«Νέες» και παλιές ιδέες για το Κυπριακό

Ï ÅêëåãìÝíïò Ðñüåäñïò ôçò Äçìïêñáôßáò Íßêïò ×ñéóôïäïõëßäçò óôçí ðñþôç ôïõ óõíÜíôçóç ìå ôïí çãÝôç ôçò ô/ê êïéíüôçôáò Åñóßí ÔáôÜñ óôçí ïéêßá ôïõ Åéäéêïý Áíôéðñïóþðïõ ôïõ Ãà ôïõ ÏÇÅ óôçí Êýðñï, Êüëéí Óôéïýáñô óôï ðáëéü áåñïäñüìéï Ëåõêùóßáò, ÐÝìðôçò 23 Öåâñïõáñßïõ 2023. ÊÕÐÅ/ÊÁÔÉÁ ×ÑÉÓÔÏÄÏÕËÏÕ

Της
Ελένης Μαύρου

 

 

Ο Νίκος Χριστοδουλίδης με τις πρώτες του δηλώσεις για το Κυπριακό δείχνει να έχει επιλέξει ένα βασικό άξονα για το «σπάσιμο του αδιεξόδου και την επίλυση του Κυπριακού» -την καταλυτική εμπλοκή της ΕΕ.

Καλά κάνει, βέβαια, ο Πρόεδρος και ζητά πιο ενεργή εμπλοκή της ΕΕ. Αν και η ΕΕ ήταν πάντα εκεί -με τον τρόπο που η ίδια το αντιλαμβάνεται. Ήταν παρούσα στο Μοντ Πελεράν και συμμετείχε στο ανώτατο επίπεδο το 2017, τόσο στη Σύνοδο της Γενεύης, όσο και στο Κραν Μοντανά.

Μένει, λοιπόν, να ακούσουμε «ξεκάθαρα» από τον Πρόεδρο πώς βλέπει τον «καταλυτικό ρόλο» της ΕΕ στην προσπάθεια λύσης του Κυπριακού. Γιατί κάποιες από τις δηλώσεις του αφήνουν την εντύπωση ότι τη βλέπει ως υποκατάστατο του ρόλου των Ηνωμένων Εθνών. Έστω και αν η ίδια η ΕΕ ούτε μπορεί ούτε και θέλει να αναλάβει αυτήν την ευθύνη. Σε συμπεράσματα του ίδιου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σαφώς αναφέρεται ότι ο ρόλος της Ένωσης είναι ρόλος παρατηρητή προς υποστήριξη των διαπραγματεύσεων που γίνονται στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών.

Ερωτηματικά, όμως (και ανησυχίες) προκάλεσε αυτές τις μέρες ακόμα μια δήλωση του Ν. Χριστοδουλίδη. Στις 13 Μαρτίου, σε δήλωσή του στο Μέγαρο Μαξίµου, µετά τη συνάντησή του µε τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο Ν. Χριστοδουλίδης ανέφερε πως «συµφωνήσαµε να καθιερώσουµε ένα θεσµοθετηµένο όργανο διακυβερνητικής συνεργασίας, το οποίο θα προβλέπει κοινές συναντήσεις των Υπουργικών Συµβουλίων στην παρουσία των δυο µας, σε τακτά χρονικά διαστήµατα».

Την επόµενη µέρα των δηλώσεων του Πτ∆ και υπό την πίεση των αντιδράσεων, κυρίως από το ΑΚΕΛ, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Κ. Λετυµπιώτης δήλωνε ότι «δεν πρόκειται για κοινές συνεδριάσεις σύσσωµων των Υπουργικών Συµβουλίων, αλλά για κατά καιρούς συσκέψεις µεταξύ υπουργών των δύο χωρών που έχουν το ίδιο αντικείµενο για συζήτηση θεµάτων κοινού ενδιαφέροντος». Αυτό, όμως, είναι εντελώς άλλο πράγµα. Οι συσκέψεις υπουργών Κύπρου και Ελλάδας για θέµατα της αρµοδιότητάς τους είναι κάτι που συνηθίζεται εδώ και πολύ καιρό. ∆εν υπήρχε, άρα, λόγος ιδιαίτερης αναφοράς από τον Πρόεδρο της Δηµοκρατίας.

Και γι’ αυτό το θέµα αναµένουμε να ακούσουμε «ξεκάθαρα» από τον Πρόεδρο τι εννοούσε.

Εκείνο που δεν ακούσαμε ακόμα από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας είναι πώς σκοπεύει να αντιμετωπίσει το έλλειμμα αξιοπιστίας που του άφησε κληρονομιά ο προηγούμενος Πρόεδρος. Γιατί, όσο κι αν κάποιοι δεν θέλουν να το παραδεχτούν, τόσο ο ΟΗΕ και ευρύτερα η διεθνής κοινότητα όσο και η ΕΕ περιμένουν να δουν ότι έχει την πολιτική βούληση για λύση του κυπριακού προβλήματος, ώστε μια νέα διαδικασία, που έτσι κι αλλιώς είναι δύσκολο να ξεκινήσει, θα έχει πιθανότητες επιτυχίας.

Και αυτό πρέπει να το κάνει τώρα. Τώρα που ξεκίνησαν οι διερευνητικές επαφές και συναντήσεις.

Μπορεί, για παράδειγμα, να πείσει ότι είναι έτοιμος για επανέναρξη των συνοµιλιών στη βάση του Πλαισίου Γκουτέρες, από το σηµείο που διακόπηκαν το 2017 διαφυλάσσοντας το διαπραγματευτικό κεκτημένο που έχει δημιουργηθεί έπειτα από πολύχρονες προσπάθειες και συνομιλίες;

Οι εκλογές τέλειωσαν. Τώρα είναι η ώρα των συγκεκριμένων απαντήσεων και όχι των γενικόλογων τοποθετήσεων.

Ακολουθήστε το dialogos.com.cy, στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy.