Ο χάρος τους πήρε ό,τι είχαν και το κράτος τους άρπαξε ό,τι τους έμεινε

11 χρόνια μετά την τραγωδία της «Hλιος» οι συγγενείς των 121 θυμάτων βιώνουν ακόμα τον πόνο της απώλειας αλλά και την απογοήτευση από τη συμπεριφορά αυτών που έπρεπε να σταθούν αρωγοί τους

Του Χρήστου Χαραλάμπους

Πέρασαν κιόλας 11 χρόνια από τότε που εκείνος ο «Hλιος» έκανε τον Αύγουστο κομμάτια και μαζί κομμάτιασε και τις ζωές αυτών των ανθρώπων. Πέρασαν κιόλας 11 χρόνια από τότε που εκείνοι έφυγαν, όμως γι’ αυτούς που έμειναν, είναι σαν να μην πέρασε μια μέρα…

Η κάθε μέρα όλα αυτά τα 11 χρόνια, για τα ορφανά, τους χαροκαμένους γονείς και τους συγγενείς των 121 θυμάτων της «Hλιος», είναι η ίδια… Η μάνα, ο πατέρας, τα αδέλφια… αυτά τα 121 αγαπημένα πρόσωπα δεν έφυγαν και σίγουρα δεν θα φύγουν ποτέ από τη σκέψη. Πώς θα μπορούσε άλλωστε να ήταν αλλιώτικα τα συναισθήματα μπροστά σε μια τέτοια τραγωδία;

Ιδιαίτερα σήμερα, η μνήμη και η θλίψη λειτουργούν σε υπερθετικό βαθμό για τους συγγενείς των 121 αδικοχαμένων. Κι είναι κάτι που μόνο αυτοί το ξέρουν και το νιώθουν… Σιωπηλά και με το βουβό τους κλάμα, οι τραγικοί συγγενείς τελούν σήμερα τα μνημόσυνα των αγαπημένων τους που χάθηκαν…

Κι είναι σίγουρο ότι εκεί θα συρρεύσουν όλοι οι κυβερνητικοί και άλλοι επίσημοι, όπως συνηθίσαμε να τους αποκαλούμε. Και θα ακουστούν και πάλι επιμνημόσυνοι λόγοι που κάθε χρόνο μοιάζουν διαφορετικοί, αλλά στην ουσία είναι, όλα αυτά τα χρόνια, οι ίδιοι… με βαρύγδουπες λέξεις και φράσεις σε θλιμμένο τόνο και ουσιαστικά χωρίς περιεχόμενο… Η πολιτεία και οι εκπρόσωποί της «θα κάνουν το καθήκον τους» και αυτή τη φορά…

Οι τραγικοί συγγενείς, όμως, ξέρουν πλέον ότι η πολιτεία δεν έκανε το καθήκον της, γι’ αυτό και δεν τους αγγίζουν τα μεγάλα, τα ωραία λόγια που είναι σίγουρο ότι θα ακουστούν και σήμερα. Απλώς, ο πόνος ο δικός τους, τους κάνει ακόμα ανεχτικούς απέναντι σε τέτοιου είδους «αλληλεγγύη» και «συμπόνοια».

Μαζί με τον πόνο τους που ξεκίνησε εκείνο το μαύρο πρωί της 14ης Αυγούστου πριν από 11 χρόνια, κάποιοι που θα μπορούσαν και είχαν υποχρέωση να σταθούν δίπλα τους και να τους κρατήσουν το χέρι για να συνεχίσουν τη ζωή τους, τους πρόσθεσαν την πίκρα και την απογοήτευση ή ακόμα και το θυμό…

Αφησε, μέσα από την επιστολή του στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, την αγανάκτηση και την απόγνωσή του να ξεχειλίσουν ο Αντρέας Ευριπίδου (που στην τρυφερή και ευάλωτη ηλικία της εφηβείας έμεινε πεντάρφανος αφού έχασε τον πατέρα του Ευριπίδη Ευριπίδου, τη μητέρα του Αγάθη και τις δυο αδελφές του, τη 17χρονη Στέφανη και τη 12χρονη Πωλίνα) θυμίζοντας σε όλους εμάς τη δεινή ψυχολογική και οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκονται, τουλάχιστον, τα παιδιά που ορφάνεψαν από εκείνη την αεροπορική τραγωδία.

«Θέλω να προχωρήσω τη ζωή μου… να ξαναβρώ την ευτυχία, αλλά δεν μπορώ να το κάνω… θα ήθελα το σπίτι μου να ξαναγεμίσει χαρά και ευτυχία… αντί αυτού, κινδυνεύω να χάσω και αυτά που μου άφησαν… αγωνίζομαι πραγματικά να επιβιώσω σ’ έναν υπερβολικά σκληρό κόσμο και ένα κράτος το οποίο δεν νοιάζεται…».

Μέσα σε αυτά τα λόγια απελπισίας του 30χρονου σήμερα Αντρέα, συμπυκνώνεται όλη η σκληρή πραγματικότητα την οποία βιώνουν όλοι σχεδόν οι συγγενείς των 121 θυμάτων οι οποίοι είδαν τον χάρο να τους παίρνει ό,τι είχαν πολύτιμο είχαν και το «ευνομούμενο» και «κοινωνικό» κράτος να τους αρπάζει ό,τι τους έμεινε…


Τροχοπέδη στα όνειρα και αρπαγή της ελπίδας

helios-crash-site[1]

Ακόμα πιο τραγική η κατάσταση κυρίως για τα ορφανά μετά το «κούρεμα» της αποζημίωσης

Μαζί με τη Μαίρη, τη γυναίκα του, είχαν κτίσει μια εκκλησία στη Μοσφιλωτή που έμελλε όμως να την αφιερώσει τελικά στη μνήμη τη δική της και των άλλων 120 θυμάτων.

Ο Βάσος Γεωργίου (εκτός από τη γυναίκα του έχασε στο αεροπορικό δυστύχημα και τα πεθερικά του Σωτήρη και Ανδριάνα Χρυσάνθου) βρέθηκε τα τελευταία χρόνια να ασχολείται, σχεδόν μόνος του, με τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν από το «κούρεμα» των αποζημιώσεων που είχαν δοθεί στους συγγενείς των θυμάτων.

«Αυτά τα 11 χρόνια για μας είναι 11 μέρες… προσπαθούμε να μη το δείχνουμε… όλα είναι μέσα μας και σίγουρα δεν πρόκειται να ξεχάσει κανένας από εμάς… μόνο όταν πεθάνουμε θα μπορέσουμε να ξεχάσουμε…» λέει με τρεμάμενη φωνή ο Βάσος Γεωργίου επισημαίνοντας ιδιαίτερα την τραγικότητα κάποιων συγγενών.

«Η κατάσταση είναι τραγική κυρίως για τα παιδιά που έχασαν τους γονείς και άλλους συγγενείς τους…» αναφέρει επισημαίνοντας ότι 30 περίπου περιπτώσεις βρίσκονται σε φοβερά δύσκολη οικονομική κατάσταση, πέραν από τα ψυχολογικά και άλλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν.

«Δεν έπρεπε να γίνει αυτό το πράγμα (το «κούρεμα») γιατί αν δούμε τα πορίσματα Τσολάκη και Καλλή, φαίνεται ότι είχε πολλές ευθύνες η Πολιτική Αεροπορία και κατ’ επέκταση η Κυπριακή Δημοκρατία η οποία δεν έπρεπε με το «κούρεμα» να πάρει τα λεφτά από τους συγγενείς των θυμάτων αλλά να δώσει λεφτά γι’ αυτούς τους ανθρώπους».

Οπως αναφέρει, τους ζητήθηκε και μάζεψαν όλα τα δικαιολογητικά και τα παρέδωσαν στη Γραμματεία του Υπουργικού Συμβουλίου. «Τώρα αναμένουμε τι θα γίνει… ακούγεται ότι θα δώσουν πίσω κάποιο μέρος από αυτά που έχουν «κουρέψει»… περιμένουμε να δούμε αν θα υλοποιήσουν κάποιες από τις υποσχέσεις τους…».


«Οι ψυχές των 121 θυμάτων δεν έχουν αναπαυθεί»

122211pod05_J[1]

«Ζούμε σε μια χώρα όπου όλα εξαγοράζονται και κανένας δεν πληρώνει για τίποτε…»

Συμπληρώνονται σήμερα 11 χρόνια από εκείνη την τραγωδία, αλλά είναι σαν να μην πέρασε ούτε μια μέρα για όλους όσοι έχασαν τους ανθρώπους τους…

«Ισως κάποιοι να νομίζουν ότι το έχουμε ξεπεράσει… ότι ο χρόνος όλα τα ξεχνά και επουλώνει τις πληγές της ψυχής… ότι με το να ζεις την καθημερινότητα μπορείς να ξεχάσεις… Δεν μπορείς να ξεχάσεις, δε σε αφήνουν να ξεχάσεις και δεν θέλουμε να ξεχάσουμε…».

Καταθέτοντας τη δική της μαρτυρία η Ελενα Γεωργίου (θύματα της αεροπορικής τραγωδίας ο αδελφός της Γιώργος Γεωργίου και η αρραβωνιαστικιά του Χριστιάνα Λάππα) επαναλαμβάνει ότι «11 χρόνια μετά ο πόνος ο ίδιος… κάθε ώρα, κάθε στιγμή, κάθε λεπτό… το καθετί μου θυμίζει τον μικρό μου αδελφό… ήταν μόνο 25 χρονών… ήταν ο ξανθός άγγελος της οικογένειάς μας… Δεν πάψαμε ούτε μια μέρα αυτά τα 11 χρόνια να πηγαίνουμε στο κοιμητήριο, οι δε γονείς μας πάνε 2-3 φορές την ημέρα… Ο,τι κουβέντα πούμε πάντα στη συζήτηση θα είναι ο Γιώργος και η Χριστιάνα…».

Μέσα από τον προσωπικό πόνο της η Ελενα εκφράζει και τη θλίψη της για όλα τα θύματα της «Ηλιος» αλλά και το θυμό τα για τα όσα ακολούθησαν… «Νιώθω ότι οι ψυχές των 121 θυμάτων, δεν έχουν αναπαυθεί… Δεν έχουν πληρώσει οι ένοχοι με την ποινή που τους αξίζει για να μπορέσουν οι ψυχές των αδικοχαμένων μας να αναπαυθούν. Και ναι, 11χρόνια μετά, ακόμα νιώθω θυμό και οργή για το δικαστικό μας σώμα… Πώς μπορεί με τα ίδια τεκμήρια, τις ίδιες καταθέσεις και τα ίδια στοιχεία, το κυπριακό δικαστήριο να αθωώνει τους ενόχους και ταυτόχρονα η ελληνική δικαιοσύνη να τους καταδικάζει; Φυσικά, στην Ελλάδα καταδικάστηκαν από το Πλημμελειοδικείο Αθηνών και τους επιβλήθηκε χρηματική ποινή, ενώ στην Κύπρο το Κακουργιοδικείο τους αθώωσε… Δυστυχώς, ζούμε σε μια χώρα όπου όλα εξαγοράζονται, όλα δωροδοκούνται και κανένας, μα κανένας δεν πληρώνει για τίποτε…».

Ολο τον πόνο και το δράμα που βιώνει η οικογένειά της και ιδιαίτερα η χαροκαμένη μάνα της, τα έχει «κλείσει» η Ελενα σ’ ένα ποίημα αφιερωμένο στον αδελφό της και την αρραβωνιαστικιά του…

11 χρόνια πέρασαν
Γιώργο και Χριστιάνα
μα σαν να ‘ταν χθες που ήρθανε
τα μαύρα τα μαντάτα.

Οσα χρόνια κι αν πέρασαν
ο πόνος είναι πόνος
και μην πιστεύεις αυτά που λεν
πως τον γιατρεύει ο χρόνος.

Τι να της πως της μάνας σας
που μέρα νύκτα κλαίει;
τι λόγια παρηγοριάς
να βρει κανείς να λέει;

Με μια φωτογραφία σας
πάντοτε ξενυχτάει
άραγε θα μας σκέφτονται
αυτή μοιρολογάει;

Πού να ‘ναι, Θεέ μου, θα ’θελα
να ξέρω, το παιδί μου
μονάχα τη σκιά του να δω
λιγάκι στην αυλή μου.

Πονεί και κρύβει τον καημό
γελά… μα νιώθει πόνο
αχ και να ‘χε τη δύναμη
να γύριζε το χρόνο.

Αν δεις καλά τα μάτια της
μόνιμα έχουν θλίψη
είναι γιατί μες τη ζωή
κάποιοι της έχουν λείψει.

Βλέφαρα ανοιγοκλείνουνε
στιγμές έρχονται φεύγουν
μόνο τα συναισθήματα
είναι αυτά που μένουν.

Οσα κι αν γράψω δεν μπορεί
το δάκρυ να στερέψει
μα κάθε βράδυ εύχομαι
τ’ όνειρο να σας πέψει.

Μα ένα ξέρω, Γιώργο μου
κι ας ξέρω πως δεν θα ‘ρθεις
πως οι νεκροί πεθαίνουνε
μόνο αν τους ξεχάσεις!!!


«Ανεβαίνουμε κάθε μέρα το δικό μας Γολγοθά…»

HELIOS GRAMMATIKO

Ανείπωτο μαράζι από τον παππού που μεγαλώνει τα ορφανά εγγόνια του αλλά και θυμός για τους «ιερόσυλους»

«Ο Χριστός ανέβηκε μια φορά τον Γολγοθά, εμείς όμως τον ανεβαίνουμε καθημερινά για 11 χρόνια κι ακόμα συνεχίζουμε…». Με αυτή τη χαρακτηριστική κουβέντα ο Νεοκλής Νεοκλέους προσπαθεί να αποτυπώσει όλο το δράμα που παίζεται, τουλάχιστον στη δική του οικογένεια από εκείνη την αποφράδα μέρα.

Μαζί με τη γυναίκα του ανέλαβε όλη την ευθύνη να μεγαλώσουν σωστά και να ευτυχίσουν οι δυο εγγονούλες τους που έχασαν τους γονείς τους (Νόνη Νεοκλέους και Πανίκο Αναστασίου) στο αεροπορικό δυστύχημα.

Ολη του η έγνοια και όλος του ο αγώνας του παππού, είναι τα δυο ορφανά. «Τα μωρά έχουν συνέχεια φοβίες, έχουν ψυχολογικά προβλήματα… αλλά αυτά δεν τα ξέρει κανένας… μόνο εμείς που τα βιώνουμε…» μας λέει και αβίαστα η κουβέντα στρέφεται σε κάποια πράγματα που έπρεπε να γίνουν αλλά δεν έγιναν…

«Δεν αποδόθηκε δικαιοσύνη… κανένας δεν καταδικάστηκε από τους πρωταίτιους της τραγωδίας μας… η Πολιτική Αεροπορία δεν ανέλαβε τις ευθύνες της… αλλά ποιος ανέλαβε μέχρι σήμερα σ’ αυτόν τον τόπο τις ευθύνες του; Αντίθετα, παίρνουν προαγωγές και αυξήσεις και η ζωή τους συνεχίζεται σαν να μην έγινε τίποτε… Εμένα όμως διαλύθηκε η ζωή μου… δεν ξέρουμε τι είναι γιορτή και χαρά… ένας αγώνας καθημερινός η ζωή μας…».

Καθώς βλέπω τα χέρια του να τρέμουν και τα μάτια του να υγραίνονται, δεν τον ρωτώ τίποτε, ούτε τον διακόπτω…. Αφήνω τον άνθρωπο να τα πει, να ξεσπάσει…

Καθώς μιλά, το βλέμμα του στρέφεται στα παιδιά που κάθονται απέναντι και μοιάζουν να κρυφακούν…

«Η μια ήταν ενάμιση και η άλλη τεσσάρων… μας τις έφεραν Σάββατο νύκτα οι γονιοί τους γιατί θα έφευγαν και ξημερώνοντας η Κυριακή έγινε αυτό που έγινε… μέσα σε μια στιγμή διαλύθηκαν όλα… άλλαξαν όλα…».

Για λίγο επικρατεί σιωπή. Είναι οι στιγμές που δεν ξέρεις αν πρέπει να συνεχίσεις την κουβέντα προκειμένου να κάνεις εσύ τη δουλειά σου ή να ζητήσεις συγνώμη που άθελά σου ξύνεις πληγές και να αποχωρήσεις αφήνοντας τον άλλο στον πόνο του…

Φαίνεται όμως ότι ο πόνος δημιουργεί σε κάποιους ανθρώπους αποθέματα δύναμης κι όταν βλέπουν το άδικο γίνονται πιο μαχητικοί…

«Γι’ αυτά τα μωρά είναι σαν να σκότωσαν για δεύτερη φορά τους γονιούς τους…» συνεχίζει ο κ. Νεοκλέους και αναφέρεται στην άλλη πτυχή του προβλήματος που προστέθηκε στους συγγενείς των θυμάτων της αεροπορικής τραγωδίας. «Τους έδωσαν μια αποζημίωση κι ήρθαν ύστερα και τους την άρπαξαν…» μονολογεί κάνοντας λόγο για ιεροσυλία… «Είναι ιερόσυλοι… γιατί αυτά τα λεφτά που έδωσαν στα μωρά είναι ιερά, είναι οι ζωές των γονιών τους που τους έχασαν… τα λεφτά που χάθηκαν δεν τα έκλεψαν τα μωρά μου…».

Διακρίνεις στον τόνο της φωνής του, όπως και σε άλλες περιπτώσεις συγγενών των θυμάτων που δέχτηκαν το ίδιο κτύπημα από το κράτος, μια αγανάκτηση που κανένας δεν ξέρει πού μπορεί να οδηγήσει.

«Δεν μας αφήνουν να ησυχάσουμε… εκεί που πάμε να ξεχάσουμε κάπως τον πόνο μας, μας αναγκάζουν να τρέχουμε πάλι στα δικαστήρια… να κλαίμε και να παρακαλούμε να δώσουν πίσω τα λεφτά στα μωρά μας… το γαίμαν των παιθκιών μου δηλαδή… το γαίμαν των γονιών τους… Εγίνηκεν το κακό… εχάλασεν η ζωή μας κι αυτοί έρχονται και μας κτυπούν από την αρχή…».

Τι να πεις σε αυτή την κραυγή αγανάκτησης και δικαιολογημένου θυμού που βγαίνει μέσα από τα λόγια αυτού του ανθρώπου; Τίποτε περισσότερο από το να ενώσεις και συ τη δική σου φωνή διαμαρτυρίας για το άδικο και διεκδίκησης του δικαίου.

«Ποιος προστατεύει αυτά τα ανήλικα ορφανά;» διερωτάται και δίνει ο ίδιος την απάντηση: «Πάντως όχι το κράτος».

Τα κοριτσάκια που μπαινοβγαίνουν χωρίς να λένε κουβέντα, είναι σίγουρο ότι στήνουν αυτί να ακούσουν τι μπορεί να ρωτώ και τι θα πει ο παππούς, δίνοντας το ερέθισμα για την αυτονόητη ερώτηση «πώς αντιμετωπίζουν τα παιδιά την απουσία των γονιών τους»; Το ίδιο αυτονόητη είναι και η απάντηση…

«Πολύ δύσκολη η κατάσταση… Είναι να μη έρθει η νύκτα γιατί τότε χάνονται… Τα κυριεύει η ανασφάλεια… φοβούνται το θάνατο… θέλουν να είναι συνέχεια κοντά μας… τρέμουν μην πάθει κάτι ο παππούς… Γολγοθάς ατέλειωτος…».

Το μεγαλύτερο κοριτσάκι που τότε ήταν 4 χρονών έχει σίγουρα κάποιες μνήμες από τους γονείς της κι όπως έχει η γιαγιά «συχνά μου μιλά για τη μάμμα της… θυμούμαι που η μάμμα μου έκαμνε αυτό που έκαμνε το άλλο… Η μικρή μου λέει συχνά… ξέρεις γιαγιά ότι δεν είπα καμιά φορά και δε θα πω τη λέξη «μάμμα»…».

Οι αντιδράσεις των παιδιών είναι αυτές που θα περίμενε κανείς… «Στο σχολείο όταν γίνονται αναφορές στην αεροπορική τραγωδία έρχονται σπίτι κλαμένες… Ιδιαίτερα η μικρή δεν θέλει να ξέρουν οι άλλοι ότι πέθαναν οι γονείς τους για να μην τις λυπούνται, όπως μας λέει…».

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy