Πώς φτάσαμε στο ψήφισμα της Βουλής για την Ένωση το 1967 (Μέρος 7ο)

Η χούντα απειλεί όσους εναντιώνονται στη διπλή ένωση

Αμέσως μετά την πραξικοπηματική κατάλη­ψη της εξουσίας από τη χούντα των Αθηνών, ξεκίνησε μια συγκροτημένη υπόσκαψη της Κυπριακής Δημοκρατίας και του Προέδρου Μακαρίου.

Παράλληλα, τα μέσα ενημέρωσης της χού­ντας ξεκίνησαν πόλεμο κατά των αντιχουντι­κών δυνάμεων στην Κύπρο αποκαλώντας τες ως ανθελληνικές και κηρύσσοντάς τες εχθρούς του έθνους.

Λίγο αργότερα η χούντα ανακαλεί πίσω στην Ελλάδα τη μεραρχία και μαζί με αυτήν καλεί πίσω στην Αθήνα και τον Γρίβα.

 

Η χούντα δηλώνει την πρόθεσή της για επανέναρξη του ελληνοτουρκικού διαλόγου για τη λύση του Κυπριακού. Η χούντα μιλούσε για Ένωση, αλλά στην ουσία εννοούσε ένω­ση με παραχώρηση κυπριακού εδάφους στην Τουρκία. Έτσι στις 15 Ιουνίου οι Υπουργοί Εξω­τερικών του ΝΑΤΟ ανακοινώνουν από το Λου­ξεμβούργο την ελπίδα τους για επανέναρξη του διαλόγου, ο οποίος θα αποδώσει γρήγορα αποτελέσματα1.

Αντιδράσεις στην Κύπρο και οι απειλές της χούντας

Οι εξαγγελίες και οι κινήσεις της χούντας προκάλεσαν αντιδράσεις στην Κύπρο, οι οποίες εκφράστηκαν κυρίως μέσω των εφημερίδων αλλά και με δηλώσεις πολιτικών.

Την πολιτική έκφραση του Μακαρίου εξέ­φραζε τότε ο πρόεδρος της Βουλής, Γλ. Κληρί­δης, ο οποίος προέβαινε σε δηλώσεις οι οποίες δεν άρεσαν στη χουντική κυβέρνηση της Αθή­νας.

Μιλώντας στα Σπήλια στις 8 Ιουνίου 1967, αναφέρθηκε στην προσπάθεια επανεκκίνησης του ελληνοτουρκικού διαλόγου εκφράζοντας την αντίθεσή του. «Ουδέποτε θα συγκατανεύ­σωμεν εις τας αξιώσεις της Τουρκίας διά την παραχώρησιν κυπριακού εδάφους προς αυτήν, ανεξαρτήτως του εάν το ζητούμενον υπό της Τουρκίας κυπριακόν έδαφος ονομάζεται Καρ­πασία ή κυρίαρχος βρετανική βάσις Δεκελεί­ας2.

Λίγες ώρες αργότερα, η χούντα, αντιλαμβα­νόμενη ότι οι Ε/κύπριοι δεν θα αποδέχονταν τη γραμμή της, άρχισε να εκτοξεύει απειλές συ­νοδευόμενες με φρασεολογία που παρέπεμπαν στην Ένωση και κατηγορούσε όσους ήταν αντί­θετοι στα ανταλλάγματα ως ανθέλληνες και ότι θα υποστούν σκληρές συνέπειες.

Στις 14 Ιουνίου το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφω­νίας της Ελλάδας αναφερόμενο στον κυπριακό Τύπο έκανε λόγο για «απρεπή δημοσιεύματα διά των οποίων συκοφαντείται η Ελλάς, κα­τηγορείται η Εθνική Κυβέρνησις και θίγεται ο ελληνικός στρατός, ο οποίος αποτελεί το καύ­χημα του Έθνους».

Προειδοποιούσε μάλιστα ότι «η Ελλάς συ­μπαρίσταται πάντοτε στοργικώς εις τον αγώνα των αδελφών μας και δεν πρόκειται βεβαίως να αναθεωρήση την πολιτικήν της επειδή ωρισμένοι Κύπριοι αναπτύσοουν αντεθνικήν δράσιν, αλλά εγκαίρως προειδοποιούνται ότι αι πράξεις των δεν θα λησμονηθούν όταν έλθη η μεγάλη ώρα της πραγματοποιήσεως των πα­νελλήνιων πόθεων»3.

Την ίδια ώρα η χούντα άρχισε τη διάβρωση της Ε.Φ. με τη στελέχωσή της με υποστηρικτές της, καθώς και την προσέγγιση ενωτικών και γριβικών στοιχείων με στόχο να κτίσει ένα μέ­τωπο υποστήριξης στην Κύπρο.

Ο Κωνσταντίνος Κόλλιας, ο ανώτατος δικαστικός λειτουργός και εισαγγελέας του Αρείου Πάγου που παρίστανε τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας μετά το πραξικόπημα της χούντας, στα δεξιά του βασιλιά Κωνσταντίνου.

