Πονοκέφαλοι διαρκείας στις Βρυξέλλες

Καμιά πολιτική απόφαση δεν επαληθεύεται με αποτελέσματα

Του ανταποκριτή μας στις Βρυξέλλες, Γιάννη Αντύπα

Δεν έχουν τέλος οι «πονοκέφαλοι» που αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Ενωση και οι αξιωματούχοι της, με τα νέα μέτωπα που δημιουργούνται σχεδόν καθημερινά, δυσκολεύοντας έτσι τη λήψη αποφάσεων και την εξεύρεση λύσεων για τα μεγάλα προβλήματα και περιορίζοντας την Ενωση στη διαχείριση με ορίζοντα… εβδομάδας!

Αυτή την περίοδο, η ΕΕ καλείται να διαχειριστεί το ζήτημα του προσφυγικού, την υπογραφή της συμφωνίας ελευθέρου εμπορίου ΕΕ – Καναδά CETA, τις εκλογικές διαμάχες του 2017 στη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ολλανδία, το δημοψήφισμα μεταρρύθμισης του ιταλικού συντάγματος και τις διαπραγματεύσεις του Brexit, αφήνοντας λίγο χώρο για μακρόπνοα σχέδια και απαιτώντας σημαντικές ικανότητες στον αυτοσχεδιασμό. Το ελληνικό ζήτημα έχει καταλαγιάσει, αλλά και αυτό δεν έχει επιλυθεί με μακρόπνοη προοπτική.

Ενώ λοιπόν η Ευρώπη απειλείται από τη μετατόπιση της γεωπολιτικής σημασίας της στην Ανατολή με τη μεταβολή της Ρωσικής Ομοσπονδίας σε ενεργό παίκτη διεθνών διαστάσεων, την οικονομική γιγάντωση της Κίνας και τον γηράσκοντα πληθυσμό της ηπείρου, η Ευρωπαϊκή Ενωση κινείται σε ρυθμούς… Αστερίξ! Το μικρό ομοσπονδιακό κρατίδιο της Βαλλονίας πρόβαλε σθεναρότατη αντίσταση, για πάνω από μια εβδομάδα, σε Ευρώπη και Βόρεια Αμερική, τορπιλίζοντας τη σύναψη της συμφωνίας ελευθέρου εμπορίου CETA με τον Καναδά και κάνοντας την Ευρώπη να παραμιλά.

Τα δηκτικά σχόλια του Καναδά

Campaign promoting planned anti-TTIP and Ceta demonstrations

Για μια εβδομάδα στις Βρυξέλλες επικράτησε γενικευμένη απογοήτευση, μετά την αποτυχία να επιτευχθεί η απαραίτητη ομοφωνία για την υπογραφή της «ιστορικής» εμπορικής συμφωνίας ΕΕ – Καναδά στη Σύνοδο Κορυφής στις 20 και 21 Οκτωβρίου.

Η κυβέρνηση της Βαλλονίας ζητούσε (αλλά αγνοούνταν!) περισσότερες εξηγήσεις για τα φλέγοντα θέματα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία παρά τις αιτιάσεις της μικρής ομοσπονδίας δεν απάντησε ποτέ, ίσως και από αλαζονεία. Παράλληλα, ήταν ευρέως γνωστό πως η συμφωνία είχε αρκετά αρνητικά σημεία, τα οποία απειλούν να πλήξουν το ευρωπαϊκό οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο.

Ετσι, η διαπραγμάτευση εξελίχθηκε σε ένα θρίλερ μετά την αρνητική στάση του Κοινοβουλίου της γαλλόφωνης περιφέρειας της Βαλλονίας, που δεν επέτρεπε στον Βέλγο Πρωθυπουργό να υπογράψει τη συμφωνία. Σε πρώτο πλάνο βρέθηκε ο τοπικός Πρωθυπουργός Πολ Μανιέτ ως απευθείας συνομιλητής με την Καναδή Υπουργό Εμπορίου, Κρίστια Φρίλαντ.

Χαρακτηριστικό είναι μάλιστα πως το ίδιο απόγευμα, η κα Φρίλαντ έφυγε από τη βελγική πόλη Ναμύρ για την Οτάβα, δηλώνοντας εμφανώς συγκινημένη ότι «χάθηκε μια ευκαιρία», καθώς οι συνομιλίες απέτυχαν. «Είναι προφανές ότι η ΕΕ δεν είναι σε θέση να συνάψει εμπορική συμφωνία, ακόμη και με τον Καναδά», ήταν το δηκτικό σχόλιό της. H υπόθεση CETA κόντεψε να λάβει διαστάσεις εθνικού διχασμού, με την έντονη αντίδραση της Φλάνδρας, της ολλανδόφωνης κοινότητας να τάσσεται ξεκάθαρα υπέρ της συμφωνίας, με την ολλανδόφωνη εφημερίδα De Standaard να κάνει λόγο για «εντεινόμενο εκνευρισμό και μεγάλη αμηχανία» στα κλιμάκια της ομοσπονδιακής κυβέρνησης λόγω της στάσης των Βαλλόνων, αλλά και της αδυναμίας να γίνει αντιληπτό «τι ακριβώς επιθυμούν και πού το πάνε».

Η αποτυχία υπερψήφισης θα ήταν ένα τεράστιο πλήγμα στην ΕΕ, καθώς θα ήγειρε μεγάλα ερωτηματικά κατά πόσον η Ενωση είναι ικανή να συνάψει οποιαδήποτε συμφωνία εμπορίου, όπως για παράδειγμα με τη Μεγάλη Βρετανία. Μάλιστα ο ίδιος ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, προειδοποίησε πως αν αποτύχει η CETA τότε… «οποιαδήποτε συμφωνία με τη Μεγάλη Βρετανία θα είναι αδύνατη».

Η εύρεση συμβιβασμού, κυριολεκτικά στο τελευταίο λεπτό, δεν βοήθησε ιδιαίτερα την κατάσταση. Πέρα από τις αρνητικές συνέπειες της συμφωνίας, η ΕΕ φάνηκε στα μάτια των υπόλοιπων κρατών ως ανίκανη να βρει μια εσωτερική κοινή γραμμή σε ζητήματα σημασίας και συνεπώς αποτελεί λιγότερο αξιόπιστο συνεργάτη.

Ο «πονοκέφαλος» CETA δεν μπορούσε να είχε έρθει σε χειρότερη ώρα για την ΕΕ, καθώς οι κρισιμότατες εκλογές σε Γερμανία, Γαλλία και Ολλανδία πλησιάζουν και το αποτέλεσμά τους ενδεχομένως να αποδειχθεί καθοριστικό για το μέλλον της Ενωσης.

Οι καθοριστικές εκλογές

Pegida demonstration in Dresden

Οι επόμενοι μήνες θα αποφασίσουν το μέλλον της Ευρώπης. Οι εκλογές σε Γερμανία και Γαλλία θα κρίνουν τους δύο (πλέον) μεγάλους κρίκους του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, οι οποίοι κλυδωνίζονται επικίνδυνα στο εσωτερικό τους από την άνοδο των ακροδεξιών τάσεων. Στη μεν Γαλλία η Μαρίν Λεπέν του Εθνικού Μετώπου φαίνεται προορισμένη να φτάσει στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, ενώ στη Γερμανία το ξενόφοβο μέτωπο «Εναλλακτική για τη Γερμανία» σημειώνει μια τεράστια άνοδο στις δημοσκοπήσεις και συνεχείς επιτυχίες στις ομοσπονδιακές εκλογές.

Πέραν των αυτονόητων αρνητικών συνεπειών μιας σημαντικής εκλογικής ανόδου της ακροδεξιάς στις μεγάλες οικονομίες της Ευρώπης (ακόμη και νίκης στη περίπτωση της Γαλλίας), οι ηγεσίες των «ατμομηχανών» της Ευρώπης βρίσκονται όμηροι των εκλογικών τους διαδρομών. Αυτό σημαίνει πως τα χέρια των αρχηγών Γαλλίας και Γερμανίας είναι «δεμένα» ως προς τη λήψη γενναίων και περιεκτικών λύσεων στα προβλήματα της Ενωσης, κυρίως ελέω των εσωτερικών λαϊκίστικων δυνάμεων.

Αλλά και στην Ολλανδία τα πράγματα δεν είναι εύκολα. Ας μην παραβλέπουμε πως η κυβέρνηση του Μαρκ Ρούττε δεν έχει ακόμη καταφέρει να πείσει την Ανω Βουλή, να αποδεχτεί τη συμφωνία σύνδεσης Ουκρανίας-ΕΕ, καθώς το ολλανδικό κοινό (που απέρριψε τη συμφωνία με δημοψήφισμα τον περασμένο Απρίλιο) είναι οργισμένο από την κατάρριψη του αεροσκάφους MH-17, με θύματα αθώους πολίτες, στην πλειοψηφία τους ολλανδικής υπηκοότητας.

Ετσι, πλέον, μιλάμε για πλήρη ακινησία και δυστοκία στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και σε επίπεδο κρατών-μελών, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τα ημίμετρα για τη διαχείριση του προσφυγικού. Η φοβική απόφαση για «ευέλικτη αλληλεγγύη» (θεέ μου τι οξύμωρο!) αντανακλά την ισχύ που πλέον έχουν ομάδες κρατών όπως αυτή των ανατολικο-ευρωπαϊκών, που αντιστέκονται στα σχέδια υποχρεωτικής κατανομής προσφύγων στην ΕΕ, προτείνοντας εναλλακτικούς τρόπους συμβολής στην αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης.


Και η Ιταλία στο παιχνίδι

EU summit after British referendum to leave bloc

Η Ιταλία βλέπει ένα σημαντικότατο τεστ μπροστά της. Το δημοψήφισμα μεταρρύθμισης του Συντάγματος χαρακτηρίζεται ως ισάξιας σημασίας με το δημοψήφισμα για την έξοδο της Μεγάλης Βρετανίας από την ΕΕ.

Ο Πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι έχει συνδέσει την παραμονή του στην εξουσία με το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και συνεπώς μια υπερίσχυση του «όχι» θα οδηγήσει στην παραίτησή του επιφέροντας εκτεταμένη πολιτική αβεβαιότητα στην Ιταλία. Αυτό, πολύ απλά, σημαίνει πως μαζί με την πολιτική νευρικότητα που προκαλούν οι επερχόμενες εκλογικές δοκιμασίες σε μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, είναι πολύ πιθανό η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης να μείνει… ακέφαλη!

Προσδίδοντας στην ήδη εκρηκτική κατάσταση λίγο… μυστήριο, ο Ματέο Ρέντσι προειδοποίησε πως δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει μέχρι και το βέτο που διαθέτει στον προϋπολογισμό της ΕΕ για το 2017 αν δεν «δει» περισσότερη αλληλεγγύη από τους Ευρωπαίους στο θέμα της διαχείρισης του προσφυγικού. «Δίνουμε 20 δις ευρώ στην Ευρώπη και παίρνουμε πίσω 12. Αν η Ουγγαρία, η Τσεχία και η Σλοβακία θέλουν να μας κάνουν κήρυγμα για τους μετανάστες, τότε επιτρέψτε στην Ιταλία να πει πως το σύστημα αυτό δεν λειτουργεί πλέον», δήλωσε με έμφαση στην ιταλική τηλεόραση.

Συμπληρώνοντας, χωρίς περιστροφές, πως «είναι πανέτοιμος να χρησιμοποιήσει το βέτο που διαθέτει για τον προϋπολογισμό», ο Ματέο Ρέντσι αφενός προσπαθεί να ασκήσει πίεση έναντι της ανάλγητης στάσης των ανατολικών στο προσφυγικό και αφετέρου να δώσει την εικόνα ενός ισχυρού ηγέτη, ο οποίος δεν πρέπει να φύγει σε περίπτωση ενός ανεπιθύμητου αποτελέσματος από το δημοψήφισμα, εξαιτίας κραδασμών της ΕΕ που επηρεάζουν το δικό του εκλογικό σώμα.

Εν κατακλείδι, η Ευρώπη της πολιτικής ομάδας Γιούνκερ διέρχεται από συμπληγάδες, με επαναλαμβανόμενες και πολυδιάστατες κρίσεις. Οι αποφάσεις στερούνται γενναιότητας και οραματισμού. Περιορίζονται σε επικοινωνιακά πυροτεχνήματα, χωρίς απτά αποτελέσματα. Η παραδοσιακή προσέγγιση «business as usual» ή οι λύσεις από την «κορυφή για την κορυφή» δεν πείθουν τους πολίτες για τις «καλές προθέσεις» των ηγητόρων.

Και το χειρότερο είναι πως η δυσαρέσκεια δεν εκτονώνεται πια με απεργίες και διαδηλώσεις, παρά με αδιόρατη από τους δημοσκόπους θυμωμένη ψήφο, που ανατρέπει ξαφνικά την ομαλότητα των σχεδίων επί χάρτου. Αυτό άρχισαν να το αναγνωρίζουν στις Βρυξέλλες και έτσι οι Ευρωκράτες δέχτηκαν να σώσουν την τιμή των Προέδρων, καταρρακώνοντας την υπόληψή τους, με το να συνδιαλλαγούν απευθείας με έναν μικρού βεληνεκούς τοπικό κυβερνήτη, προκειμένου να βγάλουν από το βάλτο την ευρω-καναδική συμφωνία.

Συνεπώς, ήρθε η ώρα κάτι να αλλάξει στην Ευρώπη, και τελευταία ευκαιρία για τους σημερινούς ηγήτορες θα είναι η επετειακή συνάντηση για τα 60 χρόνια της ενωμένης Ευρώπης, που θα γίνει στη Ρώμη, τον ερχόμενο Μάρτιο. Εκεί θα ταχθεί… έκαστος εφ’ ω ετάχθη. Μέχρι τότε… χαρές (συνεδριακές) και πανηγύρια (ακροδεξιά).

 

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy