Πώς είναι να είσαι αιτητής ασύλου στην Κύπρο;

Από το Κόνγκο και το Καμερούν στην Κύπρο. Δύο γυναίκες, δύο συγκλονιστικές ιστορίες

Πώς είναι να είσαι αιτητής ασύλου στην Κύπρο; Πώς ζουν αυτοί οι άνθρωποι; Ερωτήματα που απαντώνται μέσα από τις ίδιες τις ιστορίες αυτών των ανθρώπων. Μέσα από βιώματα τα οποία έζησαν και κουβαλούν ακόμη στην ψυχή τους. Ανθρώπινες ιστορίες που πιο πολύ μοιάζουν με σενάριο ταινίας. Δεν είναι όμως. Είναι η σκληρή αλήθεια, αποτελούν την πραγματικότητα πολλών ανάμεσά μας. Είναι η κοινωνική πρόνοια που λαμβάνουν από το κράτος επαρκής για να τους εξασφαλίσει μια αξιοπρεπή διαβίωση όσον αφορά την υγεία και την επιβίωση αυτών των ατόμων και των οικογενειών τους; Ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι και τι ονειρεύονται για το μέλλον; Δύο γυναίκες.

Δύο ιστορίες που ξεδιπλώνονται μέσα από την ιστοσελίδα της Ύπατης Αρμοστείας για τους πρόσφυγες στην Κύπρο. Η Celine και η Λάουρα. Αιτήτριες ασύλου στη χώρα μας…

Παρέα με τ’ όνειρο για ένα καλύτερο αύριο…

Η Celine, 33 χρονών, κατάγεται από το Κόνγκο και είναι μητέρα τριών παιδιών. Απόφοιτη γυμνασίου και μοδίστρα αναγκάστηκε πριν από 8 χρόνια να εγκαταλείψει την πατρίδα της, τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κόνγκο, μια χώρα που η σύγχρονη ιστορία της σημαδεύτηκε από ένα μακροχρόνιο εμφύλιο πόλεμο και η επικράτηση στη συνέχεια της πολιτικής αστάθειας και σωρείας παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ζει σήμερα στη Λευκωσία με τον δίχρονο γιο της μαζί με δύο άλλες μητέρες και τα παιδιά τους. Τα άλλα δύο της παιδιά, ηλικίας μέχρι 10 χρονών, βρίσκονται στην επιμέλεια στενών συγγενικών της προσώπων στο Κόνγκο, αφού η ίδια δεν είναι σε θέση να τα στηρίξει. Η Celine έκανε αίτηση ασύλου το 2009 και έκτοτε περιμένει την απόφαση στην αίτηση ασύλου της. Εξαρτάται πλήρως από το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας για να επιβιώσει, ενώ η παρατεταμένη διαδικασία ασύλου παρατείνει και την ανησυχία της για ένα αβέβαιο μέλλον, όπου τίποτα δεν μπορεί να προγραμματίσει, ούτε για την ίδια ούτε για τα παιδιά της. «Αν τουλάχιστον είχα μια ραπτομηχανή και να είχα το δικαίωμα να εργαστώ, θα ήμουν τόσο χαρούμενη» λέει. «Θα ήθελα να ζω και με τα τρία μου παιδιά, να εργάζομαι και να υποστηρίζω την οικογένειά μου». Ο δίχρονος γιος της γεννήθηκε πρόωρα και χρειάστηκε ειδική φροντίδα για πολλούς μήνες μετά τη γέννησή του. «Έχει ακόμα ευαίσθητους πνεύμονες και δεν μπορούμε να βγαίνουμε έξω όταν έχει κρύο. Πρέπει να είμαι πολύ προσεκτική» λέει η Celine. Ενώ μια ραπτομηχανή θα μπορούσε να την κρατά απασχολημένη, αναλώνει το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου της στο σπίτι και στην αδράνεια. Τα κουπόνια δεν φτάνουν. «Δεν μπορώ να αγοράσω τα βασικά πράγματα που χρειάζομαι για το γιο μου. Από τα 95 ευρώ που λαμβάνω σε μετρητά κάθε μήνα, τα 80 ευρώ συμπληρώνουν το ενοίκιο και τους λογαριασμούς, καθώς το επίδομα ενοικίου των 100 ευρώ δεν αρκεί. Στο τέλος δεν απομένει τίποτα. Ακόμη και με το παιδικό συμπλήρωμα (25 ευρώ) δεν μπορώ να καλύψω τις ανάγκες του παιδιού μου και στηριζόμαστε σε δωρεές από φιλανθρωπικούς οργανισμούς που δεν είναι πάντα διαθέσιμες», αναφέρει χαρακτηριστικά η Celine. Η εύθραυστη κατάσταση υγείας του γιου της απαιτεί να επισκέπτεται τακτικά τον γιατρό, αλλά αυτό δεν είναι πάντοτε δυνατό, καθώς πρέπει να πληρώνει 3-6 ευρώ σε κάθε επίσκεψη, ποσό που συνήθως δεν μπορεί να καλύψει. Η μετακίνηση αποτελεί μια επιπλέον πρόκληση με τα πόδια ν’αποτελούν το μόνο προσιτό μεταφορικό μέσο για τη Celine και τον γιο της, καθώς τα λεφτά δεν αρκούν ούτε για εισιτήριο του λεωφορείου. Για τη Celine το να επισκεφτεί το επαρχιακό γραφείο κοινωνικής πρόνοιας για να ρωτήσει αν είναι έτοιμα τα κουπόνια της, για παράδειγμα όταν υπάρχουν καθυστερήσεις, σημαίνει περπάτημα με τον γιο της από το κέντρο της πόλης όπου διαμένει στο Καϊμακλί και πίσω. Η παρατεταμένη αγωνία από τα πολλά χρόνια αναμονής κι αβεβαιότητας έπληξαν την υγεία της νεαρής μητέρας που υποφέρει από υψηλή πίεση και παλεύει την κατάθλιψη. Μοναδική παρηγοριά για τη Celine η παρέα με τις συγκάτοικές της και βεβαίως τα όνειρά της. «Ονειρεύομαι το γιο μου να μεγαλώνει και να γίνει γιατρός μια μέρα», λέει η Celine. Γιατρός με ειδίκευση για πρόωρα βρέφη…

«Φοβάμαι και δεν μπορώ να κοιμηθώ τα βράδια»

Μια νεαρή γυναίκα από το Καμερούν. Λάουρα την «βαπτίσαμε» για ευνόητους λόγους. Έφυγε από την πατρίδα της για ν’ αποφύγει εξαναγκαστικό γάμο. Φόβος και ανασφάλεια. Συνθήκες διαβίωσης απαράδεκτες για να ζει άνθρωπος. Η Λάουρα, 20 χρονών σήμερα, σπούδαζε μηχανικός στη γενέτειρά της, το Καμερούν. Είχε μια έφεση στις επιστήμες από το γυμνάσιο, απ’ όπου αποφοίτησε με πολύ καλoύς βαθμούς. Ονειρεύεται να συνεχίσει τις σπουδές της κι ενδιαφέρεται ν’ ασχοληθεί με την παραγωγή βιολογικών προϊόντων με φυτικές πρώτες ύλες, όπως το ελαιόλαδο και το φοινικέλαιο. «Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί οι αιτούντες άσυλο αντιμετωπίζονται ως κατώτερα όντα», διερωτάται. Είναι αποφασισμένη να αξιοποιήσει δημιουργικά το χρόνο της, ενώ εκκρεμεί η εξέταση της αίτησής της για άσυλο που υπέβαλε αρχές του χρόνου όταν έφθασε στην Κύπρο. «Αισθάνομαι ελεύθερη αλλά και φυλακισμένη ταυτόχρονα», εκμυστηρεύεται η Λάουρα, η οποία παρακολουθεί μαθήματα Αγγλικών και Ελληνικών. Μη έχοντας άλλη επιλογή, η Λάουρα εγκατέλειψε το χωριό της και την οικογένειά της που ήθελε να της επιβάλει το γάμο στα 19 της χρόνια. «Δεν έχουμε το δικαίωμα ν’αρνηθούμε, οι γονείς επιλέγουν για εμάς» λέει η Λάουρα. «Έχω όνειρα, δεν ήθελα να ζήσω φυλακισμένη στο χωριό και σ’ ένα γάμο μ’ ένα ηλικιωμένο άνδρα».

Η Λάουρα ζει σήμερα στη Λευκωσία, όπου καθημερινά έρχεται αντιμέτωπη με σημαντικές προκλήσεις επιβίωσης αλλά και προσωπικής ασφάλειας. Αρχίζοντας από τα κουπόνια, η Λάουρα αναφέρει τα γνωστά προβλήματα: ανεπάρκεια, όχι μόνο επειδή το ποσό είναι ελάχιστο για να επιβιώσουν, αλλά και τα καταστήματα όπου μπορούν να εξαργυρωθούν δεν διαθέτουν φρέσκα φρούτα και λαχανικά ή ρούχα. «Αλλά τα κουπόνια δεν είναι το μόνο πρόβλημα» τονίζει. Διαμένει σ’ ένα δωμάτιο ενός εγκαταλελειμμένου υποστατικού, το οποίο λειτουργούσε παλαιότερα ως νηπιαγωγείο. Μετατράπηκε σε χώρο διαμονής με την προσθήκη πρόχειρων διαχωριστικών, ώστε να δημιουργηθούν δωμάτια, χωρίς ωστόσο να γίνουν οι αναγκαίες αναπροσαρμογές. Το παράθυρο και η κλειδαριά του δωματίου της Λάουρας είναι σπασμένα, η κουζίνα και οι χώροι υγιεινής σε άθλια κατάσταση, ενώ τα έπιπλα κατεστραμμένα και βρόμικα.

Στο σπίτι αυτό διαμένουν ακόμα δώδεκα άντρες. «Φοβάμαι και δεν μπορώ να κοιμηθώ τα βράδια» αναφέρει. Αν και σε ξεχωριστά δωμάτια, η Λάουρα δεν νιώθει ασφάλεια με μια σπασμένη κλειδαριά και συχνά δεν μπορεί να κοιμηθεί από το θόρυβο που κάνουν οι συγκάτοικοί της. Ενώ οι συνθήκες του σπιτιού είναι επιεικώς υποτυπώδεις, το ενοίκιο είναι 100 ευρώ και καταβάλλεται στον ιδιοκτήτη απευθείας από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας. Το επίδομα των 70 ευρώ για τους λογαριασμούς του νερού και ηλεκτρισμού -οι οποίοι παραμένουν συνήθως στο όνομα του ιδιοκτήτηκαταβάλλεται ξεχωριστά στον δικαιούχο, ωστόσο με καθυστερήσεις. «Ο ιδιοκτήτης έρχεται συνεχώς και ζητά τα χρήματα για τους λογαριασμούς, αλλά τι να κάνω, αφού συχνά υπάρχουν καθυστερήσεις;» διερωτάται. Με το επίδομα των 70 ευρώ για τους λογαριασμούς, αν απομείνουν λεφτά, αγοράζει και φαγητό αφού τα κουπόνια δεν αρκούν. «Κάποιες φορές, αντί ν΄αγοράσω τρόφιμα, δίνω τα λεφτά στον ιδιοκτήτη για τους λογαριασμούς ώστε να μ’αφήσει ήσυχη» αναφέρει. Εκτός από τον διακαή πόθο να συνεχίσει τις σπουδές της και μια μέρα να μπορεί να επιστρέψει στη χώρα της, η Λάουρα έχει πάθος με τη μουσική -τραγουδά και συνθέτει μουσική. Μας τραγουδάει ένα μοτίβο και μας συγκινεί με τη ζεστή και γεμάτη συναισθήματα φωνή της. Τραγουδά από r&b μέχρι hip-hop και reggae.

«Τραγουδώ οτιδήποτε έχει νόημα» λέει, με μάτια που φωτίζονται. Παρά τις προκλήσεις που έχει ν’αντιμετωπίσει καθημερινά, διατηρεί μια θετική στάση και αντλεί κουράγιο κι ελπίδα για το μέλλον. «Όταν αναζητώ κάτι, το πετυχαίνω πάντα» λέει με αποφασιστικότητα.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy