
Του Γιάννη Κακαρή
Δέκα χρόνια συμπληρώθηκαν σήμερα από όταν ο Ρουπακιάς έσφαξε εν ψυχρώ τον Έλληνα αντιφασίστα μουσικό Παύλο Φύσσα. Η δολοφονία του σόκαρε την ελληνική κοινωνία και αποτέλεσε το έναυσμα για τη μεγάλη «Δίκη της Χρυσής Αυγής», που τον Οκτώβρη του 2020 κατέληξε στην καταδίκη της ως εγκληματικής οργάνωσης. Ωστόσο, η δολοφονία του Φύσσα δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, προηγήθηκαν δεκάδες πογκρόμ (Άγιος Παντελεήμονας) κατά των μεταναστών. Μια εβδομάδα προηγουμένως, πραγματοποίησαν δολοφονική απόπειρα ενάντια στον πρόεδρο του Συνδικάτου Μετάλλου Αττικής και Ναυπηγοεπισκευαστικής Βιομηχανίας Ελλάδας, συνδικαλιστή του ΠΑΜΕ. Ενάμιση χρόνο πριν, είχε γίνει η δολοφονική επίθεση στους Αιγύπτιους αλιεργάτες. Την ίδια ώρα, τα κυρίαρχα Μέσα Ενημέρωσης και τα αστικά κόμματα τούς έδιναν βήμα έκφρασης των ακροδεξιών απόψεων, τους ξέπλεναν και τους κανονικοποιούσαν με τα λόγια και τις πράξεις τους.
Η καταδίκη της Χρυσής Αυγής έφερε μια δικαιολογημένη ικανοποίηση στον ελληνικό λαό, ωστόσο ούτε τρία χρόνια αργότερα, επιβεβαιώθηκε ότι δεν αρκεί η απόφαση ενός δικαστηρίου για να καταπολεμηθεί ο φασισμός. Ενώ ο Ηλίας Κασιδιάρης βρισκόταν πίσω από τα κάγκελα της φυλακής, εξακολουθούσε να παρεμβαίνει στην ελληνική πολιτική σκηνή, πετυχαίνοντας την εκλογή του κόμματος «Σπαρτιάτες» στη Βουλή των Ελλήνων.
Από το ελληνικό παράδειγμα φαίνεται να μην έχουμε εξάγει τα δικά μας συμπεράσματα, αφού δυστυχώς φαίνεται ότι ακολουθούμε τον ίδιο δρόμο. Των πογκρόμ σε Χλώρακα και Λεμεσό προηγήθηκαν πολλές άλλες επιθέσεις κατά προσφύγων και μεταναστών. Πολλά είναι τα ΜΜΕ που ξεπλένουν το ΕΛΑΜ παρουσιάζοντάς το «ως μια άλλη άποψη στη δημοκρατία», ενώ κυρίως η Δεξιά συνεργάζεται μαζί του. Μάλιστα, τους έδωσαν την προεδρία Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για να χύνουν ανενόχλητοι το δηλητήριό τους στην κοινωνία. Επίσης, τα τελευταία χρόνια ο ρατσισμός και η μισαλλοδοξία έχουν γίνει επίσημη κρατική πολιτική, με υπουργούς και στελέχη της προηγούμενης κυβέρνησης να ενισχύουν το φόβο και το ρατσισμό. Οι δηλώσεις τους είναι αναρίθμητες…
Με το φασισμό δεν τελειώνουμε, αν δεν τελειώσουμε με το εκμεταλλευτικό σύστημα που τον γεννά και τον τρέφει, επειδή τον έχει ανάγκη. Αυτό που χρειάζεται είναι ο οργανωμένος και μαζικός αγώνας των εργαζομένων και της νεολαίας.
Την ίδια ώρα, οι δημοκράτες και οι αντιφασίστες τούτου του τόπου έχουν χρέος να δημιουργήσουν ένα ενιαίο αντιφασιστικό μέτωπο προκειμένου να σταθούμε ανάχωμα στον εκφασισμό της κοινωνίας και να αποτρέψουμε τη συμπλήρωση του παζλ. Να αφοπλίσουμε τα χέρια των φασιστών για να μη γίνει καμία δολοφονία στον τόπο μας.
Έχουμε χρέος να στεκόμαστε διαρκώς μπροστά τους και να αντιδρούμε έμπρακτα σε κάθε ρατσιστική τους συμπεριφορά. Δεν πρέπει να τους αφήνουμε κανένα περιθώριο, ούτε στα σχολεία, ούτε στις γειτονιές, ούτε στους χώρους δουλειάς, ούτε στους δρόμους, ούτε πουθενά.
