Ο Γκράμσι και η φτώχεια μας

Του Σταύρου Κουρουφέξη

Η κοινωνία ως καθρέφτης ιδεών

Σύμφωνα με τον Αντόνιο Γκράμσι (Antonio Gramsci), τον σημαντικό αυτό Ιταλό διανοητή, η μορφή της εκάστοτε κοινωνίας δεν είναι παρά η έκφραση της ιδεολογίας – των αντιλήψεων, δηλαδή, επί παντός θέματος – της κυρίαρχης κοινωνικής ομάδας. Μια κοινωνική ομάδα, λέει, καταφέρνει να επικρατήσει των ανταγωνιστών της και να εδραιωθεί ως επί κεφαλής της κοινωνίας, αφού προηγουμένως τους νικήσει στο πεδίο των ιδεών.

Καταφέρνει, δηλαδή, να εξαπλωθούν και να επικρατήσουν οι δικές της αντιλήψεις (για την πολιτική, για την οικονομία, για το δίκαιο, για τον πολιτισμό κλπ) επιτυγχάνοντας αυτό που ο Γκράμσι ονομάζει «πολιτιστική ηγεμονία». Έτσι, με την επικράτηση π.χ. της αστικής τάξης, είχαμε και την εδραίωση στις κοινωνίες ιδεών και θεσμών όπως η αντιπροσωπευτική δημοκρατία, η ελεύθερη αγορά κλπ.

Οι νέες ιδέες δεν επιβάλλονται βέβαια δια της βίας. Ο όρος ηγεμονία, σε αντίθεση με την δυνάστευση (την βίαιη επιβολή, δηλαδή, δυνάμει οικονομικής, στρατιωτικής ή άλλης ισχύος), μαρτυρεί ότι αυτές οι ιδέες γίνονται αποδεκτές και από την ίδια την κοινωνία. Από την άλλη αυτές οι αντιλήψεις της κυρίαρχης τάξης δεν αφομοιόνονται ως δια μαγείας, αλλά ενσπείρονται και καλλιεργούνται σταδιακά και συστηματικά με την αποφασιστική συνδρομή των διανοούμενων.

Οι διανοούμενοι

Για τον Γκράμσι διανούμενος δεν είναι μόνον ο φιλόσοφος, ο συγγραφέας, ο επιστήμονας· αλλά κάθε άνθρωπος του οποίου η εργασία είναι περισσότερο πνευματική παρά χειρονακτική (συγκεκριμένα κάνει λόγο για ανθρώπους με ρόλο διανοούμενου, εφόσον κατά τα άλλα ο κάθε άνθρωπος έχει την δυνατότητα της νόησης και μπορεί, άρα, να θεωρείται διανοούμενος). Επομένως διανούμενοι είναι π.χ. και ο αρχιτέκτονας και ο δικηγόρος και ο λογιστής κ.ο.κ. Και λέει:

«Κάθε κοινωνική ομάδα […] δημιουργεί οργανικά ένα ή περισσότερα στρώματα διανοουμένων που της δίνουν ομοιογένεια και συνείδηση της ιδιαίτερης της λειτουργίας όχι μόνο στον οικονομικό, αλλά και στον κοινωνικό και πολιτικό τομέα. Ο καπιταλιστής επιχειρηματίας δημιουργεί τον τεχνικό της βιομηχανίας, τον οικονομολόγο, τον οργανωτή μιας νέας κουλτούρας, ενός νέου δικαίου»

Αυτοί οι «οργανικοί διανοούμενοι» όπως τους ονομάζει λειτουργούν – ενσυνείδητα ή εκ των πραγμάτων – κατά τρόπο που να εξυπηρετεί τα συμφέροντα ή τις ανάγκες της κυρίαρχης ομάδας. Δίπλα τους και «παραδοσιακοί διανοούμενοι»: ο συγγραφέας, ο επιστήμονας, ο καλλιτέχνης· μορφές διανοουμένων που η “φύση” τους – ή οι “συμπάθειες” τους – δεν συνδέεται κατ’ανάγκην με την μια ή την άλλη κοινωνική ομάδα και άρα δεν θεωρούνται κατ’ανάγκην «οργανικοί» αλλά παρουσιάζονται ως ανεξάρτητοι (π.χ. η λειτουργία του συγγραφέα, το γράφειν, δεν συνδέεται άμεσα ή κατ’ανάγκην με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής όπως π.χ. ο τεχνικός εργοστασίου, ο χρηματιστής ή ο διαφημιστής). Μέσα λοιπόν από την εκπαίδευση, την έρευνα, την ενημέρωση, μέσα από την πολιτική, την τέχνη, την καθημερινή πράξη της ζωής, οι διανούμενοι – ο καθένας από εμάς ενδεχομένως – συμβάλλουν ώστε η κοινωνία να έχει την α΄ ή β΄ μορφή. Και, αντίστροφα, η κοινωνία θα λειτουργήσει με τη σειρά της ως καλούπι.