Η εκκαθάριση του πεδίου…

Με την ενθάρρυνση του ΝΑΤΟ για επανέ­ναρξη του διαλόγου Ελλάδας – Τουρκίας για διχοτομική λύση του Κυπριακού, ξεκίνησαν οι φήμες για επικείμενο πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου.

Την ίδια ώρα σε Κύπρο και Ελλάδα ανταλ­λάσσονταν πύρινα άρθρα και σχόλια.

Την 1η Ιουλίου όλες οι (λογοκριμένες) αθη­ναϊκές εφημερίδες δημοσίευαν ένα πανομοιό­τυπο κείμενο.

Το κείμενο ξεκινούσε με τα εξής: «Όταν αρ­χίζουν εθνικοί αγώνες αποφασιστικής σημα­σίας, αι πρώται προσπάθειαι στρέφονται προς την εκκαθάρισιν του εσωτερικού μετώπου. Δεν είναι δυνατόν να υπάρξη ισχυρά παράταξις αγωνιστών, εάν προηγουμένως δεν απαλλα­γή από κάθε μορφής αντιδραστικά, αρνητικά ή φθοροποιά στοιχεία. Εις την περίπτωσιν της Κύπρου τα ανθενωτικά αυτά στοιχεία δεν είναι μόνον οι κομμουνισταί και οι συνοδοιπόροι. Είναι οι ψευδοενωτικοί, οι υποκριταί, οι καιρο­σκόποι και οι συμφεροντολόγοι…»4

Αρχιεπίσκοπος Μακάριος και Γεώργιος Παπαδόπουλος. Η αντιπάθεια μεταξύ των δύο ήταν δύσκολο να αποκρυβεί, παρά τις δημόσιες προσπάθειες για απόδειξη του αντιθέτου.

Ποιοι ήταν όλοι αυτοί;

«Είναι όσοι δεν πιστεύουν εις την ιερότητα του αγώνος, είναι και οι απαισιόδοξοι οίτινες δεν θεωρούν την Ένωσιν δυνατήν και πραγμα­τοποιήσιμον. Τέλος, υπάρχει και μία κατηγορία, δήθεν ενωτικών, περιλαμβάνουσα όσους προ­βάλλουν τόσο ανεδαφικούς όρους και αποτρε­πτικάς προϋποθέσεις, ώστε η Ένωσις να καθί­σταται προβληματική»5.

Στο κείμενο χαρακτηρίζονταν όλοι αυτοί ως λιποτάκτες του αγώνας και κατηγορούνταν ότι με την πολιτική τους οδηγούσαν στον ενταφια­σμό της Ένωσης. Γινόταν μια γενικόλογη ανα­φορά ότι αυτοί είναι πρόσωπα που κατέχουν δημόσια αξιώματα στην Κύπρο και επηρεάζουν την ηγεσία του κυπριακού λαού.

«Πρέπει, συνεπώς, εις τας παραμονάς απο­φασιστικών εξελίξεων, τα πρόσωπα αυτά να απομονωθούν και να εξαναγκασθούν όπως εγκαταλείψουν τα υπεύθυνα αξιώματά των και την ανεύθυνον πολεμικήν των (…) και να αφήσουν εις τας εθνικάς επάλξεις όσους έχουν πίστιν εις τον αγώνα, εμπιστοσύνην εις την Ελ­ληνικήν Κυβέρνησιν και την Κυπριακήν ηγε­σίαν και συγχρόνως πνεύμα ρεαλιστικόν, απα­ραίτητον δια την εξεύρεσιν οριστικής λύσεως, η οποία να είναι και εθνικώς συμφέρουσα και γενικώς αποδεκτή. Τότε η Ένωσις της Κύπρου θα καταστή πραγματικότητης και θα εξασφαλι­σθεή μία τεραστίαεθνική επιτυχία, η οποία θα σημάνη την τελικήν ολοκλήρωσιν της Ελληνι­κής ενότητος, και την δικαίωσιν των πανελλή­νιων πόθων και θυσιών».

Ένας από τους λόγους που ο Μακάριος αντιπαθούσε τη χούντα ήταν και η εκδίωξη του βασιλιά Κωνσταντίνου από το θρόνο. Ο Μακάριος ήταν γνωστός για τα φιλοβασιλικά του αισθήματα

Φήμες για πραξικόπημα

Δεν είναι καθόλου τυχαίο, με όσα ακολού­θησαν μέχρι το 1974, το ότι από τις πρώτες βδομάδες της αναρρίχησης της χούντας στην εξουσία ξεκίνησαν να κυκλοφορούν φήμες για επικείμενο πραξικόπημα στην Κύπρο.

Οι φήμες ανησύχησαν την κυπριακή κυβέρ­νηση, η οποία συγκάλεσε Υπουργικό Συμβού­λιο στις 3 Ιουλίου 1967, το οποίο προσπάθησε να εμφανίσει ομοφωνία μεταξύ Αθηνών και Λευκωσίας.

Στην ανακοίνωση που εκδόθηκε αναφερό­ταν μεταξύ άλλων ότι κάποιοι ανεύθυνοι πα­ράγοντες, «οι οποίοι παρεισέφρησαν εις τας σχέσεις Αθηνών – Λευκωσίας, προσεπάθησαν να διαταράξουν αυτάς, αναγνωρίζεται τώρα πλήρως η ύπαρξις καλών διαθέσεων, τόσον εκ μέρους της παρούσης Ελληνικής Κυβερνήσε­ως όσον και της Κυπριακής, και διαπιστούται δημιουργία ατμοσφαίρας αμοιβαίας εμπιστο­σύνης».

Συνεχίζοντας, το κείμενο ανέφερε ότι πα­ρεξηγήσεις δημιούργησαν την εντύπωση ότι υπάρχει στην Ελλάδα σχέδιο λύσης το οποίο δεν είναι αποδεκτό από την κυπριακή κυβέρ­νηση και ότι η ελληνική κυβέρνηση ήταν πρό­θυμη να παραχωρήσει κυπριακό έδαφος στην Τουρκία με αντάλλαγμα την Ένωση.

Ταυτόχρονα, όμως, στην ανακοίνωση ανα­φερόταν ότι η ελληνική στρατιωτική ηγεσία πριν από το χουντικό πραξικόπημα ήταν αντί­θετη με την παραχώρηση εδάφους της Κύπρου στην Τουρκία, «διότι αναγνωρίζετο ότι μία τοιαύτη παραχώρησις θα αποτέλει τουρκικόν προγεφύρωμα εις την Κύπρον, το οποίον θα απέβαινε ουχί μόνον εναντίον της Κύπρου αλλά και ολοκλήρου του ελληνισμού»6.

Προσπάθεια αποφόρτισης της ατμόσφαιρας

Είναι φανερό ότι η ανακοίνωση του Υπουρ­γικού Συμβουλίου επιβεβαίωνε τρία πράγμα­τα: Πρώτο, ότι όντως υπήρχε πρόβλημα στις σχέσεις Αθηνών και Λευκωσίας, δεύτερο, ότι όντως στην Αθήνα υπήρχε πλάνο για λύση του Κυπριακού στη βάση εδαφικών ανταλλαγμά­των προς την Τουρκία και τρίτο, ότι η κυπρι­ακή κυβέρνηση προσπαθούσε να αποφορτίσει το κλίμα.

Στην πραγματικότητα όμως εξακολουθούσε να υπάρχει η δυσπιστία και η καχυποψία μετα­ξύ των δύο κυβερνήσεων, η οποία εξελίχθηκε στη συνέχεια.

Από την άλλη ο Μακάριος προέβη σε κά­ποιες δηλώσεις υπέρ της Ένωσης χωρίς να αναφέρεται σε εδαφικά ανταλλάγματα. Κι αυτό είχε ως αποτέλεσμα να εκτιμηθεί ως θετικό βήμα από πλευράς της χούντας.

Την ίδια ώρα όμως η χούντα είχε τις επιφυ­λάξεις της, αφού, όπως μετέφερε στις 3 Αυγού­στου στον Κύπριο πρέσβη Νίκο Κρανιδιώτη ο Πρωθυπουργός της χούντας, Κωνσταντίνος Κόλιας, δεν ήταν ικανοποιημένη από τη στάση του Μακαρίου απέναντι στην κυβέρνηση της χούντας και η πλειοψηφία των κυπριακών εφημερίδων ήταν εναντίον της. Του είπε επί­σης ότι ο Μακάριος επηρεάζεται από ανεξαρ­τησιακούς και προδότες.

Μέσα σε αυτό το κλίμα, δηλ. υπό το καθε­στώς του κινδύνου της διχοτόμησης με εδα­φικά ανταλλάγματα προς την Τουρκία, με τις απειλές εναντίον όσων είχαν αντίθετη άποψη με τις απόψεις της χούντας, πραγματοποιήθη­κε η ιστορική εκείνη συνεδρίαση της Βουλής των Αντιπροσώπων, μετά το τέλος της οποίας εκδόθηκε το ψήφισμα υπέρ της Ένωσης.

1 Βλ. Άριστου Κάτση, «Η πολιτική της ένωσης 1923-1974», σελ. 181.

2 Άπαντα Μακαρίου Γ’, τομ. Γ’, σελ. 375. Όπως ανα­φέραμε στα προηγούμενα σημειώματα, τις αξιώσεις αυ­τές, για παραχώρηση κυπριακού εδάφους στην Τουρκία, τις πρόβαλλε το σχέδιο Άτσεσον, ενώ τις υποστήριζε και ο Γρίβας.

3 Σπ. Παπαγεωργίου, «Τα κρίσιμα ντοκουμέντα του Κυπριακού», τομ. 3, σελ. 328. Βλ. επίσης Άρ. Κάτση, «Από την ανεξαρτησία στην τουρκική εισβολή», σελ. 107.

4 Νίκου Κρανιδιώτη, «Ανοχύρωτη Πολιτεία», τομ. Α’, σελ. 433.

5 Στο ίδιο.

6 Ν. Κρανιδιώτη, σελ. 436, 437.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy