Λογοτεχνικό  trivia/ Ορίζοντας/ Ζαν Βεμπέρ, « Η θλίψη», 1896, λιθογραφία για Τα Άνθη του Κακού
Ο Γιώργος Μελή, με έναν επετειακό χαρακτήρα, γράφει, ενίοτε μεταφράζει και παρουσιάζει συγγραφείς, λογοτεχνικά κείμενα ή συμβάντα και άλλα «ασήμαντα»

 Ο κολασμένος Μπωντλαίρ και η δίκη των Ανθέων του Κακού

Λόγος, τέχνες και λογοκρισία (Ι)

Φέτος, η Γαλλία γιορτάζει τα 200 χρόνια από τη γέννηση δύο εκ των σπουδαιότερων συγγραφέων της, του Γκύσταβ Φλωμπέρ και Σαρλ Μπωντλαίρ Και οι δύο σημάδεψαν τη νεότερη ιστορία της λογοτεχνίας, ο μεν στο μυθιστόρημα, ο δε στην ποίηση. Ταυτόχρονα μεταμόρφωσαν ριζικά το Ρομαντισμό, τοποθετώντας τελικά την ταφόπλακά του.

Σε γράμμα του στον δικηγόρο του ο Μπωντλαίρ εξηγεί πως «το βιβλίο πρέπει να κρίνεται στο σύνολό του, οπότε και αποπνέει μια τρομερή ηθικότητα».

Πέραν του ότι γεννήθηκαν την ίδια χρονιά, μία άλλη σατανική χρονολογική σύμπτωση έμελλε να τους φέρει ακόμα πιο κοντά. Τον Ιανουάριο το 1857 ο εισαγγελέας της Β’ Γαλλικής Αυτοκρατορίας, Ερνέστ Πινάρ, οδηγεί το Φλωμπέρ σε δική, μετά την έκδοση της Μαντάμ Μποβαρύ, με την κατηγορία της προσβολής της δημόσιας αιδούς, της θρησκείας και των κοινωνικών ηθών. Πέντε μήνες μετά, ο Πινάρ με την ίδια ακριβώς κατηγορία οδηγεί τον Μπωντλαίρ σε δίκη μετά την έκδοση της ποιητικής συλλογής του Τα Άνθη του Κακού. Ο πρώτος αθωώνεται, ο δεύτερος καταδικάζεται.

Από το 1845, ο ποιητής ξεκινά να δουλεύει μία σειρά ποιημάτων, η οποία φέρει τον τίτλο Λεσβίες1. Τρία χρόνια αργότερα και καθώς το αρχικό του πλάνο αλλάζει, προτιμά το Κολάσεως Προθάλαμος2. Ωστόσο από το 1855 καταλήγει στον τίτλο Τα Άνθη του Κακού. Αν και λιγότερο προκλητικός από τους δύο προηγούμενους, ο τελευταίος τίτλος με το χαρακτηριστικό οξύμωρο ενώνει το Ωραίο με το Κακό, συνοψίζοντας με αυτό τον τρόπο τη θεώρηση του Μπωντλαίρ για την τέχνη. Σύμφωνα με τον ποιητή το Ωραίο και το Καλό δεν συγκλίνουν απαραίτητα. Ο καλλιτέχνης είναι ελεύθερος να εξερευνήσει και τους αρνητικούς πόλους και όπως ο «Τρισμέγιστος Σατανάς», «ο σοφός αλχημιστής» του εισαγωγικού ποιήματος, να μεταμορφώσει «τα πιο αποκρουστικά πράγματα» μέσα από την τέχνη του, σαγηνεύοντας τους αναγνώστες. Στόχος του είναι επίσης να ανακαλύψει όλες τις αποχρώσεις των ανθρώπινων αισθημάτων, βλέποντας με ευκρίνεια την τετριμμένη πραγματικότητα.

Σύμφωνα με τον ποιητή το Ωραίο και το Καλό δεν συγκλίνουν απαραίτητα. Ο καλλιτέχνης είναι ελεύθερος να εξερευνήσει και τους αρνητικούς πόλους και όπως ο «Τρισμέγιστος Σατανάς»

Παράλληλα, η δομή του έργου φανερώνει την ποιητική διαδρομή που ακολουθεί ο Μπωντλαίρ. Τα Άνθη του Κακού βασίζονται σε μια πολύ συγκεκριμένη αρχιτεκτονική. Χωρίζονται σε έξι μέρη (πέντε στην πρώτη έκδοση) που παρουσιάζονται ως οι κύριες φάσεις του ταξιδιού του ποιητή. Πρώτο στάδιο «Ι. Μελαγχολία και Ιδανικό», η συνειδητοποίηση δηλαδή πως ο πραγματικός κόσμος είναι μια συνεχής πηγή οδύνης. Για αυτό και ο ποιητής αποσύρεται, εξερευνώντας την ανάγκη του να δημιουργήσει νοητικά ένα κόσμο υποφερτό. Έτσι, επεξεργάζεται διάφορες πιθανότητες μέσω των οποίων μπορεί να φτάσει στο Ιδανικό. Στους «ΙΙ. Παριζιάνικους πίνακες» (μέρος που εμφανίζεται στη δεύτερη έκδοση) ο ποιητής χώνεται μέσα στο πλήθος, παρατηρώντας τους περαστικούς και την πόλη που αλλάζει. Στη συνέχεια μεθάει με «ΙΙΙ. Κρασί», φτάνοντας σε «τεχνητούς παράδεισους» και τέλος καταλήγει στα «IV. Άνθη του Κακού», στις σαρκικές ηδονές. Εντούτοις η αποτυχία του να φτάσει το πολυπόθητο Ιδανικό, τον οδηγεί στην «V. Εξέγερση», μέσα από την οποία αποβάλλει τη ματαιότητα της ζωής, φτάνοντας τέλος στην αποδοχή της μόνης ουσιαστικής αλήθειας, τον «VΙ. Θάνατο».

Στις 21 Ιουνίου 1857 κυκλοφορεί η πρώτη έκδοση της συλλογής σε 1300 αντίτυπα. Μερικές μέρες αργότερα, το σκάνδαλο δεν αργεί να ξεσπάσει, αφού ο κριτικός Γκυστάβ Μπουρντέν γράφει στη Le Figaro : « Ποτέ δεν έχουμε ξαναδεί να εκφαυλίζονται με τέτοια τρέλα τόσο εξαιρετικά προσόντα. Υπάρχουν στιγμές που αμφιβάλλουμε για την ψυχική κατάσταση του κ. Μπωντλαίρ. […] Το άσχημο έρχεται σ’ επαφή με το απεχθές, το αποκρουστικό συμμαχεί με το απαίσιο. […] Αυτό το βιβλίο είναι ένα νοσοκομείο ανοιχτό σε όλες τις τρέλες του μυαλού, σε όλες τις σήψεις της καρδιάς, αν τουλάχιστον επρόκειτο να τις θεραπεύσει, αλλά είναι ανίατες.» Στις 20 Αυγούστου, μετά από εισαγγελική δίωξη ο Μπωντλαίρ οδηγείται ενώπιον του δικαστηρίου. Στο ειδώλιο 13 ποιήματα, 4 για προσβολή της θρησκείας («Η απάρνηση του Αγ. Πέτρου», «Άβελ και Κάιν», «Οι Λιτανίες του Σατανά», «Το κρασί του δολοφόνου») και 9 για προσβολή της δημόσιας αιδούς και των κοινωνικών ηθών («Τα Κοσμήματα», « Sed non satiata», «Η λήθη», «Σε κάποια πολύ πρόσχαρη», «Το ωραίο καράβι», «Σε μια ζητιάνα κοκκινομάλλα», «Λέσβος», «Κολασμένες γυναίκες: Δελφίνη και Ιππολύτη», «Οι μεταμορφώσεις του βρικόλακα»).

Ο Ερνέστ Πινάρ στο κατηγορητήριό του εξηγεί πως το δικαστήριο δεν κρίνει τον άνθρωπο, αλλά το έργο του και πως ως εισαγγελέας δεν καλείται να ερμηνεύσει τα κείμενα όπως ένας κριτικός λογοτεχνίας. Εντούτοις παρουσιάζοντας ένας κατάλογο με αποσπασματικούς στίχους δοκιμάζει ανεπιτυχώς να ερμηνεύσει τα ποιήματα, παραφράζοντάς τα. Για παράδειγμα, στα «Κοσμήματα» βλέπει μια «γυμνή γυναικά να δοκιμάζει διάφορες πόζες μπροστά στο γοητευμένο εραστή της» ενώ στη «Λήθη» βλέπει «μία τρελή παρθένα της οποίας η φούστα και το βαθύ ντεκολτέ με τα ωραία άκρα χύνουν τη Λήθη». Τέλος στις «Μεταμορφώσεις του Βρικόλακα» βλέπει «μια γυναίκα βαμπίρ να πνίγει ένα άντρα με τα βελούδινα χέρια της, του οποίου το στήθος αφήνεται στα δαγκώματά της πάνω στα στρώματα που διαποτίζονται από το συναίσθημα, σε σημείο που οι ανήμποροι άγγελοι καταδικάζονται για χάρη της».

«Ποτέ δεν έχουμε ξαναδεί να εκφαυλίζονται με τέτοια τρέλα τόσο εξαιρετικά προσόντα. Υπάρχουν στιγμές που αμφιβάλλουμε για την ψυχική κατάσταση του κ. Μπωντλαίρ.»

Παραδόξως τα ποιήματα που προσβάλουν τα θρησκευτικά ήθη δεν διώκονται, πιθανόν γιατί ο νομοθέτης δεν είχε διευκρινίσει τι ακριβώς είναι επιλήψιμο σε αυτή την περίπτωση και κατά συνέπεια απαγορευμένο. Έτσι τα μόνα ποιήματα που θεωρούνται ποινικά κολάσιμα είναι αυτά που παρουσιάζουν γυναικεία γεννητικά όργανα, φαντασιώνονται σαπφικές περιπτύξεις και άλλες έκφυλες σεξουαλικές δραστηριότητες! Σε γράμμα του στον δικηγόρο του ο Μπωντλαίρ εξηγεί πως «το βιβλίο πρέπει να κρίνεται στο σύνολό του, οπότε και αποπνέει μια τρομερή ηθικότητα». Προσθέτει ειρωνικά πως «δεν έχ[ει] κανένα λόγο να εί[ν]αι ευχαριστημένος με αυτή την εξαιρετική επιείκεια που ενοχοποιεί μόνο 13 ποιήματα από τα 100»3. Ο δικηγόρος του Γκυστάβ Λουί Σε ντ’ Εστ-Αντζ  δεν λαμβάνει υπόψη την εν λόγω επιστολή και συγκεντρώνει την υπεράσπισή του στο θεμελιώδες ζήτημα της ελευθερίας της έκφρασης, εγκωμιάζοντας την ποιητική μαεστρία του πελάτη του. Η δίκη τελειώνει άδοξα για τον Μπωντλαίρ. Σε επιστολή του στον Φλωμπέρ γράφει πως «η κωμωδία αυτή έλαβε τέλος την Πέμπτη» ενημερώνοντας τον πως τιμωρείται με την χρηματική ποινή του σκληρού ποσού των 300 φράγκων αλλά και με την απαγόρευση κυκλοφορίας 6 ποιημάτων της συλλογής.

1 To 19ο αιώνα « lesbiennes » σημαίνει « γυναίκες της Λέσβου», με έμμεση αναφορά στη Σαπφώ. Μετωνυμικά η λέξη και μέσα από το συγκεκριμένο συγκείμενο παίρνει τη σημασία «ομοφυλόφιλες γυναίκες»
2 Στα γαλλικά Limbes, είναι ο χώρος σύμφωνα με τον Καθολικισμό όπου καταλήγουν οι ψυχές των αβάπτιστων. Έμμεση αναφορά στην Κόλαση του Δάντη
3 Μτφ. Γιώργος Σημηριώτης

 

Σελίδα από την πρώτη έκδοση της συλλογής με διορθώσεις του ποιητή

 

 

 

 

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy