Μια ματιά στις εξελίξεις στη Βραζιλία μετά την εκλογική νίκη της ακροδεξιάς

Σφυρηλάτηση αντιφασιστικής ενότητας

Του Δημήτρη Παλμύρη

Η εκλογή του ακροδεξιού Ζαΐρ Μπολσονάρο στην προεδρία της Βραζιλίας δεν είναι ένα γεγονός που πρέπει να περάσει απαρατήρητο, καθώς δείχνει πως το φαινόμενο πλέον των εκλογικών θριάμβων του ακροδεξιού λαϊκισμού δεν αποτελεί ευρωπαϊκό ή αμερικανικό, θλιβερό προνόμιο. Τα ίδια φαινόμενα παρουσιάζονται τα τελευταία χρόνια και στην Ασία. Όμως για να κατανοήσουμε καλύτερα τη βραζιλιάνικη περίπτωση, αλλά και τον τρόπο δράσης του προοδευτικού κινήματος από εδώ και πέρα, είναι χρήσιμη η μελέτη της μετεκλογικής ανακοίνωσης του Κομμουνιστικού Κόμματος της Βραζιλίας (PCdoB), κόμμα το οποίο στήριξε τον ανθυποψήφιο του Μπολσονάρο στον δεύτερο γύρο, Φερνάντο Χαντάτ, του Εργατικού Κόμματος (PT), στην λίστα του οποίου συμμετείχε ως υποψήφια αντιπρόεδρος η Μανουέλα Ντ’ Αβίλα από τις τάξεις του PCdoB. Οι Χαντάντ – Ντ’ Αβίλα έλαβαν 46 εκ. ψήφους θέτοντας, σύμφωνα με το PCdoB, «τα θεμέλια για μια μαχητική αντιπολίτευση».

 

Επιθέσεις σε θεσμούς και fake news: Οι μέθοδοι της ακροδεξιάς

Το Κομμουνιστικό Κόμμα Βραζιλίας θεωρεί πως η εκλογή του Μπολσονάρο εδραιώνει μια «νέα πολιτική κατάσταση στη χώρα μας, η οποία χαρακτηρίζεται από απειλές για τη δημοκρατία, την εθνική κληρονομιά, την κυριαρχία του έθνους και τα δικαιώματα του λαού. Έχει εκλεγεί ένας Πρόεδρος της Δημοκρατίας που είναι ξεκάθαρα αποφασισμένος να εγκαθιδρύσει μια δικτατορική κυβέρνηση, να εφαρμόσει δια πυρός και σιδήρου ένα ακραίο φιλελεύθερο και νεοαποικιακό πρόγραμμα».
Ως χαρακτηριστικά των τακτικών του Μπολσονάρου αναφέρονται στην ανακοίνωση οι απειλές προς «τα θεσμικά όργανα της Δημοκρατίας, όπως το Ομοσπονδιακό Ανώτατο Δικαστήριο (STF) και το Ανώτατο Εκλογικό Δικαστήριο (TSE). Ομοίως, βασικές διατάξεις του Ομοσπονδιακού Συντάγματος δέχτηκαν επίθεση, όπως η ελευθερία του Τύπου, η διαδήλωση και η οργάνωση των κομμάτων. Η αυτονομία των Πανεπιστημίων καταπατήθηκε. Κατά τη διάρκεια της εκλογικής εκστρατείας, ο εκλεγμένος Πρόεδρος ήταν κήρυκας βίας, μισαλλοδοξίας και μίσους μεταξύ των Βραζιλιανών και ορκίστηκε ότι θα φυλακίσει ή απαγορεύσει τους “κόκκινους” πολίτες της χώρας που “αποκλίνουν” από αυτήν, καθώς και να ποινικοποιήσει τα κινήματα και μειονότητες/οντότητες του λαού».
Στην προεκλογική περίοδο το κλίμα ήταν ιδιαίτερα πολωμένο, καθώς η ακροδεξιά επιστράτευε τη λασπολογία και τη ρητορική μίσους, αξιοποιώντας, όπως και το επιτελείο του Τραμπ, τα κοινωνικά δίκτυα. Συγκεκριμένα, «το αδιάβλητο των εκλογών διαφθάρηκε ώστε να ευνοηθεί η υποψηφιότητα της Δεξιάς μέσω παράνομων μέσων με τη μορφή του λεγόμενου υβριδικού πολέμου που προωθεί την εκτεταμένη χρήση ψεύτικων ειδήσεων (fake news) που χρηματοδοτούνται εγκληματικά από ισχυρούς επιχειρηματίες, όπως καταγγέλλεται στον Τύπο».

 

Διακοπή των προοδευτικών διαδικασιών

Σε ένα σημαντικό σημείο της ανακοίνωσης αναφέρεται πως η νίκη του Μπολσονάρου ολοκληρώνει το κοινοβουλευτικό «πραξικόπημα του 2016», με το οποίο εκδιώχθηκε η Πρόεδρος της χώρας Ντίλμα Ρούσεφ, την οποία το PCdoB στήριζε. Επίσης με τον τρόπο αυτό διακόπηκε η δημοκρατική διαδικασία που άρχισε από το τέλος της στρατιωτικής δικτατορίας το 1985.
«Υπάρχει στροφή προς την οπισθοδρόμηση, την αποδόμηση και ακόμη και προς την κατάργηση των ιστορικών κατακτήσεων και επιτευγμάτων πάνω στα οποία, παρά τα σοβαρά προβλήματα που εξακολουθούν να υφίστανται, η Βραζιλία και ο λαός της Βραζιλίας προόδευσαν και άνθισαν», σημειώνει το Κόμμα.

Δεδομένης της σημασίας της Βραζιλίας, η οποία διαθέτει μια οικονομία που συγκαταλέγεται μεταξύ των δέκα μεγαλύτερων στον κόσμο, αυτή η αντιδραστική ρήξη θα έχει ένα ισχυρότατο αντιδραστικό αντίκτυπο στη Λατινική Αμερική.

 

Η οργάνωση της αντίστασης
«Η αντίσταση και η έντονη αντιπολίτευση πρέπει να οργανωθεί μέσα σε ολόκληρο το φάσμα της πολιτικής και κοινωνικής ζωής της χώρας, ξεκινώντας από το Εθνικό Κογκρέσο και τα άλλα νομοθετικά σώματα, μέχρι τα κοινωνικά κινήματα, τις οργανώσεις της εργατικής τάξης, τμήματα της επιχειρηματικής κοινότητας, τον ακαδημαϊκό κόσμο, τους διανοουμένους και καλλιτέχνες, το δικαστικό κόσμο, τους θρησκευτικούς τομείς, ακόμα και μέχρι τα μέλη των θεσμών της Δημοκρατίας», αναφέρει η ανακοίνωση.

«Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Βραζιλίας, ένα θρυλικό Κόμμα, από τον καιρό της Παλαιάς Δημοκρατίας, μαζί με τις άλλες προοδευτικές δυνάμεις της χώρας πολέμησε εναντίον όλων των κυβερνήσεων, αυταρχικών καθεστώτων και των τυράννων που έπληξαν την ιστορία της Δημοκρατίας. Βάσει αυτής της εμπειρίας, το ΚΚ Βραζιλίας μεταφέρει στον λαό της Βραζιλίας τη βεβαιότητα και την εμπιστοσύνη ότι, παρά τις σοβαρές απειλές που αντιμετωπίζει η χώρα, δεν θα είναι εύκολο για τον Μπολσονάρο να επιτύχει την εμμονή του για τον ενταφιασμό της δημοκρατίας της Βραζιλίας. Το ΚΚ Βραζιλίας έχει βαθιές ρίζες στο έδαφος της χώρας, με πολλούς αγώνες και θυσίες για την πατρίδα. Σταδιακά, από τα εκατομμύρια ανθρώπων που ψήφισαν και υποστήριξαν την υποψηφιότητα του Χαντάντ ως Προέδρου και της Μανουέλα ως αντιπροέδρου, θα αναπτυχθεί μια πλειοψηφία για να υπερασπίσει τη δημοκρατία και θα θριαμβεύσει για άλλη μια φορά».
«Για το σκοπό αυτό, το ΚΚ Βραζιλίας απευθύνεται στο λαό και τις δημοκρατικές δυνάμεις της χώρας, με την έκκληση να ξεκινήσει από σήμερα η σφυρηλάτηση μιας ευρείας ενότητας», καταλήγει η ανακοίνωση την οποία υπογράφει η Λουτσιάνα Σάντος, βουλευτής και πρόεδρος του PCdoB.

 

 Συναγερμός στη Λατινική Αμερική
Οι εξελίξεις στη Βραζιλία θα πρέπει να «προκαλέσουν συναγερμό στη Λατινική Αμερική», σύμφωνα με το Κομμουνιστικό Κόμμα Βενεζουέλας. Το ΚΚ της χώρας, που βρίσκεται στο στόχαστρο του βορειοαμερικανικού ιμπεριαλισμού, αυτή τη στιγμή κρούει τον κώδωνα του κινδύνου στις προοδευτικές δυνάμεις της ηπείρου.

Σε ανακοίνωσή του ο Γραμματέας Διεθνών Σχέσεων του Κόμματος, Κάρολου Βίμμερ, αναφέρεται στους κινδύνους που εγκυμονεί η έλευση του φασισμού σε μια αναδυόμενη οικονομία, η οποία ανήκει στο BRICS (αρχικά της ομάδας κρατών: Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότιος Αφρική).

Σύμφωνα με τον Βίμμερ, η επιλογή του Μπολσονάρου από την αστική τάξη αποτελεί «μια σοβαρή απειλή για τη δημοκρατία και η οποία έχει χρηματοδοτηθεί από απάτριδες επιχειρηματίες και πολυεθνικές που προσπαθούν να διαλύσουν το κράτος για να λεηλατήσουν τον πλούτο και την κληρονομιά του λαού».

Ωστόσο, κατά τον εκπρόσωπο του ΚΚ Βενεζουέλας, οι εξελίξεις δίνουν και ένα μάθημα στις επαναστατικές δυνάμεις και «μας λένε πως πρέπει να επιστρέψουμε στις μεθόδους της ταξικής πάλης για να αντιμετωπίσουμε αυτόν τον ισχυρό εχθρό. Η Ιστορία είναι ξεκάθαρη: Μόνο ο σοσιαλισμός, μόνο η οργάνωση και δομές της εργατικής τάξης έχουν καταφέρει να νικήσουν το φασισμό σε όλες του τις μορφές».

Κατά τη γνώμη του Βίμμερ, όταν η Αριστερά βρίσκεται σε κυβερνητικές λειτουργίες θα πρέπει να «εσωτερικεύσει μια για πάντα» ότι η πολιτική πρακτική κινείται πέρα από την κοινωνική βελτίωση του λαού και πως στόχος είναι να δοθεί στους εργάτες «της υπαίθρου και της πόλης πραγματική πολιτική εξουσία, ούτως ώστε να ξεκινήσει ένας αυθεντικός μετασχηματισμός της κοινωνίας».

«Το σύνθημά μας αυτή τη στιγμή: εργάτες της Λατινικής Αμερικής και του Κόσμου, σήμερα περισσότερο από ποτέ, ενωθείτε για να αντιμετωπίσετε τη φασιστική απειλή», καταλήγει.

ΕΝΘΕΤΟ 2: Για αντιμετώπιση της φασιστική απειλής

Το Κομμουνιστικό Κόμμα Πορτογαλίας, το οποίο έχει ιστορικούς δεσμούς με το βραζιλιάνικο κίνημα, σε δική του ανακοίνωση αναφέρει πως το αποτέλεσμα αντιπροσωπεύει μια εξαιρετικά σοβαρή εξέλιξη στην κατεύθυνση της υποταγής στον ιμπεριαλισμό, της προώθησης βαθιά αντιδραστικών αξιών και της επιβολής δικτατορικής εξουσίας στη Βραζιλία.
«Καταγγέλλοντας τις ευθύνες των μεγάλων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών ομίλων, των μεγάλων γαιοκτημόνων και των πιο αντιδραστικών και πραξικοπηματικών κύκλων για την επιδείνωση της κατάστασης στη Βραζιλία, το Πορτογαλικό ΚΚ υπογραμμίζει ότι αυτό το αποτέλεσμα είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την υποστήριξη και συστηματική πλύση εγκεφάλου για τους πραγματικούς στόχους της υποψηφιότητας Μπολσονάρο από τα μεγάλα μέσα μαζικής ενημέρωσης -και της Πορτογαλίας- και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης», αναφέρει η ανακοίνωση.
Το ΠΚΚ χαιρετίζει «τους Βραζιλιάνους κομμουνιστές και τις άλλες δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις που ενώθηκαν γύρω από την υποψηφιότητα του Φερνάντο Χαντάντ και της Μανουέλα Ντ’Αβίλα, για το σημαντικό αποτέλεσμα που έχουν επιτύχει μέσα σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες. Αυτό το αποτέλεσμα είναι, από μόνο του σημαντικό για τη συνέχιση της αποφασιστικής αντιμετώπισης της φασιστικής απειλής και για την υπεράσπιση της δημοκρατίας».

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy