Πολίτες θα μπορούν να καταγγέλλουν βουλευτές για πράξεις, παραλείψεις και ανάρμοστες συμπεριφορές

•Καινοτομίες για ενίσχυση της διαφάνειας περιλαμβάνει ο «Κώδικας Δεοντολογίας» που ετοιμάζει η Βουλή

• Name and shame: Οι κυρώσεις θα ανακοινώνονται και θα αναρτώνται στην επίσημη ιστοσελίδα της Βουλής για το υπόλοιπο της βουλευτικής περιόδου

•Απαγόρευση αποδοχής δώρων και υποχρέωση αποκάλυψης σύγκρουσης συμφερόντων

Του Κωνσταντίνου Ζαχαρίου

Καινοτομίες για ενίσχυση της διαφάνειας περιλαμβάνει ο «Κώδικας Δεοντολογίας» που ετοιμάζει η Βουλή.

Ο Κώδικας, ο οποίος αναμένεται να συζητηθεί την ερχόμενη Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου στην Επιτροπή Θεσμών, με στόχο τη λήψη τελικών αποφάσεων, προνοεί τη σύσταση Επιτροπής Δεοντολογίας, στην οποία, μάλιστα, θα μπορούν να υποβάλλουν καταγγελίες και οι πολίτες για πράξεις, παραλείψεις και ανάρμοστες συμπεριφορές βουλευτών. Προνοείται επίσης η εφαρμογή της αρχής του «name and shame» («κατονομάζω και ντροπιάζω»), αφού καθορίζεται ότι στις περιπτώσεις στις οποίες θα επιβάλλονται κυρώσεις από την Επιτροπή, αυτές θα ανακοινώνονται στην Ολομέλεια της Βουλής, ενώ παράλληλα θα αναρτώνται στην επίσημη ιστοσελίδα της Βουλής για το υπόλοιπο της βουλευτικής περιόδου.

Ο Κώδικας χωρίζεται σε πέντε μεγάλα κεφάλαια.

Στο πρώτο κεφάλαιο, στο οποίο καθορίζονται οι γενικές πρόνοιες, διευκρινίζεται ότι ο Κώδικας αφορά τόσο την εκτέλεση των καθηκόντων των βουλευτών όσο και την εν γένει παρουσία τους στην κοινωνία. Διευκρινίζεται επίσης ότι ως «συνδεδεμένα πρόσωπα» με τον βουλευτή θεωρούνται ο/η σύζυγος, τα τέκνα του, οι στενοί του συνεργάτες, αλλά και νομικά πρόσωπα με τα οποία έχει ιδιάζουσα σχέση ή άλλο στενό δεσμό.

Στο δεύτερο κεφάλαιο, στο οποίο καθορίζονται οι αρχές και οι κανόνες δεοντολογίας και διαφάνεια, επισημαίνεται, μεταξύ άλλων, ότι «ο βουλευτής, κατά την άσκηση των καθηκόντων του απέχει από συμπεριφορά που υποκινεί στη βία ή στο μίσος, ή που ενέχει απειλητικό, υβριστικό, σεξιστικό, ρατσιστικό ή προσβλητικό χαρακτήρα, καθώς και από αναφορές ή δηλώσεις που υποκρύπτουν μισαλλοδοξία ή προσπάθεια μείωσης της προσωπικότητας ή της αξιοπρέπειας οποιουδήποτε προσώπου, ομάδας προσώπων ή μέλους ομάδας προσώπων προσδιοριζομένων βάσει της φυλής, του χρώματος, της θρησκείας, των γενεαλογικών καταβολών, της εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής και/ή αυτοπροσδιοριζομένων βάσει των χαρακτηριστικών του σεξουαλικού προσανατολισμού ή της ταυτότητας φύλου». Επισημαίνεται επίσης ότι «ο βουλευτής, επ’ ουδενί υποβάλλει προς δημόσιους λειτουργούς οποιοδήποτε αίτημα προς διευθέτηση και/ή προς ικανοποίηση καθαρά προσωπικών του ζητημάτων ή ζητημάτων αφορώντων σε συνδεδεμένο πρόσωπο, επικαλούμενος ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο προβάλλοντας τη βουλευτική του ιδιότητα προς άσκηση επιρροής για τη διευθέτηση θέματος ή την επίσπευση οποιωνδήποτε διαδικασιών προς εξυπηρέτηση προσωπικού ή ιδιωτικού συμφέροντος». Ακόμη, επισημαίνεται ότι «ο βουλευτής δεν χρησιμοποιεί πληροφορίες ή έγγραφα εμπιστευτικής φύσεως, τα οποία περιέρχονται σε γνώση ή στην κατοχή του στο πλαίσιο άσκησης των καθηκόντων του προς εξυπηρέτηση προσωπικού ή ιδιωτικού συμφέροντος ή/και τρίτου προσώπου».

Στο τρίτο κεφάλαιο, το οποίο αφορά τα δώρα και τις χαριστικές παροχές, επισημαίνεται ότι «ο βουλευτής κατά την άσκηση των καθηκόντων του δεν λαμβάνει και δεν αποδέχεται οποιοδήποτε δώρο ή άλλη χαριστική παροχή, εκτός από καθαρά φιλοφρονητικής σημασίας ή/και ήσσονος αξίας αντικείμενα αναμνηστικής φύσης, τα οποία προσφέρονται στο πλαίσιο της εθιμοτυπικής πρακτικής, είτε εντός είτε εκτός Δημοκρατίας, στο πλαίσιο επίσημων επισκέψεων, συναντήσεων ή κοινοβουλευτικών αποστολών κατά τη συνήθη εθιμοτυπική πρακτική, νοουμένου ότι η αξία εκάστου τέτοιου δώρου δεν υπερβαίνει τα 150 ευρώ». Καθορίζεται μάλιστα ότι σε περίπτωση που το δώρο είναι αξίας πέραν των 50 ευρώ, ο βουλευτής είναι υποχρεωμένος να υποβάλει γραπτή δήλωση στην Επιτροπή Δεοντολογίας, η οποία θα καταχωρίζεται σε ειδικό μητρώο. Επισημαίνεται επίσης ότι σε περίπτωση που το δώρο είναι πέραν των 150 ευρώ και «παρά τις πρόνοιες του παρόντος Κεφαλαίου κρίθηκε ότι έπρεπε να γίνει αποδεκτό, ο βουλευτής άμα τη λήψει αυτού υποβάλλει, αμελλητί, στην Επιτροπή Δεοντολογίας γραπτή αιτιολογημένη αναφορά για τους λόγους και τις περιστάσεις υπό τις οποίες το δώρο κρίθηκε ότι θα έπρεπε να γίνει αποδεκτό». Ακόμη, καθορίζεται ότι «η Επιτροπή Δεοντολογίας, κατά τη λήξη εκάστης Συνόδου δημοσιοποιεί δι’ αναρτήσεως στην επίσημη ιστοσελίδα της Βουλής κατάλογο όλων των προσφερθέντων κατά την αντίστοιχη Σύνοδο προς ένα έκαστον βουλευτή δώρων, με συγκεκριμένη αναφορά στο είδος, στην πηγή, στην αξία όπως και στον λόγο και/ή στην αφορμή προσφοράς εκάστου». Επιπρόσθετα, καθορίζεται ότι «ο βουλευτής, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, δεν αποδέχεται οποιαδήποτε πρόσκληση για συμμετοχή σε επίσκεψη στην αλλοδαπή, χρηματοδοτούμενη εν όλω ή εν μέρει απ’ οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ομάδα πίεσης, ομάδα ιδιωτικών συμφερόντων, ΜΚΟ, άλλο οργανωμένο σύνολο ή λομπίστα». Δηλαδή θα απαγορεύονται ταξίδια όπως αυτά που έκανε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης στις Σεϊχέλλες με τα ιδιωτικά τζετ του Σαουδάραβα φίλου του, ο οποίος λίγους μήνες προηγουμένως πήρε «χρυσά» διαβατήρια για τον ίδιο και όλο του το σόι.

Στο τέταρτο κεφάλαιο, το οποίο αφορά την υποχρέωση αποκάλυψης σύγκρουσης συμφερόντων, επισημαίνεται ότι «ο βουλευτής κατά την άσκηση των καθηκόντων του υπόκειται σε υποχρέωση αποκάλυψης ει δυνατόν εκ προοιμίου κάθε υπαρκτής ή εν δυνάμει σύγκρουσης συμφερόντων, η οποία προκαλείται συνεπεία της συνδρομής ή του ενδεχομένου συνδρομής oρισμένης ιδιότητας ή δεδομένων ή/και της επέλευσης συγκεκριμένων γεγονότων που σχετίζονται, άμεσα, με προσωπικό ή ιδιωτικό συμφέρον». Καθορίζεται μάλιστα ότι «η Επιτροπή Δεοντολογίας προβαίνει, αμελλητί, σε δημοσιοποίηση κάθε υποβληθείσας δήλωσης σύγκρουσης συμφερόντων δι’ αναρτήσεως αυτής στην επίσημη ιστοσελίδα της Βουλής, η οποία παραμένει αναρτημένη μέχρι τη λήξη της οικείας βουλευτικής περιόδου».

Το πέμπτο κεφάλαιο, το οποίο αφορά τη διερεύνηση καταγγελιών, περιλαμβάνει ίσως τις περισσότερες καινοτομίες. Μεταξύ άλλων προνοείται η σύσταση Επιτροπής Δεοντολογίας, στην οποία θα μπορούν να προσφεύγουν για καταγγελίες τόσο βουλευτές όσο και πολίτες. Προνοούνται μάλιστα συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα για εξέταση των καταγγελιών (σ.σ.: συνολικά 45 ημέρες). Καθορίζεται επίσης ότι «κάθε καταγγελία, ευθύς ως υποβληθεί στην Επιτροπή Δεοντολογίας καταχωρίζεται, αμελλητί, σε ειδικό μητρώο καλούμενο “Ειδικό Μητρώο Καταγγελιών”».

 

Κυρώσεις

 

Σύμφωνα με τον Κώδικα, σε περίπτωση που η Επιτροπή Δεοντολογίας αποφανθεί ότι ο επηρεαζόμενος βουλευτής ενήργησε αντιδεοντολογικά, ανάλογα με τη φύση της παράβασης, τη βαρύτητα και την τυχόν επανάληψή της, δύναται να επιβάλει μία των ακολούθων κυρώσεων:

• Προφορική επίπληξη.

• Γραπτή επίπληξη.

• Μομφή για παρατηρηθείσα αντιδεοντολογική και/ή ανάρμοστη συμπεριφορά εν γένει και/ή σε συγκεκριμένη περίπτωση.

• Κλήση του βουλευτή προς δημόσια απολογία από του βήματος της Ολομέλειας του Σώματος.

• Κλήση του βουλευτή προς έγγραφη απολογία, η οποία αναγιγνώσκεται από του βήματος της Βουλής και επανόρθωση έναντι του προσβληθέντων, κατά τον υποδειχθέντα, ανάλογα με την περίπτωση, τρόπο.

Όπως αναφέρεται, «τεκμηριωθείσα καταγγελία για την οποία η Επιτροπή Δεοντολογίας επιβάλλει οποιαδήποτε από τις προβλεπόμενες κυρώσεις, ανακοινώνεται από τον Πρόεδρο της Βουλής στην Ολομέλεια του σώματος προ ημερησίας διατάξεως». Αναφέρεται επίσης ότι «το πόρισμα της Επιτροπής Δεοντολογίας, ως προς τεκμηριωθείσα, σύμφωνα με τα πιο πάνω, καταγγελία με αναφορά στην επιβληθείσα ποινή, δημοσιοποιούνται δι’ αναρτήσεως στην επίσημη ιστοσελίδα της Βουλής των Αντιπροσώπων για το υπόλοιπο της βουλευτικής περιόδου».

 

 

 

 

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy