
- Θα πρέπει ο Ελληνοκύπριος να μάθει για τη Μαράθα, το Σανδαλάρι και την Αλόα και ο Τουρκοκύπριος για το Παλαίκυθρο, την Άσσια και την Αγιά
- Ο πραγματικός βάρβαρος είναι ο σοβινιστικός εθνικισμός, που συχνά συγχέεται με τον πατριωτισμό, την αγάπη για την πατρίδα
- Η επιλογή μεταξύ σιωπής και φωνής αφορά τις επόμενες γενιές και τι θα κληρονομήσουν ως Ιστορία
: Ο κοινός πόνος είναι ο ζωντανός μάρτυρας της Ιστορίας
Συνέντευξη στην Ελένη Κωνσταντίνου
Θα πρέπει ο Ελληνοκύπριος να εκτεθεί στον πόνο και το αφήγημα των Τουρκοκυπρίων και ο Τουρκοκύπριος στον πόνο και το αφήγημα των Ελληνοκυπρίων. Θα πρέπει ο Ελληνοκύπριος να μάθει για τη Μαράθα, το Σανδαλάρι και την Αλόα και ο Τουρκοκύπριος για το Παλαίκυθρο, την Άσσια και την Αγιά. Οι ιστορικές αλήθειες δεν μπορεί να κρύβονται κάτω από το χαλί, άλλωστε ο κοινός πόνος είναι ο ζωντανός μάρτυρας της Ιστορίας, όπως ομολογεί ο συγγραφέας-ερευνητής Τόνι Αγκαστινιώτης, ο οποίος μέσα από ντοκιμαντέρ, αλλά και το βιβλίο του «Χρειάζονται χίλιες φωνές για να πουν μια ιστορία» μας φέρνει πιο κοντά σε ένα από τα πιο στυγερά εγκλήματα κατά αμάχων που έγιναν στον τόπο μας.
Άγνωστες για πολλούς οι μαζικές δολοφονίες άμαχων Τουρκοκυπρίων στη Μαράθα, το Σανδαλάρι, την Αλόα και την Τόχνη, στις 14 Αυγούστου του 1974. Εγκλήματα που έμειναν για χρόνια κρυμμένα κάτω από το χαλί της ιστορίας και που η πλειονότητα των Ελληνοκυπρίων δεν γνώριζε. Τι σε ώθησε να «ξεθάψεις» αυτή την ιστορία;
Η χρήση της λέξης «ώθηση» που χρησιμοποίησες στην ερώτησή σου είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο στην επιστήμη της ψυχολογίας. Η πολιτικοκοινωνική ευαισθησία συγκερασμένη με την ιδιοσυγκρασία είναι ίσως αυτό που σπρώχνει τον καθένα από εμάς στη δράση. Όταν πέρσι κυκλοφόρησε το βιβλίο μου «Χρειάζονται χίλιες φωνές για να πουν μια ιστορία», πολλοί αναγνώστες μου ομολόγησαν πως γνώριζαν για τις μαζικές δολοφονίες άμαχων Τουρκοκυπρίων, αλλά επέλεξαν τη σιωπή. Αυτή η σιωπή ήταν ξεκάθαρα θέμα ιδιοσυγκρασίας. Ο φόβος των συνεπειών παλεύει με την ευθύνη και όποιος κερδίσει τη μάχη. Θέλει μια δόση τρέλας ο άνθρωπος για να σπάσει το σκοινί και να ελευθερωθεί, όπως έλεγε και ο Καζαντζάκης.
Αφήνω το εσωτερικό κίνητρο, γιατί είναι πιο σημαντικό να επικεντρωθούμε στην κοινωνικοπολιτική πτυχή του θέματος. Αυτό που με ώθησε ήταν ο αντίκτυπος που είχαν στη δική μου εθνικιστική θεώρηση αυτές οι αλήθειες και η πιθανότητα να βοηθήσω και άλλους ομοϊδεάτες μου να απεγκλωβιστούν από την ψευδαίσθηση του «Πας μη Έλλην βάρβαρος». Η ιστορία των μαζικών εκτελέσεων αμάχων είτε αυτή προέρχεται από τους βάρβαρους της ΕΟΚΑ Β’, είτε από τους βάρβαρους Τούρκους εθνικιστές, δείχνει χωρίς χιλιοστό δυστοκίας πως ο πραγματικός βάρβαρος είναι ο σοβινιστικός εθνικισμός, που συχνά συγχέεται με τον πατριωτισμό, την αγάπη για την πατρίδα.
Εγώ όταν άρχισα να ψάχνω την ιστορία και ήρθα αντιμέτωπος με αυτά τα άγνωστα για τους πλείστους Ελληνοκυπρίους εγκλήματα, έπρεπε να αναρωτηθώ τι άλλο υπάρχει κρυμμένο κάτω από αυτό το χαλί που το επίσημο κράτος δεν ήθελε να γνωρίζω. Σύντομα συνειδητοποίησα πως δεν ήταν μόνο τα εγκλήματα κατά των Τουρκοκυπρίων που απουσίαζαν από την ιστορία. Απουσίαζαν οι άδικες δολοφονίες Ελληνοκύπριων αριστερών συντεχνιακών από την εποχή της ΕΟΚΑ, απουσίαζαν οι εκτελέσεις Τουρκοκυπρίων από τη δεκαετία του ’60, απουσίαζαν τα έργα και ημέρες της ΕΟΚΑ Β’… κι αν απουσιάζουν όλα αυτά, τι έχει παραμείνει; Το εθνικιστικό αφήγημα της ακροδεξιάς.
Είσαι εθνικιστής γιατί είναι οι οικογενειακές σου καταβολές, γιατί έτσι έμαθες στο σχολείο και ξαφνικά έρχεσαι αντιμέτωπος με αλήθειες που συγκρούονται με όλα όσα διδάχτηκες, τι κάνεις; Είτε θα συγκρουστείς με τον εαυτό σου και εν συνεχεία με το πολιτικό σου περιβάλλον, γιατί η αλήθεια είναι το φως της κοινωνίας, είτε θα επιλέξεις τη λήθη και θα συνεχίσεις σαν τυφλοπόντικας να κινείσαι στους σκοτεινούς σου λαβυρίνθους.
Πώς ένιωσες όταν συναντήθηκες για πρώτη φορά με τον μοναδικό επιζήσαντα της Τόχνης, τον 19χρονο τότε Σουάτ Χουσεΐν;
Ο Σουάτ ήταν ο πρώτος Τουρκοκύπριος που δέχθηκε να μου μιλήσει για την εμπειρία του. Συνελήφθη με τον πατέρα του, τον αδελφό του και όλους τους συγχωριανούς και φίλους του και οδηγήθηκε στην Παλώδια όπου έγινε η μαζική εκτέλεση. Ο ίδιος διέφυγε τραυματισμένος και έγινε ο μοναδικός μάρτυρας αυτού του στυγερού εγκλήματος πολέμου. Όταν τον συνάντησα ήταν μόλις ένα χρόνο μετά το άνοιγμα των οδοφραγμάτων και φοβόταν ακόμη να διασταυρώσει, μήπως τον βρουν οι δολοφόνοι και τον σιωπήσουν μια για πάντα. Είχαμε πάει με τη σύζυγό μου και θυμάμαι που με οδήγησε στο εκκλησάκι του χωριού, όπου τα εικονίσματα στους τοίχους αντικαταστάθηκαν από τις φωτογραφίες των φονευθέντων Τουρκοκυπρίων. Ήταν σαν να έμπαινα στα άγια των αγίων της κυπριακής ιστορίας. Συγκλονίστηκα. Εκείνη ήταν και η στιγμή που αποφάσισα να κάνω το ντοκιμαντέρ μου «Φωνή Αίματος» και να καταγράψω το τουρκοκυπριακό αφήγημα. Συνειδητοποίησα πως ο δρόμος για την ειρήνη και την επανένωση περνούσε μέσα από αυτές τις ανείπωτες ιστορίες.
Έχεις αναφέρει αρκετές φορές και κατά την παρουσίαση του βιβλίου σου «Χρειάζονται χίλιες φωνές για να πουν μια ιστορία» πως ο πόνος της απώλειας δεν είναι προνόμιο της μιας κοινότητας. Θα έλεγες ότι πολλές φορές αυτό το ξεχνάμε;
Ο κοινός πόνος είναι ο ζωντανός μάρτυρας της Ιστορίας. Είναι εκεί που γίνεται το συγκέρασμα των αφηγημάτων μας… είναι η γέφυρα πάνω στην οποία μπορούμε να συναντηθούμε. Αυτό που μας χώρισε δεν ήταν μια πράσινη γραμμή που χαράχτηκε σ’ ένα χάρτη. Είναι ένα ποτάμι αίματος που οι σοβινιστικές δυνάμεις στις δύο κοινότητες μεθοδικά χάραξαν στη γη μας. Κι αφού έσκαψαν αυτό το ποτάμι στο όνομα της ένωσης και του ταξίμ κατέστρεψαν τον τόπο μας και προσπάθησαν να επιβάλουν τη σιωπή. Αν θέλουμε πραγματικά ειρήνη και επανένωση του νησιού μας, δεν υπάρχουν συντόμια. Θα πρέπει ο Ελληνοκύπριος να εκτεθεί στον πόνο και το αφήγημα των Τουρκοκυπρίων και ο Τουρκοκύπριος στον πόνο και το αφήγημα των Ελληνοκυπρίων. Θα πρέπει ο Ελληνοκύπριος να μάθει για τη Μαράθα, το Σανδαλάρι και την Αλόα και ο Τουρκοκύπριος για το Παλαίκυθρο, την Άσσια και την Αγιά.
Ο Σιαφάκ, που έφηβος τότε είχε βρει τον ομαδικό τάφο στο Σανδαλάρι, με όλους του συγχωριανούς, συγγενείς και συμμαθητές του στοιβαγμένους στον σκουπιδότοπο, είναι εργάτης της ειρήνης. Τον ρώτησα πρόσφατα γιατί δεν μίσησε τους Ελληνοκύπριους μετά από αυτή την τρομακτική εμπειρία που βίωσε. Μου είπε πως ο θείος του, που κι αυτός διασώθηκε, του εξήγησε πως το έγκλημα διαπράχτηκε από μια συγκεκριμένη συνοπαρτζιά και πως δεν ευθυνόταν όλη η ελληνοκυπριακή κοινότητα. Αγκάλιασε τον πόνο του με αυτή την αλήθεια. Το χωριό του δεν το αφάνισαν οι Ελληνοκύπριοι. Το αφάνισαν συγκεκριμένοι φασίστες.
Ο Πέτρος Σουπουρής που όλη η οικογένειά του δολοφονήθηκε στο Παλαίκυθρο, πιστεύει στη συνύπαρξη και στην ειρήνη. Γιατί; Εκτέθηκε στην αλήθεια της μαζικής δολοφονίας των Τουρκοκυπρίων. Μπορούσε να ταυτιστεί με τον πόνο του «εχθρού», γιατί ήταν μέρος του δικού του βιώματος. Με αυτή την ταύτιση μπόρεσε να πορευθεί στο δρόμο της συγχώρεσης. Την οικογένειά του δεν την αφάνισαν Τουρκοκύπριοι. Την αφάνισαν συγκεκριμένοι φασίστες.
Πόσο δύσκολο είναι τελικά να ειπωθούν ιστορικές αλήθειες;
Εύκολο δεν είναι, αλλά όχι ακατόρθωτο. Χρειάζονται χίλιες φωνές για να πουν μια ιστορία και πιστεύω πως ήρθε η ώρα να ξεκινήσουμε αυτόν το διάλογο μέσα στην κοινωνία. Τα τεκμήρια υπάρχουν, οι μάρτυρες ακόμα ζουν, τα γεγονότα βοούν όπως βοούν τα κόκαλα μέσα στους ομαδικούς τάφους. Ξέρω από πρώτο χέρι τις συνέπειες. Ούτε το κράτος θέλει αυτές τις αλήθειες να βγαίνουν στην επιφάνεια, αφού στόχος είναι να βάλουμε την Τουρκία στη γωνιά και όχι να λύσουμε το πρόβλημα, ούτε οι αίτιοι θέλουν να βγουν τα άπλυτά τους στη φόρα.
Προσωπικά, πολλές φορές δοκίμασαν να με εκφοβίσουν, με ύβρισαν και με απείλησαν ακόμη και δημόσια. Δεν θα μπορούσα να ζήσω ήσυχος με τη συνείδησή μου, αν κλείδωνα την αλήθεια μέσα μου για να περάσω. Μιλάμε συχνά για αντιστασιακούς αναφερόμενοι σε αυτούς που αντιστάθηκαν στο πραξικόπημα. Σήμερα η ανάγκη για αντιστασιακούς είναι ακόμη μεγαλύτερη. Αν δεν αντισταθούμε στη λήθη, τότε ηττηθήκαμε από μέσα. Ο εθνικισμός άφησε πίσω του χαλάσματα και εμείς έχουμε χρέος να τα ανορθώσουμε. Η επιλογή μεταξύ σιωπής και φωνής αφορά τις επόμενες γενιές και τι θα κληρονομήσουν ως Ιστορία.