Η κουλτούρα του καπιταλισμού

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι εδώ και αρκετά χρόνια – και ιδίως μετά την λήξη του Ψυχρού Πολέμου – σε αρκετές κοινωνίες εμπεδώθηκε όλο και βαθύτερα μια καπιταλιστική κουλτούρα, με τις διάφορες εκφάνσεις που την χαρακτηρίζουν. Στην οικονομία, για παράδειγμα, όπου ο “αντιδογματικός” νεοφιλελευθερισμός έγινε το νέο δόγμα ενώ η κρατική παρέμβαση θεωρείται ανελεύθερη και αντιδημοκρατική. Ή στην πολιτική η οποία έχασε τα πρωτεία της στην διαχείριση των κοινών από τις αγορές, ενώ η δημοκρατία γίνεται όλο και λιγότερο αντιπροσωπευτική εν ονόματι μιας μεγαλύτερης λειτουργικότητας ή αποδοτικότητας. Τέλος, αυτή η κουλτούρα αντικατοπτρίζεται στην γενικότερη λειτουργία της κοινωνίας η οποία “δυναστεύεται” όλο και περισσότερο από την λογική του κέρδους. Όταν ακόμα και η υγεία, η εκπαίδευση, η τέχνη γίνονται πρωτίστως θέμα κέρδους και ζημιάς, δεν χωρεί αμφιβολία ότι πλέον η εμπορευματοποίηση της ζωής μας δεν εξυπηρετεί απλώς κάποιες πρακτικές ανάγκες, αλλά γίνεται συχνά αυτοσκοπός με κερδισμένους και ζημιωμένους.

Αυτή η προσέγγιση των πραγμάτων συναντάται ασφαλώς και στον σκληρό πυρήνα αυτού που ονομάζουμε “κουλτούρα”, στον “πολιτισμό” με την στενότερη έννοια του όρου: στις τέχνες και τα γράμματα, στα πολιτιστικά δρώμενα του τόπου, που όμως – όπως ακριβώς ένας σπόρος – επηρεάζουν την ευρύτερη μορφή του πολιτισμού μας και άρα της κοινωνίας μας. Το έδαφος του πολιτισμού είναι, ίσως, ο κατ’εξοχήν χώρος που ο καπιταλισμός φτιάχνει την κουλτούρα κατ’εικόνα και ομοίωση του. Δεν είναι τυχαίο, για παράδειγμα, που μιλούμε για μουσική βιομηχανία· δηλαδή για μια μαζική εργοστασιακή παραγωγή πανομοιότυπων προϊόντων (πανομοιότυπο θέμα, στίχοι, ακόμα και μελωδία).

Ο όρος εμπορικό (που κάποιοι οργισμένα καταγγέλλουν ως “πλασματικό”) δείχνει ακριβώς τον βασικό παράγοντα που κινεί αυτό το είδος τραγουδιού: το κέρδος. Που για να είναι όσο το δυνατόν μεγαλύτερο χρησιμοποιούνται όσο το δυνατόν φθηνότερα υλικά (στίχοι, μουσική, φωνή κ.λ.π.). Κάτι παρόμοιο συμβαίνει, π.χ. και στην τηλεόραση όπου αρκετές εκπομπές δεν παράγουν παρά κέρδος για κάποιους και δεν προάγουν παρά τον ίδιο τους τον εαυτό. Ας αναλογιστούμε, για παράδειγμα, με τι και με ποιους ασχολούνται τα πρωινάδικα και τα δειλινάδικα, τι παράγουν τα διάφορα reality show, τα καλλιστεία (π.χ. νέους παρουσιαστές πρωινάδικων που ασχολούνται με τα reality), ποιο μουσικό είδος εξυπηρετούν όσοι βγαίνουν από τα talent show (και πόσο διαρκούν αυτοί) κλπ.

Η αβάσταχτη ηγεμονία της ελαφρότητας

Κάποιος θα πει: «Και τί το κακό; Χρειάζονται και αυτά. Καθένας με το γούστο του». Το ζήτημα, όμως, δεν είναι το αν θα υπάρχουν και αυτά, αλλά το πόσο βάρος αποδίδεται στο κάθετί και τι αποκομίζει από αυτήν την αξιολόγηση η κοινωνία. Διότι όποιος ποτίζει πλαστικά φυτά, ούτε καρπό θα δει, ούτε ανθό θα μυριστεί. Και χωρίς αυτά είναι αναμενόμενο ότι κάποια στιγμή θα πεινάσουμε ψυχή τε και σώματι. Αυτό συμβαίνει και σήμερα αφού όπως ο καπιταλισμός πάει χέρι-χέρι με την κουλτούρα του, έτσι και η οικονομική κρίση που περνούμε δεν είναι άσχετη με την πολιτιστική κρίση που προηγήθηκε.

Ας γίνουμε πιο συγκεκριμένοι. Τι προοπτικές μπορούν να υπάρχουν – και δη εν μέσω κρίσης – όταν η κοινωνία ξοδεύει τόσους πόρους (χρήμα, χρόνο, ενέργεια, φαιά ουσία) όχι για να ανοιχτούν δουλειές ή για αξιοπρεπείς μισθούς ή για την έρευνα ή για την εκπαίδευση· αλλά για να πάει στην eurovision (στήνοντας ειδικό show αρκετών εβδομάδων) ή για να έχει σταρ κύπρος (με εκπομπή καμπόσων μηνών) ή για να παράγει τα ίδια αναμασημένα και φυγόπονα τραγούδια ή τηλεοπτικά σενάρια.

Αυτή η τάση δεν έχει μόνο άμεσες οικονομικές επιπτώσεις, αλλά και βαθύτερες μακροπρόθεσμες συνέπειες. Διότι, προφανώς, δεν αποτελεί απλά ένα επιφανειακό φαινόμενο αλλά έγινε πλέον νοοτροπία σε μεγάλο βαθμό. Έχουμε πλέον μπροστά μας, δηλαδή, μια ηγεμονία της ελαφρότητας. Αλλιώς δεν μπορώ να καταλάβω πώς κάποιος καταδέχεται αυτός να είναι άνεργος και την ίδια στιγμή κάποιος άλλος να πληρώνεται για να τον ενημερώνει τί φωτογραφία έβαλε ο α΄ και ο β΄ στο facebook· δεν κατανοώ πώς νεαρές κοπέλλες όταν αποκλείονται από τα καλλιστεία οδύρονται και οι μανες τους ωρύονται παντίς τζιαι εκόψαν τους το γάλα· πώς κάποιος ανέχεται να αδροπληρώνει εισιτήριο ενηλίκου (κανονική τιμή δηλαδή) για να ακούει παιδικά τραγουδάκια (κάτι ξέρει ο Τσαλίκης όταν τραγουδά «κι εσύ παίρνεις τα αρ… μου, τυχαιο; Δεν νομίζω»)· και βέβαια πώς νέοι άνθρωποι αλλά και πολιτικοί – επίδοξοι σωτήρες – του τόπου μας μετρούν τις εθνικές μας επιδόσεις και την υπερηφάνεια του λαού μας με τους βαθμούς της eurovision.

Τι να ελπίσουμε, λοιπόν, με τόσα παράσιτα στο χώμα; Τι προοπτικές ανάκαμψης και ανάπτυξης υπάρχουν; Θα βγουν μήπως νέοι επιστήμονες, ενσυνείδητοι εργαζόμενοι, καταρτισμένοι και ικανοί πολιτικοί; Και αν βγουν, θα γερατίσουν ή θα γυρέψουν άλλη γη, όπως ήδη από καιρό συμβαίνει; Αυτές είναι, κατά την κρίση μου, οι σημαντικότερες συνέπειες αυτής της κουλτούρας, οι οποίες λειτουργούν σε βάθος χρόνου και συμβάλλουν, μαζί με άλλους παράγοντες, στην πρόοδο ή στον μαρασμό ενός τόπου.

Ίσως βέβαια η πλειοψηφία των ανθρώπων του τόπου μας να είναι ξένη προς αυτή την νοοτροπία που περιέγραψα. Αν όντως έτσι είναι, πρόκειται όμως για μια σιωπηρή πλειοψηφία (εκτός και αν μου ξέφυγε κανένας “θόρυβος”) , που καθόλου δεν θα μετρά όσο καιρό θα παραμένει τέτοια. Προς το παρόν, κανένα μέλλον.

Υ.γ.1. Πρακτικά, τι έχει να δώσει ο πολιτισμός; Βαθύτερο αίσθημα, γνώση, σκέψη. Τα βασικά.
Υ.γ.2 Η εκπομπή “Feel fantastic”, που ήταν ό,τι πιο τραγικό είδα τα τελευταία χρόνια στην τηλεόραση, είναι εμβληματική της κατάστασης: από τη μια να σε εμπαίζουν κατάμουτρα λέγοντας σου “feel fantastic” μπρος σε τόση αθλιότητα, και από την άλλη η τραγική διαπίστωση: όταν η προσδοκία της νέας γενιάς είναι το να γίνει μοντέλλο – στην κυριολεξία, δηλαδή, να απλώννει ζάμπαν τζιαι να πκιερώννεται – ε πώς να μεν παττίσει τούτος ο τόπος;

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy