
Του Χρήστου Χαραλάμπους
Στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων, το τεράστιο και συνεχώς διαιωνιζόμενο κυκλοφοριακό πρόβλημα που ταλανίζει τη μείζονα Λεμεσό αποτέλεσε άπειρες φορές αντικείμενο συζητήσεων όλων των αρμόδιων κρατικών και άλλων φορέων. Και κατά γενική ομολογία έχει την πηγή του, κατά πρώτον στην αναποτελεσματικότητα πλέον των κυκλικών κόμβων στον αυτοκινητόδρομο απ’ όπου διοχετεύεται ο μεγαλύτερος όγκος οχημάτων και κατά δεύτερο στην παρουσία πολλών χώρων στάθμευσης στο κέντρο της πόλης, που σε κάποιο βαθμό αποτελούν κίνητρο για διακινείται ο κόσμος με το ιδιωτικό αυτοκίνητο.
Μέσα από επισημάνσεις και πολλές μελέτες συγκοινωνιολόγων και άλλων ειδικών, το πρόβλημα έχει αναδειχθεί σε όλες τις διαστάσεις του και κατ’ επέκταση καταγράφηκαν στις λεπτομέρειες τους και οι βασικές αιτίες που το προκαλούν. Και βέβαια υποδείχθηκαν δράσεις που επιβάλλεται και μπορούν να γίνουν, χωρίς όμως να γίνει κατορθωτό να κατασταλάξουν οι εμπλεκόμενοι σε αποφάσεις που θα οδηγήσουν στην οριστική λύση του προβλήματος.
Το ότι ποτέ μέχρι σήμερα δεν έχει επιδειχθεί ουσιαστικό ενδιαφέρον για το κυκλοφοριακό της Λεμεσού, ώστε να μπορεί να λειτουργεί χωρίς προβλήματα το οδικό δίκτυο και κυρίως να διασφαλίζει στον μέγιστο βαθμό την ασφάλεια οδηγών και άλλων χρηστών, κανένας δεν το αμφισβητεί.
Η αιτία του προβλήματος, πέραν της νοοτροπίας των ίδιων των πολιτών που θέλουν να είναι σε μια συνεχή μετακίνηση με το ιδιωτικό αυτοκίνητο, βρίσκεται πρωτίστως στο κράτος και τις τοπικές Αρχές, που είτε δεν έχουν την ικανότητα είτε δεν θέλουν (για διάφορους λόγους) να μελετήσουν, να σχεδιάσουν και κυρίως να εφαρμόσουν μια σωστή πολιτική που να αφορά το οδικό δίκτυο και τις συγκοινωνίες.
Από την άλλη όμως η αιτία της ύπαρξης και διαιώνισης του προβλήματος θα πρέπει να αναζητηθεί και σε κάποιους επαγγελματικούς φορείς ή ακόμα και στους ίδιους τους πολίτες, που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο η ικανοποίηση των δικών τους συμφερόντων λειτουργεί σαν τροχοπέδη στην προώθηση και υλοποίηση σχεδίων για δημιουργία ενός λειτουργικού οδικού δικτύου.
Η λύση, λοιπόν, του προβλήματος βρίσκεται στην αποφασιστικότητα που απαιτείται να επιδείξουν κυβέρνηση και τοπικές Αρχές και με βάση μελέτες και σχέδια που ήδη έχουν γίνει, να προχωρήσουν σε αναδιοργάνωση του ευρύτερου οδικού δικτύου της πόλης, θέτοντας πάνω από κάθε σκοπιμότητα το πραγματικά δημόσιο συμφέρον.
Σε ό,τι αφορά ειδικότερα το κυκλοφοριακό πρόβλημα που υπάρχει στο κέντρο της πόλης, ο δήμος θα πρέπει, όπως έχουν τονίσει συγκοινωνιολόγοι και άλλοι ειδήμονες, να προχωρήσει στην πλήρη εφαρμογή του Σχεδίου Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας. Μονοδρομήσεις, πεζόδρομοι και κατάλληλο ποδηλατικό δίκτυο, μετατροπή χώρων στάθμευσης σε πάρκα και γενικότερα δημιουργία υποδομών που θα αποκλείουν ή θα μειώνουν στο ελάχιστο και το αναγκαίο την παρουσία αυτοκινήτων.
Μόνον έτσι θα μπορέσει το κέντρο της πόλης να ανασάνει, να αναζωογονηθεί και να διαδραματίσει το ρόλο που πραγματικά επιθυμούν οι ίδιοι οι πολίτες.
