα. Δεν το περίμενα, γιατί για να πω την αλήθεια, δεν το σκέφτηκα ούτε με απασχόλησε ποτέ αν θα έπαιρνα κάποιο βραβείο ή όχι. Παρόλα αυτά, είναι πολύ συγκινητικό, γιατί σηματοδοτεί εκτίμηση απέναντι στο έργο σου, πετυχαίνοντας ίσως, να βάλεις έστω κι ένα μικρό λιθαράκι στη συνολικότερη εικόνα του κυπριακού θεάτρου.

Σε ποιους από τους συνεργάτες σας όλα αυτά τα χρόνια θα το αφιερώνατε; 

Με την ευκαιρία της ανακοίνωσης της Απονομής ομολογώ ότι έχω σταθεί λίγο να σκεφτώ και να κάνω ένα απολογισμό της μέχρι εδώ πορείας μου. Και, αντιμέτωπη τώρα με αυτή την ερώτηση, μου είναι κάπως δύσκολο να την απαντήσω, γιατί στάθηκαν δίπλα μου πολλοί άνθρωποι που δεν είναι εύκολο να τους παραμερίσω. Τριάντα πέντε χρόνια δουλειάς στο θέατρο δημιουργείς  συνεργασίες κτισμένες πάνω σε γερά θεμέλια που,  στο τέλος, γίνονται φιλίες για μια ολόκληρη ζωή.  Συνεργάτες όπως, η Χριστίνα, η Ευρυδίκη, ο Στάθης, όλη η οικογένεια της «Σόλο για Τρεις», οι γονείς μου, τα παιδιά μου, η Νίκολα, ο Αντρέας, όλοι και ο καθένας ξεχωριστά με στήριξαν σε διάφορα στάδια της πορείας μου, δίνοντάς μου συνεχώς ώθηση για καινούρια καλλιτεχνικά ανοίγματα. Η δημιουργία της «Σόλο», η γενναιόδωρη στέγη του Θεάτρου Χώρα, ήταν και παραμένουν να είναι τα μέσα για την ανέλιξη μου ως δημιουργός και σκηνοθέτης.

Τριάντα πέντε χρόνια δουλειάς στο θέατρο δημιουργείς  συνεργασίες κτισμένες πάνω σε γερά θεμέλια που,  στο τέλος, γίνονται φιλίες για μια ολόκληρη ζωή.

Πως ασχοληθήκατε με  το θέατρο, ποιες ήταν οι πρώτες σας επαφές με αυτό;

Όταν επέστρεψα από τις σπουδές μου στο Λονδίνο, το «θέατρο ένα» ήταν ένα σημαντικό σημείο αναφοράς στα θεατρικά πράγματα του τόπου. Εκεί, είχα την πρώτη μου επαφή με το θέατρο. Το «θέατρο ένα» μου άνοιξε την πόρτα σ΄ έναν κόσμο μαγευτικά δημιουργικό, όπου θήτευσα στα πρώτα μου βήματα ως μεταφράστρια, βοηθός σκηνοθέτη, τεχνικός, φωτιστής, ηχητικός, διοικητική λειτουργός, ταμίας στα εισιτήρια, υποδιευθύντρια – σε όλες τις πτυχές της θεατρικής δημιουργίας. Συνεργάστηκα εν τέλει για δεκαοκτώ συνεχή χρόνια. Θεωρώ ότι ήταν πραγματικά μια πορεία αξιοθαύμαστη με την έννοια του ότι τώρα στο Ελεύθερο Θέατρο σπάνια οι νέοι σκηνοθέτες έχουν την ευκαιρία να δουλέψουν σ΄ ένα θέατρο και να έχουν μια ολοκληρωμένη πρακτική παιδεία και εκπαίδευση.

Και ποια ήταν η πρώτη σας σκηνοθεσία;

Την πρώτη μου σκηνοθεσία την ανέλαβα με το δικό μου έργο «Ιστορία» το οποίο διακρίθηκε στο Διεθνή Διαγωνισμό του BBC World Service. Δεν ήταν εύκολο να πείσω τον Διευθυντή του «θεάτρου ένα» να μου δώσει την πρώτη μου σκηνοθεσία. Πέρασαν πέντε χρόνια προτού ο Αντρέας Χριστοδουλίδης να μου την εμπιστευτεί και αφού, όπως είπα και προηγουμένως, είχα περάσει όλα τα στάδια «εκπαίδευσης».

Μπορείτε να μας πείτε κάποιες άλλες στιγμές που  θυμάστε από όλα αυτά τα χρόνια;

Πολύ ξεχωριστή στιγμή μένα ήταν η επιλογή της παράστασής μου «Πιραντέλλο + Μπέκετ = Το τελευταίο Ταξίδι» στο Διεθνές Φεστιβάλ Πειραματικού Θεάτρου του Καίρου. Ήταν η πρώτη μου καλλιτεχνική εξόρμηση στο εξωτερικό και ήταν μια πρωτόγνωρη και καθοριστική εμπειρία. Μια άλλη εξίσου σημαντική και εξαιρετικά όμορφη, αλλά και εποικοδομητική στιγμή για μένα, ήταν η παρουσίαση της παράστασης «Σόλο για Τρεις» (εξ’ ου και το όνομα της Ομάδας) βασισμένη στο μονόπρακτο έργο του Ζαν Ζενέ «Οι Δούλες» στο Φεστιβάλ Off  της Avignon. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που κυπριακή θεατρική ομάδα εκπροσωπούσε την Κύπρο και συμμετείχε σε μιας τέτοιας μεγάλης εμβέλειας Φεστιβάλ. Μετά από τις περιπέτειες της οικονομικής κρίσης του ’13 και της διακοπής της θεατρικής δημιουργίας για δύο χρόνια εξαιτίας της πανδημίας, που ήταν αφορμές για να διακοπούν οι συμμετοχές παραστάσεων σε διεθνή φεστιβάλ, είναι πραγματικά καιρός το Υφυπουργείο να εξετάσει και πάλι τις προοπτικές συμμετοχής παραστάσεων κυπριακών σχημάτων στο εξωτερικό, τόσο ωφέλιμες για τους ίδιους τους καλλιτέχνες.

Είναι καιρός το Υφυπουργείο να εξετάσει και πάλι τις προοπτικές συμμετοχής παραστάσεων κυπριακών σχημάτων στο εξωτερικό

Η Επιτροπή των βραβείων ΘΟΚ σας αναφέρει ως «σκηνοθέτρια, μεταφράστρια, θεατρική παραγωγό, συγγραφέα και κριτικό θεάτρου». Πόσο εύκολο ήταν όταν ξεκινούσατε, για μια γυναίκα να δουλέψει στο κυπριακό χώρο, ειδικά ως σκηνοθέτρια;

Ως γυναίκα γενικότερα, όχι μόνο ως σκηνοθέτρια, έπρεπε συνεχώς να αποδεικνύω τον εαυτό μου σε όλα τα επίπεδα. Υπήρχε πολλή αμφισβήτηση, όμως αυτό με πείσμωνε και με όπλιζε με υπομονή και επιμονή.  Ήταν όντως, δύσκολες εποχές.

Από τη στιγμή που αποφάσισα να μπω στο θέατρο έχω αφοσιωθεί σε αυτό, προσπαθώντας να εξελίξω την τέχνη μου.

Υπάρχουν πια πολλές και σημαντικές νέες σκηνοθέτριες. Υπάρχει όμως  ουσιαστική αλλαγή στη θέση της γυναίκας (σκηνοθέτριας) στο κυπριακό θέατρο; Τι πρέπει άλλο να γίνει;

Η θέση της γυναίκας σκηνοθέτριας είχε περάσει μια πολύ δύσκολη περίοδο στις δεκαετίες ’80, ’90.  Ήταν όντως μια ανδροκρατούμενη υπόθεση η σκηνοθεσία. Την τελευταία εικοσαετία, και ειδικά, τα τελευταία χρόνια τα πράγματα έχουν αλλάξει, χωρίς να σημαίνει ότι δεν χρειάζεται να γίνουν και άλλες βελτιώσεις ή τομές στους θεσμούς. Βλέπουμε ακόμα, π.χ. συγκριτικά με τους άντρες σκηνοθέτες, πολύ πιο λίγες κύπριες σκηνοθέτριες να σκηνοθετούν π.χ. στην Κύρια Σκηνή του ΘΟΚ ή να βρίσκονται σε θέσεις κλειδιά, όπως η διεύθυνση των θεάτρων, που ακόμα φαίνεται να είναι προνόμιο των αντρών.  Για γίνει μια μετατόπιση αυτής της κατάστασης πρέπει να αλλάξουν νοοτροπίες και συμπεριφορές. Δυστυχώς, το κυπριακό θέατρο πάσχει ακόμα από το αντρικό σύνδρομο εξουσίας που θυμίζουν περασμένες δεκαετίες, προσπαθώντας να  γαντζωθεί στο παρελθόν όταν οι παχιές αγελάδες των επιχορηγήσεων μοίραζαν τα δώρα τους γενναιόδωρα. Το μόνο αισιόδοξο όμως, είναι ότι πολλά έχουν κατακτηθεί από τις γυναίκες και το ρολόι δεν γυρίζει πίσω!

Ως γυναίκα γενικότερα, όχι μόνο ως σκηνοθέτρια, έπρεπε συνεχώς να αποδεικνύω τον εαυτό μου σε όλα τα επίπεδα

Τι είναι για σας το θέατρο;

Το θέατρο για μένα είναι τρόπος ζωής. Μια φράση κλισέ αλλά πολύ αληθινή. Από τη στιγμή που αποφάσισα να μπω στο θέατρο έχω αφοσιωθεί σε αυτό, προσπαθώντας να εξελίξω την τέχνη μου. Και αυτό οφείλετε σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό στην κατανόηση της οικογένειάς μου για την ανάγκη μου για δημιουργική έκφραση. Βλέποντας την πορεία μου, συνειδητοποιώ ότι θα ήταν πολύ δύσκολο να επιτύχω οποιαδήποτε ανέλιξη στο επάγγελμά μου χωρίς τη στήριξη και τη βοήθειά τους. Και όσα κακά και αδυναμίες αν εντοπίζουμε μέσα στις δομές της κυπριακής κοινωνίας, τον συντηρητισμό της κτλ, αυτό που προσφέρει η οικογένεια στα παιδιά της είναι σαν μια ασπίδα θωράκισης του μέλλοντός της, και που είναι τελικά, πολύ σπουδαίο και πολύτιμο, και που συχνά ασυνείδητα και αθόρυβα αυτό συμβάλλει δημιουργώντας χώρο για πρόοδο και αλλαγή μέσα στην ίδια την κοινωνία.

Ποια η θέση του θέατρου όπως και της τέχνης γενικότερα στην κοινωνία μας αλλά και στον κόσμο γενικότερα; 

Πιο παλιά, όταν ξεκινούσα, πίστευα ότι το θέατρο μπορεί να αλλάξει ριζικά την κοινωνία και ήμουν απόλυτη σε αυτό, να έχει μια καταλυτική επίδραση που να μπορεί να αλλάξει δραστικά συμπεριφορές, νοοτροπίες, να κτίσει καινούριες δομές, να στήσει νέους θεσμούς, να κάνει επαναστάσεις. Αυτό που συνειδητοποιώ τώρα, είναι ότι ναι, μπορεί να το κάνει αυτό, αλλά σε βάθος χρόνου, ότι χρειάζονται δεκαετίες για να πετύχει την αλλαγή. Σκέφτομαι παραστάσεις όπως π.χ. «Οι Άγγελοι στην Αμερική» του Κushner, όπου στη δεκαετία του ’80 έριξε φως πάνω στο θέμα του Aids και της ομοφυλοφιλίας ή για να μη μείνω πολύ μακριά, η παράσταση που έχουμε αυτή τη στιγμή στο θέατρο Χώρα. Το κείμενο του Κώστα Μαννούρη «Πασατέμπο» π.χ. δεν θα μπορούσε να ανέβει στη σκηνή πριν κάποια χρόνια με θέματα περιθωρίου όπως η ζωή των τρανς ατόμων, που είναι μια μερίδα ανθρώπων αόρατη μέσα στην κοινωνία. Αυτό που τελικά, καταφέρνει να επιτύχει το θέατρο είναι να φανερώσει, να αποκαλύψει θέματα που η κοινωνία στην καθημερινότητά της ίσως, να μην τολμά να κοιτάξει κατάματα. Το θέατρο τα φέρνει στο προσκήνιο, δημιουργεί μια αλυσίδα αλληλοεπίδρασης που οδηγεί το θεατή να τα προσέξει, να τα σκεφτεί, να προβληματιστεί, και μπορεί ίσως, και να αλλάξει τη στάση του απέναντί τους και να προκαλέσει και την αλλαγή.

 

DSC 0562

 

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy