Πάρης Ερωτοκρίτου: Τα έργα του Σαίξπηρ διαπνέονται από μια τεράστια δύναμη ζωής

Συνέντευξη στον Αντώνη Γεωργίου

Μιλάμε με τον Πάρη Ερωτοκρίτου που αυτή την περίοδο σκηνοθετεί τον Άμλετ με την ομάδα του Fresh Target, ένα τόλμημα  για μια ανεξάρτητη ομάδα. «Ο Άμλετ είναι ένα έργο που αγαπώ βαθύτατα. Ξαφνιάστηκα όταν ανακάλυψα ότι δεν έχει παρουσιαστεί ποτέ από κυπριακό επαγγελματικό θίασο», μας αναφέρει και μας δηλώνει ότι «τα έργα του Σαίξπηρ διαπνέονται από μια τεράστια δύναμη ζωής κι όχι στείρας εγκεφαλικότητας».

Έχοντας σκηνοθετήσει αρκετά κλασικά έργα σε νέες αναγνώσεις ξεκαθαρίζει πως δεν προσπαθεί να είναι «ούτε ‘τολμηρός’ ούτε και ανορθόδοξος» στη δουλειά του, αλλά να παρουσιάσει «παραστάσεις ζωντανές, παραστάσεις που να μπορούν να μιλήσουν στον θεατή, να τον εμπλέξουν τόσο νοητικά όσο και αισθητηριακά». Όσο για το κυπριακό θεατρικό τοπίο είναι «καλύτερο σε σχέση με τα προηγούμενα δέκα με δεκαπέντε χρόνια όμως έχουμε πολύ δρόμο ακόμα. […] Το θέατρο δεν αφορά τους λίγους αλλά τους πολλούς. Αλλά και τον καθένα ξεχωριστά».

ΠΑΡΗΣ ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ

  • Τα έργα του Σαίξπηρ διαπνέονται από μια τεράστια δύναμη ζωής
  • Το θέατρο δεν αφορά τους λίγους, αλλά τους πολλούς. Αλλά και τον καθένα ξεχωριστά

Για ποιο λόγο πιστεύεις ότι ο Σαίξπηρ συνεχίζει να αφορά το θέατρο σε όλο τον κόσμο;

Ο ίδιος ο λόγος των κειμένων του Σαίξπηρ. Ένας λόγος ολοζώντανος, αλλά συνάμα ποιητικός. Ένας λόγος άρρηκτα, ιδιοφυώς θα έλεγα, συνδεδεμένος με τη θεατρική δράση. Τα έργα του Σαίξπηρ διαπνέονται από μια τεράστια δύναμη ζωής κι όχι στείρας εγκεφαλικότητας, θέτοντας ερωτήματα τα οποία είναι κοινά για οποιονδήποτε άνθρωπο όπου κι αν βρίσκεται.

Τι είναι αυτό που γοητεύει εσένα προσωπικά στα έργα του;

Όλα τα πιο πάνω και το γεγονός ότι κείμενα όπως ο Άμλετ συνεχίζουν να μας τρέφουν κατά τη διάρκεια ενός μεγάλου κύκλου προβών, αλλά και παραστάσεων. Το να δουλεύεις με τέτοια κείμενα αποτελεί μια συνεχή διαδικασία ανακάλυψης τόσο από πλευράς της ψυχολογικής σύνθεσης των χαρακτήρων όσο και από την πιο τεχνική πλευρά, αυτήν του λόγου. Σε έναν κόσμο όπου η αποσπασματικότητα αποτελεί τον κανόνα, όπου η λεκτική και γραπτή επικοινωνία κατακερματίζονται από την τυραννία της ψηφιακής επικοινωνίας, όπου οι εικόνες ή καλύτερα τα είδωλά τους έχουν ρίξει τη σκιά τους πάνω από τις λέξεις, ο λόγος του Σαίξπηρ αποτελεί μια όαση. Η διάρκεια μια σκέψης του Άμλετ, η οποία απλώνεται σε πέντε γραμμές κειμένου αποτελεί για εμένα, αλλά και για τους ηθοποιούς μια ανάσα δροσιάς και την ίδια στιγμή μια μεγάλη πρόκληση ούτως ώστε ο λόγος να αποκαλύψει αυτούσια τη δράση χωρίς κατακερματισμούς.

Πρόκειται για το πρώτο έργο του Σαίξπηρ που σκηνοθετείς;

Ναι και θα επιθυμούσα να σκηνοθετήσω κι άλλα στο μέλλον.

Ο Άμλετ είναι ένα έργο για το οποίο όλοι έχουν σχεδόν ακούσει, αλλά πιστεύω ελάχιστοι έχουν παρακολουθήσει. Γιατί επέλεξες αυτό το έργο;

Ο Άμλετ είναι ένα έργο που αγαπώ βαθύτατα. Ξαφνιάστηκα όταν ανακάλυψα ότι δεν έχει παρουσιαστεί ποτέ από κυπριακό επαγγελματικό θίασο.

Ποια είναι η δική σου πρόταση πάνω στο έργο και πώς αντικρίζεις τον Άμλετ;

Η παράσταση επικεντρώνεται στο ταξίδι του Άμλετ -ένα ταξίδι υπαρξιακής όσο και πολιτικής συνειδητοποίησης και τις επιπτώσεις του στον κόσμο που τον περιβάλλει. Ο Άμλετ αρχίζει να ‘βλέπει’ με διαφορετικά μάτια: ενώ στην αρχή του έργου αντιλαμβάνεται τον κόσμο και τη ζωή μέσα από τα μάτια ενός προνομιούχου γόνου, του οποίου το μέλλον και η πορεία έχουν ήδη προαποφασιστεί, στη συνέχεια, μέσα από έναν κυκεώνα οικογενειακών εξελίξεων, η οπτική του μεταβάλλεται τόσο ως ανθρώπου όσο και ως πολίτη.

Ο πρωταγωνιστής ενεργοποιημένος από αυτή την αλλαγή προσπαθεί να αφυπνίσει τους γύρω του, κάτι που τον φέρνει -αναπόφευκτα- αντιμέτωπο με το κατεστημένο και τις επικρατούσες αξίες. Οι επιπτώσεις των ενεργειών του ενδεχομένως να επιφέρουν μια νέα κατάσταση πραγμάτων χειρότερη από την προηγούμενη, όμως η προσπάθεια και ο αγώνας του αποδεικνύονται πιο σημαντικά από το οποιοδήποτε αποτέλεσμα. Στην εξέλιξη της ιστορίας, το προσωπικό ενεργοποιεί το συλλογικό και ο ιδιωτικός βίος επηρεάζει και -σ’ αυτή την περίπτωση- καθορίζει τον δημόσιο. Ο Άμλετ δείχνει να μάχεται ενάντια σ’ έναν καινούριο κόσμο, αλλά συνάμα και με τον παλιό του εαυτό.

Η πάλη αυτή οδηγεί τον ήρωα σε ένα δρόμο συνεχούς αμφισβήτησης και αναζήτησης. Για να προστατεύσει τον εαυτό του πρέπει ο ίδιος να κρύψει αυτό που του έχει αποκαλυφθεί πίσω από τη μάσκα της τρέλας. Η τρέλα αποτελεί το οχυρό και την ασπίδα του έναντι σε έναν κόσμο διεφθαρμένο, έναν κόσμο που μοιάζει με φυλακή και που εν τέλει αποκαλύπτει, αναπάντεχα, την παραδοξότητα και την επικινδυνότητά του.

Θεωρείς ότι στην εποχή μας είναι απαραίτητη αυτή η υπαρξιακή, αλλά κυρίως η πολιτική συνειδητοποίηση; Υπάρχει ακόμα κάτι σάπιο στο βασίλειο της Δανιμαρκίας;

Θα έλεγα πως είναι αναγκαία. Όμως μια τέτοια συνειδητοποίηση ξεκινά από την αγάπη την οποία εγώ εκλαμβάνω ως ανοιχτοσύνη, φροντίδα και ανεκτικότητα. Αν δεν αγαπάς το σπίτι σου, τη γειτονιά σου, την πόλη σου, τον εαυτό σου, δεν μπορείς να αγαπήσεις τη χώρα σου, τους ανθρώπους της, το περιβάλλον κ.ο.κ. Αδύνατον τότε να υπάρχει πολιτική συνειδητοποίηση. Άρα για εμένα η αγάπη μ’ αυτή την έννοια είναι εργαλείο πολιτικής. Κοίταξε όμως γύρω σου και θα δεις σε συλλογικό επίπεδο ότι δεν αγαπάμε. Δεν έχουμε μάθει. Δεν φροντίζουμε, δεν είμαστε ανοιχτοί, δεν ανεχόμαστε. Όπως λέει κι ο νεκροθάφτης στον Άμλετ όταν ο τελευταίος τον ρωτάει πόσο αντέχει ο άνθρωπος μέσα στη γη προτού σαπίσει: «Αν δεν ήταν σάπιος πριν πεθάνει, και τελευταία έχουμε πολλά χαλασμένα πτώματα που μόλις και βαστούν ωσότου να τα παραχώσουμε μέσα στη γή… κρατάνε ίσαμε οκτώ χρόνια». Η οποιαδήποτε Δανιμαρκία δεν είναι σάπια αν πρώτα οι άνθρωποί της δεν είναι.

Σε έναν κόσμο όπου η αποσπασματικότητα αποτελεί τον κανόνα, όπου η λεκτική και γραπτή επικοινωνία κατακερματίζονται από την τυραννία της ψηφιακής επικοινωνίας, όπου οι εικόνες ή καλύτερα τα είδωλά τους έχουν ρίξει τη σκιά τους πάνω από τις λέξεις, ο λόγος του Σαίξπηρ αποτελεί μια όαση.

Τι σε ωθεί προς στα κλασικά έργα, των οποίων μάς έχεις πλέον συνηθίσει σε νέες σκηνοθετικές αναγνώσεις τους, για κάποιους τολμηρές και ίσως «ανορθόδοξες»;

Δεν προσπαθώ να είμαι ούτε ‘τολμηρός’ ούτε και ανορθόδοξος στη δουλειά μου. Αυτό δεν αποτελεί το δικό μου σημείο εκκίνησης. Αυτό που προσπαθώ να κάνω -πάντα μαζί με τους δημιουργικούς συνεργάτες και τους ηθοποιούς της εκάστοτε παραγωγής- είναι να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις ούτως ώστε να παρουσιάζουμε παραστάσεις ζωντανές, παραστάσεις που να μπορούν να μιλήσουν στον θεατή, να τον εμπλέξουν τόσο νοητικά όσο και αισθητηριακά, να ενεργοποιήσουν τη φαντασία του καταστώντας τον ένα δυναμικό συμπαίκτη επί σκηνής. Όσον αφορά τα κλασικά έργα το στοίχημα είναι να τα αντιμετωπίζεις ως ζωντανά κείμενα -όπως άλλωστε είναι- κι όχι σαν μουσειακά εκθέματα καλοφωτισμένα πίσω από γυάλινες βιτρίνες.

Θεωρείς ότι είναι πάντοτε απαραίτητο τα κλασικά έργα να διασκευάζονται ή να προσαρμόζονται για το σήμερα;

Το θέατρο δεν μπορεί να υπάρξει ή να μην επηρεαστεί από το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο, το οποίο το περιβάλλει την εκάστοτε χρονική στιγμή. Δεν ξεκινούμε με διάθεση προσαρμογής του οποιουδήποτε έργου σε οτιδήποτε. Δεν υπάρχουν προειλημμένες αποφάσεις στην ομάδα μας -όλα ξεκινούν μέσα από τη δημιουργική διαδικασία με τους ηθοποιούς. Μέλημά μας κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας ανταλλαγής είναι το πώς να εξυπηρετήσουμε την ουσία του έργου όπως την αντιλαμβανόμαστε ή την ανακαλύπτουμε την εκάστοτε χρονική στιγμή τόσο σε αισθητικό όσο και σε επίπεδο υποκριτικής.

Πού δίνεις τη μεγαλύτερη σημασία στη διαδικασία της σκηνοθεσίας;

Οι ηθοποιοί είναι το άλφα και το ωμέγα μιας παραγωγής. Τα υπόλοιπα στοιχεία είναι μεν σημαντικά, αλλά χωρίς τους ηθοποιούς καταντούν στολίδια των οποίων η λάμψη χάνεται στα πρώτα πέντε λεπτά μιας παράστασης. Αντιθέτως εάν οι ηθοποιοί είναι ζωντανοί, ανοικτοί και παρόντες, τότε μπορούν να κάνουν ένα απλό σκηνικό εξαιρετικό, ένα υπέροχο κουστούμι μαγικό.

Πώς επιλέγεις τους ηθοποιούς για τις παραστάσεις σου; Συγκεκριμένα για τον Άμλετ, τι έψαχνες και τι βρήκες στον Γιάννη Καραούλη;

Το πρώτο και πιο σημαντικό κριτήριο είναι να μπορούμε να επικοινωνήσουμε πρώτα ως άνθρωποι και μετά ως επαγγελματίες του θεάτρου. Όλα τα υπόλοιπα έρχονται μετά από αυτό. Ο Γιάννης, όπως και ο κάθε ηθοποιός αυτής της παράστασης, είναι ένας ανοικτός και προσγειωμένος άνθρωπος, με όρεξη, εργατικότητα και σκηνική εκρηκτικότητα και δεν διαπνέεται από την αίσθηση ότι δικαιούται οτιδήποτε. Σε κάθε παράσταση όλοι ξεκινάμε από την αρχή, δεν έχει σημασία τι έχουμε κάνει στο παρελθόν, τίποτα δεν μας δίνεται έτσι. Κι αυτό είναι απελευθερωτικό.

Ποια είναι τα επόμενα σχέδια της Fresh Target;

Το επόμενο έργο που έχουμε προγραμματίσει είναι η θεατρική απόδοση του διηγήματος του Εμμανουήλ Ροΐδη ‘Ψυχολογία Συριανού Συζύγου’. Για μετά υπάρχουν κάποιες σκέψεις για κάποια έργα τόσο στην Κύπρο όσο και αλλού.

Πώς κρίνεις το θεατρικό τοπίο στην Κύπρο και τι θεωρείς ότι χρειάζεται να γίνει για την περαιτέρω ανάπτυξή του;

Καλύτερο σε σχέση με τα προηγούμενα δέκα με δεκαπέντε χρόνια όμως έχουμε πολύ δρόμο ακόμα. Θεωρώ ότι πρέπει να ασχοληθούμε πιο σοβαρά και επισταμένα σε αυτό που λέγεται θεατρική εκπαίδευση και την εμπλοκή διαφόρων κοινοτήτων στο θεατρικό γίγνεσθαι. Αν μου επιτρέπεται μια μικρή παράφραση -το θέατρο δεν αφορά τους λίγους, αλλά τους πολλούς. Αλλά και τον καθένα ξεχωριστά.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy