Ωρα για τομές στο χώρο της δικαιοσύνης

«Οι δικαστές των κατώτερων δικαστηρίων, οι οποίοι προσβλέπουν σε διορισμό στο Ανώτατο Δικαστήριο, στην ουσία είναι εξαρτώμενοι της εκτελεστικής εξουσίας»

Του Νεόφυτου Νεοφύτου

Η «Χαραυγή» εξασφάλισε και αποκαλύπτει σήμερα πολλά από τα σημεία από την εμπεριστατωμένη μελέτη των 106 σελίδων, η οποία ετοιμάστηκε από ομάδα νομικών υπό την εποπτεία του πρώην δικαστικού και εγνωσμένου κύρους νομικού Γεώργιου Σταυρινάκη.

Ο κ. Σταυρινάκης μιλώντας στη «Χαραυγή» επισημαίνει ότι πρόκειται για μια συλλογική και σοβαρή δουλειά με συγκεκριμένες εισηγήσεις και προτάσεις, για τις οποίες θα ενημερωθεί η εκτελεστική εξουσία, με σκοπό να ετοιμαστούν νομοσχέδια και να κατατεθούν στη Βουλή, για να γίνουν οι αναγκαίες εκσυγχρονιστικές αλλαγές. Είναι, πρόσθεσε, μια επίκαιρη μελέτη, η οποία αν αξιοποιηθεί, είναι δυνατό να εισαχθούν νομοθετικές ρυθμίσεις, οι οποίες θα συμβάλλουν και στην πάταξη των σκανδάλων και της διαφθοράς. Ιδιαίτερη αναφορά στη μελέτη, καταλήγει ο κ. Σταυρινάκης, δίνεται στις αναγκαίες αλλαγές που πρέπει να επέλθουν και στο χώρο της δικαιοσύνης. Υπάρχει ανάγκη αλλαγών, ώστε να εξαλειφθούν οποιεσδήποτε προκαταλήψεις ή άλλες υπόνοιες υπάρχουν στο χώρο της δικαιοσύνης.

Η συγκεκριμένη μελέτη, αναφέρει τέλος ο κ. Σταυρινάκης, έχει δοθεί τόσο στον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης όσο και στο Ανώτατο Δικαστήριο, ενώ ενημερώθηκε και η Βουλή και εκείνο που απομένει είναι να υπάρξει συντονισμός και στη βάση των εισηγήσεων και άλλων απόψεων που θα κατατεθούν στο τραπέζι να ετοιμαστούν νομοσχέδια.

Διασφάλιση ανεξαρτησίας – αμεροληψίας

Είναι υποχρέωση της Πολιτείας να διασφαλίσει την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας. Ταυτόχρονα, υπάρχουν οι υποχρεώσεις του δικαστή, ο οποίος για να έχει τη δύναμη, ικανότητα και ιδιοσυγκρασία για να κρίνει την τύχη των συνανθρώπων του πρέπει να είναι ξεχωριστός άνθρωπος με κατάλληλη μόρφωση, ξεχωριστές αρετές και άμεμπτο ήθος. Τα καθήκοντα και ευθύνες του δικαστή δεν είναι μόνο αυτά που αναφέρονται στη σύμβαση, αλλά και πολλά άλλα που διατυπώνονται σε κώδικες δεοντολογίας, γραπτούς ή και άγραφους.

Με τις τροποποιήσεις του Συντάγματος, τα δυο Ανώτατα Δικαστικά Συμβούλια, το ένα για το Ανώτατο Δικαστήριο και το άλλο για το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, καταργήθηκαν και στη θέση τους δημιουργήθηκε νέο Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, απαρτιζόμενο από: Τον Γενικό Εισαγγελέα, τον πρόεδρο και τους δυο αρχαιότερους δικαστές του δικαστηρίου, τον αρχαιότερο πρόεδρο επαρχιακού δικαστηρίου και τους αρχαιότερους επαρχιακούς δικαστές και έναν δικηγόρο με δωδεκαετή πρακτική εξάσκηση του επαγγέλματος εκλεγόμενο από το Δικηγορικό Σύλλογο Κύπρου.

Το άρθρο του νόμου αυτού τροποποιήθηκε και «το Ανώτατο Δικαστήριο αποτελεί το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο».

Το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο εκτός από την αρμοδιότητά του να είναι το μοναδικό πειθαρχικό όργανο για τα μέλη του είναι και αποκλειστικά το πειθαρχικό όργανο για τις περιπτώσεις τερματισμού των υπηρεσιών ανώτατων ανεξάρτητων αξιωματούχων του κράτους -επιλήφθηκε την υπόθεση της παύσης του τέως Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, Ρίκκου Ερωτοκρίτου. Σε καμία περίπτωση δεν γίνεται αναφορά για αναθεώρηση των αποφάσεών του, ούτε και για την ακολουθούμενη διαδικασία.

Να συμπληρωθεί το κενό που αφήνει η κατάργηση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου

Ενα άλλο γεγονός το οποίο είναι μείζονος σημασίας είναι ότι με την κατάργηση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου καταργήθηκε και το Συμβούλιό του, που ήταν το αρμόδιο ανεξάρτητο όργανο για να χειρίζεται θέματα τερματισμού υπηρεσιών όλων των ανώτατων λειτουργών και ανεξάρτητων αξιωματούχων του κράτους, περιλαμβανομένων του Προέδρου και των μελών του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Με την κατάργηση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου δημιουργήθηκε κενό σχετικά με την εκδίκαση υποθέσεων εσχάτης προδοσίας και αδικήματα κατά της συνταγματικής τάξης του Συντάγματος που σύμφωνα με το άρθρο 156 εκδικάζονται από ειδικό δικαστήριο, προεδρευόμενο από τον πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά πρώτο βαθμό και από τον πρόεδρο του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου κατά δεύτερο βαθμό.

anotato dikastirio


Τερματισμός υπηρεσιών ανώτατων αξιωματούχων του κράτους

Πρόεδρος της Δημοκρατίας: Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο αποφασίζει επί θεμάτων που άπτονται της σωματικής ή διανοητικής ικανότητας του Προέδρου και για τις συνέπειες καταδίκης του για ατιμωτικής ή ηθικής αισχρότητας παραπτώματα.

Διοικητής Κεντρικής Τράπεζας: Διορίζεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ο τρόπος απόλυσής του είναι κάπως συγκεχυμένος για το λόγο ότι σύμφωνα με το Σύνταγμα ο διορισμός γίνεται είτε με διορισμό ως μέλος της Δημόσιας Υπηρεσίας είτε με συμβόλαιο και η απόλυση διαφέρει σε κάθε περίπτωση.

Γενικός Εισαγγελέας: Διορίζεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Απολύεται για τους ίδιους λόγους και με τον ίδιο τρόπο όπως οι δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Γενικός Ελεγκτής: Διορίζεται από τον Πρόεδρο. Απολύεται από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, το οποίο απολύει δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Πρόεδρος και Μέλη Δημόσιας Υπηρεσίας: Διορίζονται από τον Πρόεδρο. Απολύονται από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, το οποίο είναι αρμόδιο όργανο για τον έλεγχο των δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Γενικός Λογιστής: Διορίζεται από τον Πρόεδρο και ελέγχεται από την ΕΔΥ. Οι λόγοι και η διαδικασία είναι ίδιοι όπως και για τους δημοσίους υπαλλήλους που διορίζονται από την ΕΔΥ.

Στρατός και Αστυνομία: Οι αρχηγοί και υπαρχηγοί του Στρατού και της Αστυνομίας διορίζονται και παύονται από κοινού από τον Πρόεδρο και Αντιπρόεδρο της Δημοκρατίας.

Επίτροπος Διοικήσεως: Διορίζεται από τον Πρόεδρο. Απαλλάσσεται από αγωγές εναντίον του και απολύεται ή αποχωρεί από τη θέση του για τους ίδιους λόγους και τρόπους, όπως οι δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου.


Ασκηση δικαστικής εξουσίας από τα ίδια πρόσωπα

Η δικαστική εξουσία ασκείται και ελέγχεται αποκλειστικά από τα ίδια πρόσωπα, τόσο για τα παραπτώματα των ίδιων των δικαστών όσο και για τους εξωδικαστικούς ανώτερους λειτουργούς του κράτους. Ενα ερώτημα που εγείρεται είναι σχετικά με παραπτώματα από μέλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου που είναι και το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο. Σε τέτοια περίπτωση, ποιος καταγγέλλει, ποιος διερευνά και ποιος εκδικάζει, όταν δεν υπάρχει ολομέλεια του Σώματος, εφόσον ο καταγγελλόμενος δεν δύναται να παρακαθίσει, αλλά ούτε και ο δικαστής στον οποίο ανατέθηκε η διερεύνηση της υπόθεσης και η λήψη καταθέσεων; Σε τέτοια περίπτωση εγείρεται το ερώτημα κατά πόσο το Σώμα είναι ανεξάρτητο και συνιστούν νόμιμη απαρτία τα υπόλοιπα μέλη του Συμβουλίου χωρίς διορισμό προσωρινών συμπληρωματικών διορισμών.

Σημειώνεται, επίσης, το γεγονός ότι μόνο ένα πρόσωπο, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, προβαίνει σε διορισμό των μελών του Ανωτάτου Δικαστικού Σώματος, το οποίο έχει αρμοδιότητα να εξετάζει θέματα καταλληλότητας και παύσης του ίδιου του Προέδρου της Δημοκρατίας. Για το διορισμό των δικαστών, δεν υπάρχει συμβουλευτικό σώμα που να κάνει εισηγήσεις, δεν παρέχεται δικαίωμα έφεσης και όπως έχει η κατάσταση, οι δικαστές των κατώτερων δικαστηρίων, οι οποίοι προσβλέπουν σε διορισμό στο Ανώτατο Δικαστήριο, στην ουσία είναι εξαρτώμενοι της εκτελεστικής εξουσίας.

Ενα παρεμφερές αλλά πολύ σοβαρό ερώτημα είναι σχετικά με την απουσία διαδικασίας που ακολουθείται ή πρέπει να ακολουθείται στην απομάκρυνση δικαστού του Ανωτάτου Δικαστηρίου που είναι και μέλος του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου, το οποίο είναι και το Σώμα που αποφασίζει για την παύση ανεξάρτητων αξιωματούχων του κράτους.

Ιδρυση δικαστικής σχολής και ειδικό δικαστήριο

Στη μελέτη προτείνεται η ίδρυση δικαστικής σχολής – ακαδημίας ή οργάνωση περιοδικών ειδικών μαθημάτων για την επιμόρφωση των δικαστών, τόσο πριν όσο και μετά το διορισμό τους.

Ενα πρόβλημα που παρουσιάζεται και είναι άμεσα συνδεδεμένο με την ανεξαρτησία των δικαστηρίων σχετίζεται με την αρμοδιότητα του δικαστηρίου να εκδικάζει υποθέσεις, οι οποίες επηρεάζουν και τα συμφέροντα των δικαστών, όπου δόθηκαν ως παραδείγματα:

– Δικαστήριο προέβη στην εκδίκαση υπόθεσης ομάδας δικαστών με αίτημα την ακύρωση απόφασης για μείωση των απολαβών εναγόντων δικαστών, από την οποία απόφαση επηρεαζόταν το δικαστήριο που εκδίκασε την υπόθεση. Παραβιάστηκε η απόφαση ότι δεν επιτρέπεται σε κανένα να είναι δικαστής στην ίδια του την υπόθεση.

– Επαρχιακός δικαστής προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο για ακύρωση απόφασης του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου, τα μέλη του οποίου ήσαν οι δικαστές που κλήθηκαν με την προσφυγή να ακυρώσουν την ίδιά τους την απόφαση και αυτό κατά κατάφωρη παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.

– Δεν παρέχεται δικαίωμα έφεσης σε δικαστή να προσβάλλει την απόφαση του πειθαρχικού Συμβουλίου δικαστών. Αν ο επηρεαζόμενος δικαστής προχωρήσει με αγωγή και οδηγηθεί σε έφεση, θα βρεθεί και πάλι ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου που είναι το ίδιο όργανο που πήρε την πειθαρχική απόφαση.

Ταχεία εκδίκαση υποθέσεων

Στη μελέτη σημειώνεται με έμφαση ότι εάν η δικαιοσύνη δεν απονέμεται γρήγορα, η ποιότητά της είναι άνευ αξίας και αυτό από μόνο του είναι ικανό να καταστρέψει την εμπιστοσύνη του κοινού στο όλο σύστημα. Υποβάλλονται συγκεκριμένες εισηγήσεις που θα πρέπει να εφαρμοστούν όχι αποσπασματικά, αλλά ολοκληρωμένα για αντιμετώπιση της κατάστασης.


Σημείωση: Την ερχόμενη εβδομάδα, η «Χαραυγή» θα ασχοληθεί και με το δεύτερο μέρος της μελέτης, το οποίο επίσης έχει ενδιαφέρον, αφού αφορά τις ανεξάρτητες αρχές που ασκούν διακριτική ευχέρεια και καταγράφονται οι βασικές κατηγορίες διοικητικών οργάνων και ποιες αλλαγές θα πρέπει να γίνουν για να συμπληρωθούν κενά, τα οποία θα ενισχύσουν τη διαφάνεια και τη χρηστή διοίκηση, πατάσσοντας κακοδιαχείριση και διαφθορά.

 

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy