Οι προσφυγικοί δήμοι και κοινότητες παλεύουν να κρατηθούν…

Του
Μιχάλη Μιχαήλ

«Πώς να αγαπήσουν και να επιθυμήσουν έναν τόπο στον οποίο δεν έζησαν ποτέ;»

Αυτό το ερώτημα, διατυπωμένο από τον πρόεδρο του Κοινοτικού Συμβουλίου Γερολάκκου, Ιάκωβο Παρπέρη, εμπεριέχει όλη την αγωνία των προσφυγικών κοινοτήτων που βλέπουν ότι μέρα με τη μέρα η δράση τους φθίνει, αφού οι βιωματικοί πρόσφυγες έχουν λιγοστέψει σημαντικά, όπως επισημαίνει και ο πρόεδρος της Ένωσης Προσφυγικών Κοινοτήτων, Λευτέρης Αντωνίου. Ωστόσο, όπως αναφέρει ο πρόεδρος της Επιτροπής Κατεχόμενων Δήμων, Πέτρος Καρεκλάς, συνεχίζουν να δίνουν τον δικό τους αγώνα, διατηρώντας ακόμα τις ελπίδες για επίλυση του Κυπριακού.

Η «Χαραυγή» έθεσε την ερώτηση στους τρεις προαναφερόμενους πώς βλέπουν το μέλλον των οργανωμένων συνόλων των προσφύγων, το ότι συνεχώς μειώνονται οι βιωματικοί πρόσφυγες, ενώ οι νέες γενιές δεν νιώθουν να τις ενώνει κάτι με τις πατρογονικές τους εστίες. Σιγά-σιγά χάνεται ο πόθος της επιστροφής και κατ’ επέκταση της λύσης;

Δρ Πέτρος Μ. Καρεκλάς, πρόεδρος Επιτροπής Κατεχόμενων Δήμων  και δήμαρχος Κυθρέας

Έχετε δίκαιο πως ο πανδαμάτωρ χρόνος παγιώνει δυστυχώς συνήθως τετελεσμένα και αυτός είναι ένας υπαρκτός κίνδυνος για ό,τι έγινε στον τόπο μας το μαύρο καλοκαίρι του 1974, μετά το διπλό έγκλημα.

Τούτο είναι μόνιμη έγνοια και των κατεχόμενων δήμων και των κοινοτήτων. Γι’ αυτό προσπαθούμε ως κατεχόμενοι δήμοι (Κ.Δ.) να προβάλουμε με διαφόρους τρόπους αντίσταση στη διαβρωτική επίδραση που φέρνει ο χρόνος, εστιάζοντας την προσοχή μας κυρίως σε δράσεις που αγγίζουν τη νέα γενιά -απογόνους των εκτοπισμένων:

– Έχουμε δημιουργήσει τα Δημοτικά Συμβούλια Νεολαίας, εμπλέκοντας τους νέους στις δράσεις μας.

– Δημιουργήσαμε προγράμματα επισκέψεων νέων στα κατεχόμενα. Π.χ. ο Δήμος Κυθρέας, τον οποίο έχω την τιμή να δημαρχεύω από το 2012 πρωτοπόρησε με το Πρόγραμμα «Γνωρίζω-Αγαπώ- Διεκδικώ» και πήρε εκατοντάδες νέους για να γνωρίσουν τους τόπους των προγόνων τους. Πολλοί δήμοι και κοινότητες ακολούθησαν το παράδειγμά μας. Δυστυχώς, ο κορονοϊός έβαλε φρένο γι’ αρκετό καιρό σ’ αυτές τις δράσεις μας.

– Διοργανώνουμε συνεχώς διάφορες εκδηλώσεις, συνέδρια, αιμοδοσίες, κ.λπ. με τη συνεργασία νέων μας και σωματείων στα οποία αυτοί δραστηριοποιούνται.

– Εκδίδουμε βιβλία, περιοδικά κ.α. που στόχο έχουν τη μετάδοση βιωμάτων από την παλιά στη νέα γενιά. Π.χ. ο δήμος μου εξέδωσε πρόσφατα το εικονογραφημένο παιδικό βιβλίο «Ο παππούς μου είναι από… την Κυθρέα» (που ανακοινώθηκε πρόσφατα η βράβευσή του με κρατικό βραβείο), ακριβώς γι’ αυτόν το σκοπό!

Γενικά, είναι ένας πολύ δύσκολος αγώνας κατά της λήθης! Όμως δεν έχουμε δικαίωμα να μην τον δώσουμε και τον δίνουμε όλοι οι Κ.Δ. και κατεχόμενες κοινότητες, με περιορισμένους ανθρώπινους και υλικούς πόρους. Μόνον έτσι μπορούμε να ελπίζουμε πως δεν θα σβήσει η φλόγα του πόθου επιστροφής, τουλάχιστον σ’ ένα σημαντικό αριθμό προσφύγων. Τότε αυτοί μπορούν με την επιστροφή τους μετά τον τερματισμό της τουρκικής κατοχής, να αποτελέσουν τη μαγιά μιας ειρηνικής συμβίωσης των δύο κοινοτήτων σ’ ολόκληρο το νησί μας, μέσα σε συνθήκες ασφάλειας και αλληλοσεβασμού, όπως αρμόζει σε πολίτες μιας χώρας-μέλους της Ε.Ε. Προϊόντος του χρόνου μπορούμε να ξεπεράσουμε όλα τα εμπόδια και να διασφαλιστεί ένα ειρηνικό μέλλον για όλους σ’ όλη την επικράτεια της Κύπρου, χωρίς έξωθεν παρεμβάσεις. Αυτά φυσικά με την προϋπόθεση πως η Τουρκία θα σταματήσει τη μέχρι σήμερα απαράδεκτη και επεκτατική της πολιτική για την Κύπρο!

Ελευθέριος Αντωνίου, πρόεδρος του Κ.Σ. της κατεχόμενης κοινότητας Μάσσαρι και πρόεδρος του Δ.Σ. της Ένωσης Κατεχόμενων Κοινοτήτων Λευκωσίας

Όντως, δυστυχώς με το πέρασμα του ατέρμονου και φθοροποιού χρόνου, προφανώς οι μνήμες, οι θύμησες και ο πόθος για ελεύθερη επιστροφή στην πατρώα γη ολοένα και πιο πολύ φθίνουν.

 

Οι βιωματικοί εκτοπισμένοι-πρόσφυγες «φεύγουν» με αποτέλεσμα οι αγωνιώδεις φωνές και κραυγές τους για επιστροφή να σβήνουν σιγά-σιγά.

Η λήθη, το βόλεμα και ο «ωχαδερφισμός», με το πέρασμα του χρόνου τείνουν να κυριαρχήσουν. Η καθημερινότητα στην προσφυγιά έχει επιβληθεί δυστυχώς, καθώς τα περιθώρια αντίστασης και συνεχούς αναζήτησης της χαμένης πατρίδας φαίνονται απόμακρα. Η αφομοίωση με τον υπόλοιπο πληθυσμό της ελεύθερης Κύπρου, αναπόφευκτα επιβάλλεται σε όλες σχεδόν τις κοινωνικές δομές.

Η ταυτότητα και η οντότητα των προσφύγων επηρεάζεται, καθώς η κοινωνική συνοχή και ο κοινωνικός ιστός κάθε κατεχόμενης πόλης, κωμόπολης και κοινότητας διαταράσσεται συθέμελα, αφού βρίσκονται άναρχα διασκορπισμένοι παντού στην ελεύθερη Κύπρο και όχι μόνο.

Η διατήρηση της ιστορικής δομής και συνέχειας, τα ήθη και τα έθιμα των κατεχόμενων μερών μας, αναπόφευκτα ολοένα και σβήνουν με την πάροδο του χρόνου.

Είναι εδώ που καλείται επιτακτικά η Πολιτεία, αλλά κυρίως η Τοπική Αυτοδιοίκηση των κατεχόμενων δήμων και κοινοτήτων, τα προσφυγικά σωματεία, καθώς και άλλα οργανωμένα σύνολα των κατεχομένων και όχι μόνο, να επιτελέσουν το έργο και να αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί ως προς τη διατήρηση άσβηστης της φλόγας και του πόθου για ελεύθερη επιστροφή στη γενέθλια γη.

Θα πρέπει η σκυτάλη να δοθεί στη δεύτερη και τρίτη γενιά προσφύγων να συνεχίσουν με την ίδια θέρμη τον αγώνα για επανένωση και απελευθέρωση της πατρίδας μας. Κυρίως όμως να διατηρήσουν άσβεστο τον πόθο για επίλυση του κυπριακού προβλήματος και ελεύθερης επιστροφής, μέσα από τη διεξαγωγή αντικατοχικών εκδηλώσεων, παγκοινοτικών συνεστιάσεων, προσκυνηματικών επισκέψεων στην κατεχόμενή μας γη, εκθέσεις φωτογραφιών, καταγραφής των γενεαλογικών δέντρων, εκδόσεις βιβλίων για τον κατεχόμενό μας τόπο, τους προγόνους, τέλεσης εθνικοθρησκευτικών εορτών, μνημοσύνων των πολιούχων Αγίων, μνημόνευσης των πεσόντων και δεήσεων για ανεύρεση των αγνοουμένων μας κ.λπ.

Για να υπάρξει συνέχεια θα πρέπει να γίνεται συνεχής διαφώτιση από τους πρόσφυγες, αλλά κυρίως από τους απογόνους των γηγενών προσφύγων για ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης, εντός και εκτός Κύπρου, για το κυπριακό πρόβλημα και όλα τα προβλήματα που υπάρχουν στην προσφυγιά για σχεδόν μισό αιώνα. Να υπογράφονται διμερείς σχέσεις και αδελφοποιήσεις με διάφορες πόλεις και κοινότητες του εξωτερικού και ιδιαίτερα με την Ελλάδα.

Ιάκωβος Παρπέρης, πρόεδρος του Κ.Σ. του κατεχόμενου Γερόλακκου

Με το πέρασμα του χρόνου και τη μη επίτευξη λύσης στο κυπριακό πρόβλημα, σίγουρα δημιουργούνται νέες καταστάσεις, οι οποίες δεν είναι ενθαρρυντικές για το μέλλον της πατρίδας μας. Είναι πάρα πολλοί οι συγχωριανοί μας που προσφυγοποιήθηκαν ως νέοι οικογενειάρχες και έχουν ήδη γεράσει στην προσφυγιά, καθώς και πιο μεγάλοι στην ηλικία που έχουν πεθάνει, με τον καημό της απώλειας του τόπου όπου γεννήθηκαν και μεγάλωσαν. Ως Κοινοτικό Συμβούλιο και ως Πολιτιστικός Σύνδεσμος Εκτοπισθέντων Γερολάκκου εδώ και πολλά χρόνια οργανώνουμε εκδρομές, συνεστιάσεις και διάφορες άλλες εκδηλώσεις, με στόχο να έχουν την ευκαιρία οι συγχωριανοί μας να συναντώνται μεταξύ τους, να συνομιλούν, να θυμούνται περιστατικά από τις μεταξύ τους σχέσεις και, γενικότερα, να ξαναζούν, έστω και νοερά, τη ζωή τους στο χωριό που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν. Αυτές οι συναντήσεις διατηρούν τον πόθο της επιστροφής και είναι μεγάλη η χαρά, η συγκίνηση και η νοσταλγία που επικρατούν μεταξύ των συγχωριανών μας που συμμετέχουν σ’ αυτές. Με την πάροδο του χρόνου, όμως, παρατηρούμε μια συνεχή ελάττωση της συμμετοχής στις εκδηλώσεις μας. Οι συγχωριανοί μας που έφυγαν από την κοινότητά μας ως παιδιά με τους γονείς και τους παππούδες τους, μεγάλωσαν πια και έγιναν οικογενειάρχες σε ξένες περιοχές, οι δε μνήμες από τα λίγα χρόνια της ζωής τους στο χωριό άρχισαν σιγά-σιγά να ξεθωριάζουν, με άμεσο και φυσιολογικό αποτέλεσμα ο πόθος της επιστροφής να ελαττώνεται. Τα πράγματα, βέβαια, γίνονται πιο δύσκολα, αν σκεφτούμε το πώς νιώθουν τα παιδιά που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν μακριά από τα κατεχόμενα χωριά και τις πόλεις μας. Πώς να αγαπήσουν και να επιθυμήσουν έναν τόπο στον οποίο δεν έζησαν ποτέ. Έχοντας όλα αυτά υπόψη μας, η για τόσα πολλά χρόνια μη επίτευξη λύσης στο εθνικό μας πρόβλημα σίγουρα ελαττώνει την επιθυμία της επιστροφής στα κατεχόμενα εδάφη μας. Η λύση, όμως, είναι αναγκαία, όχι μόνο για την επιστροφή, αλλά για το μέλλον και την επιβίωση του λαού μας γενικότερα. Η συνεχής εκκρεμότητα αυξάνει τους ήδη υπάρχοντες κινδύνους για την ασφάλεια του τόπου μας. Γι’ αυτό, και όσο δύσκολο μπορεί να φαίνεται (και όντως αυτό συμβαίνει), πρέπει το συντομότερο να επιτευχθεί μια λύση που να είναι βιώσιμη και λειτουργική, χωρίς στρατό κατοχής και τουρκικές εγγυήσεις, για το καλό και την ευτυχία, τόσο των Ελλήνων, όσο και των Τούρκων κατοίκων της πατρίδας μας.

 

 

 

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy