Σημεία Κοινού/Ορίζοντας
Ποιητικό δοκίμιο για τον Νίκο Καρούζο: σχόλια πάνω στην ποιητική συλλογή του Μιχάλη Παπαδόπουλου Ερημίτης όμβριος (Οξύτονα για τον Καρούζο)
Με την έβδομη καλαίσθητα εκδοτική ποιητική του κατάθεση που τιτλοφορείται ευφυώς Ερημίτης όμβριος (Οξύτονα για τον Καρούζο), ο Μιχάλης Παπαδόπουλος με κυρίαρχα μέχρι σήμερα θεματικά διακριτικά της ποίησής του τη διακειμενικότητα και την αυτοαναφορικότητα, εισάγει αισθητικά δικαιωμένα, αλλά κυρίως ποιητικά και μορφολογικά καινοτόμα τη μορφή του ποιητικού δοκιμίου, γεγονός που μας αναγκάζει να δούμε το σύνολο της ποίησής του ως έργο εν προόδω. Πιο συγκεκριμένα, ο ποιητής εστιάζει στον ποιητή Νίκο Καρούζο, που αγάπησε και θαύμασε βαθιά, συνομιλώντας δημιουργικά πρωτίστως με το έργο του, αλλά και φωτίζοντας ταυτόχρονα στοιχεία του βίου του. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ο Παπαδόπουλος οικειώνεται μαστορικά τη φωνή του ποιητή που επιλέγει να συνομιλήσει, χωρίς να χάνει, ωστόσο, από την άλλη, τη δική του προσωπική φωνή, η οποία συνυπάρχει αδιαλείπτως μαζί με τη φωνή του προπάτορα ποιητή-καλλιτέχνη, αναδεικνύοντας την «ακτημοσύνη των λέξεων» ως βασικό συστατικό της δικής του ποιητικής, αλλά και της ποίησης εν γένει.
[…] Πέραν τούτων, η ανά χείρας συλλογή εντάσσεται στην εναγώνια ποιητική προσπάθεια του Μιχάλη να αναζητεί συνεχώς οχυρώσεις και αναχώματα για την ανάσχεση της επικείμενης φθοράς, της λήθης και του διαμελισμού. Το πεδίο της μάχης μετατοπίζεται συνεχώς σε τρεις ομόκεντρους κύκλους: την ύπαρξη, τον χρόνο και τη γλώσσα. Κυριότερη και βαθύτερη εκ των τριών και σε αυτή τη συλλογή (που όχι τυχαία αφιερώνεται στον λεξίφλεκτο Καρούζο) είναι η βασανιστική αίσθηση της γλώσσας, καθότι και οι δυο ποιητές την αντιλαμβάνονται ως επίκεντρη όχι μόνο του χρόνου και της γραφής, αλλά και της ίδιας της ύπαρξης, προσδίδοντας φιλοσοφική διάσταση στην έννοια του βάθους και της αντιφατικότητας του φαινομένου. Γι’ αυτό στην ύψιστη βαθμίδα η ποίηση του Παπαδόπουλου έχει κάτι από την αφαίρεση ή την πύκνωση της μουσικής και της φιλοσοφίας, που αμφότερες τις ενστερνίστηκε και ακολούθως τις θεματοποίησε θαυμαστά ο Καρούζος, ως χοροπηδήματα προς το άυλο.
Εστιάζοντας περισσότερο στον διάλογο του Παπαδόπουλου με τον κατεξοχήν ποιητικό του πρόγονο, παρατηρούμε αρχικά ότι, όπως και στον Καρούζο, η μυθική σκηνοθεσία του συνθετικού αυτού ποιήματος-δοκιμίου έχει τέτοια μορφή ώστε να περικλείει μέσα στον χώρο και τον χρόνο της το δρων πρόσωπο (ενδοκειμενικό ποιητή ή ποιητικό υποκείμενο) ως συστατικό στοιχείο της πλοκής, εν προκειμένω τον ίδιο τον Νίκο Καρούζο και πιο πίσω τον Μιχάλη Παπαδόπουλο. Κι όπως στην ποίηση του Καρούζου, έτσι και στην παρούσα συλλογή, αλλά και γενικότερα στην ποίηση του Παπαδόπουλου, η οργάνωση του ποιητικού μύθου επικεντρώνεται κυρίως αποκαλυπτικά στη μοναχική και καταδιωγμένη από την κοινωνία ύπαρξη του προικισμένου ήρωα-ποιητή, ενώ τοποθετεί παράλληλα στο κέντρο μια μάσκα κλόουν ενός υπερευαίσθητου εγώ. Και πάνω σε αυτήν τη μάσκα διακρίνουμε αχνά ένα διακριτικό μειδίαμα εναρμονισμένο με την όλη παράσταση που δίνεται πάνω στην ποιητική σκηνή, ενώ πίσω από το παραπέτασμα συνειδητοποιούμε πως πρόκειται τελικά για ένα αντεστραμμένο υπαρξιακό και γλωσσικό δράμα.
[…] Συνοψίζοντας, στην ανά χείρας ποιητική σύνθεση-ποιητικό δοκίμιο, παρατηρούμε την εξέλιξη μιας ποιητικής που δεν παρεκκλίνει από τον πρωταρχικό της πυρήνα όσον αφορά τόσο την εκλογή των θεμάτων και το βιωματικό απόθεμα όσο και την τεχνική τους διάπλαση και την υφολογική τους αποτύπωση, αλλά εξακτινώνεται μόνιμα από την ίδια μήτρα, το ίδιο μυθοποιητικό κέντρο. Με άλλα λόγια, στις σελίδες του ανά χείρας βιβλίου εξελίσσεται ένα αισθητικά δικαιωμένο παιχνίδι αγαπητικής ετερότητας με διπλή κατεύθυνση: τη συνάντηση με τον Άλλο, τον πατέρα ποιητή, αλλά και την ανάδυση του εν δυνάμει αυθεντικού ποιητικού εγώ που βροντοφωνάζει μέσα στον ίδιο. Αυτήν τη σιωπηλή και στριμωγμένη φωνή επιχειρεί να αγγίξει ο Παπαδόπουλος, ώστε ο αναγνώστης να γίνει συμμέτοχος σε μια ιδεατή ποιητική συλλογικότητα, να γίνει μέλος μιας μυστικής αναγνωστικής αδελφότητας, μιας διαχρονικής κοινοκτημοσύνης. Και με αυτό τον τρόπο ο Μιχάλης Παπαδόπουλος μας παραδίδει ένα εξαίρετο και πρωτότυπο βιβλίο το οποίο σηματοδοτεί τον συγχρονισμό της ποιητικής του ωρίμανσης με τα κύρια θεματικά και μορφολογικά χαρακτηριστικά της γραφής του. Πρωτίστως, όμως, παραμένει, όπως και ο Καρούζος, ερημίτης και όμβριος, όρθιος ποιητής ανάμεσα στο κάλλος και στην ελλειπτικότητα του νοήματος.
[…]
Μακάριος αυτός
που τον επήρε αμελαγχόλητο
κορμί γυναίκας
και της έδωσε την ψυχή του να παίζει
μην έχει έγνοια του πια
την κακία του κόσμου
Μακάριος αυτός που μπόρεσε
επαναστάτης στο σώμα ενός αγίου
να φιλιώσει σάρκα και φως
προκαλώντας δυο φορές το αδύνατο
Μακάριος αυτός που μόνος μπορεί
να σωθεί και να σώσει
παρότι ναυαγός από ένστιχτο
Μακάριος αυτός
που με ψυχή πιο άδεια
από τον ουρανό
καρποφορεί όπως δέντρο
Μακάριος αυτός
που σαν πρέπει να σηκωθεί να μιλήσει
βαράει τη γλώσσα
και μαλώνει με τ’ Άπιαστο
Μακάριος σε δίεση προσευχής
στ’ Ανάπλι ο Νίκος
ερημίτης όμβριος
Παναγιώτης Νικολαΐδης
Απόσπασμα από κριτική που δημοσιεύτηκε αρχικά στο www.culturebook.gr (15 Μαρτίου 2023)
