Ένα πρωτότυπο Πάρκο δηµιουργείται στον Μονιάτη

Η δηµιουργία του Γαστρονοµικού Πάρκου, σε µια έκταση 26 σκαλών από το σύνολο των 138 σκαλών του Κυβερνητικού Φυτωρίου στον Σαϊττά, αναµένεται ότι θα λειτουργήσει εµβληµατικά, όχι µόνο για την κοινότητα του Μονιάτη, αλλά και την ευρύτερη περιοχή και θα αποτελέσει πόλο έλξης για τον τουρισµό, αλλά και για περαιτέρω επενδυτικές δραστηριότητες.

Περιλαµβάνει Σχολή Γαστρονοµίας, καταστήµατα διάθεσης τοπικών αγροτικών και άλλων παραδοσιακών προϊόντων, κατασκηνωτικό χώρο και άλλες υποδοµές για εξυπηρέτηση και αναψυχή των επισκεπτών.

Του Χρήστου Χαραλάµπους

Μια ριζική αναµόρφωση, µε γνώµονα τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής των ανθρώπων και την αναβάθµιση των υπηρεσιών και υποδοµών του τόπου, συντελείται τα τελευταία χρόνια στον Μονιάτη. Οι αλλαγές µε µια σειρά έργων ανάπτυξης και υποδοµής που ήδη έχουν γίνει στο κέντρο, αλλά και σε γειτονιές του χωριού, είναι έντονα αισθητές, όπως αισθητή σε αρκετές περιπτώσεις είναι και η αλλαγή νοοτροπίας των κατοίκων, οι οποίοι διαπιστώνουν καθηµερινά και εκτιµούν τις άοκνες προσπάθειες του προέδρου και των µελών του Κοινοτικού Συµβουλίου.

Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και το µεγάλο έργο της δηµιουργίας ενός πρωτότυπου Πάρκου Γαστρονοµίας.

Η υλοποίηση του έργου είναι αποτέλεσµα των προσπαθειών που καταβάλλονται εδώ και αρκετά χρόνια από το Κοινοτικό Συµβούλιο, το οποίο κατάφερε τελικά να εξασφαλίσει την εκµίσθωση σηµαντικής κρατικής έκτασης που περιλαµβάνεται στα όρια της κοινότητας. Πρόκειται για µέρος του Κυβερνητικού Φυτωρίου Σαϊττά, όπου άλλοτε, εκτός από τις γεωργικές καλλιέργειες, εκτρέφονταν και ζώα του κρατικού αγροκτήµατος. Σήµερα, η περιοχή έχει αλλάξει ριζικά όψη, µε τη δηµιουργία εκεί του Πυροσβεστικού Σταθµού και την ανάπτυξη κάποιων ιδιωτικών επιχειρήσεων.

Σύνδεση µε τη φύση και την παράδοση

Μιλώντας στη «Χαραυγή» ο πρόεδρος του Κοινοτικού Συµβουλίου Μονιάτη, Χαράλαµπος Κωνσταντινίδης, αναφέρει ότι µε βάση το master plan που έχει γίνει, το Πάρκο θα περιλαµβάνει µεταξύ άλλων Γαστρονοµική Σχολή, περίπτερα  διάθεσης τοπικών παραδοσιακών προϊόντων και άλλους χώρους αναψυχής και εξυπηρέτησης για τους επισκέπτες.

Το έργο ήδη ξεκίνησε µε την κατασκευή των κτιρίων που θα στεγάσουν τη Γαστρονοµική Σχολή και θα εξελίσσεται σταδιακά µε τη δηµιουργία των κατάλληλων υποδοµών στις οποίες θα στεγαστούν και θα αναπτυχθούν πολλές άλλες συναφείς δραστηριότητες.

Αναφερόµενος ειδικότερα στη Γαστρονοµική Σχολή, ο κ. Κωνσταντινίδης επισηµαίνει ότι «γίνεται προσπάθεια µε το Υπουργείο Παιδείας από το οποίο υπάρχει θετική ανταπόκριση για να αναλάβει τη διαχείριση µε την ένταξη της Σχολής σε εκπαιδευτικά προγράµµατα».

Το κόστος της Γαστρονοµικής Σχολής ανέρχεται γύρω στις 530.000 ευρώ συν ΦΠΑ και θα καλυφθεί από τον Χρηµατοδοτικό Μηχανισµό ΕΟΧ – Νορβηγίας και κρατική συνεισφορά. Υπολογίζεται, δε, ότι µέχρι τον ∆εκέµβριο θα έχουν ολοκληρωθεί οι κατασκευαστικές εργασίες. Το Κοινοτικό Συµβούλιο, όπως τονίζει ο κοινοτάρχης, εργάζεται µε µεθοδικότητα και πάθος ώστε µέσα από το συγκεκριµένο έργο και άλλα έργα ανάπτυξης που βρίσκονται σε εξέλιξη ή προγραµµατίζονται στην κοινότητα, να αναδειχθεί η ευρύτερη περιοχή του Τροόδους. Σηµειώνεται ότι το Πάρκο Γαστρονοµίας θα συνδέεται µε παρακείµενο Μονοπάτι της Φύσης, το οποίο βρίσκεται στο τελικό στάδιο διαµόρφωσής του, το οποίο ξεκινά από σηµείο µέσα στο χωριό, εκτείνεται κατά µήκος του ποταµού σε µια περιοχή µε πυκνή βλάστηση και καταλήγει στον κύριο δρόµο προς τις Πλάτρες, λίγο πριν τον Καταρράκτη Μυλλοµέρη.

Από την παραγωγή στη συγκομιδή και από τη µαγειρική στην κατανάλωση

Όπως µας ανέφερε η αρχιτέκτονας Έλενα Τσολάκη από το Αρχιτεκτονικό Γραφείο Κυριάκος Τσολάκης, η Γαστρονοµική Σχολή περιλαµβάνει τρία τµήµατα που το καθένα έχει διαφορετική χρήση. Είναι η αίθουσα εκπαίδευσης, η καφετέρια και ο χώρος πολλαπλών χρήσεων.

Τα τρία κτίρια, όπως επισηµαίνει, έχουν χωροθετηθεί ανάµεσα σε πέντε µεγάλα πεύκα-σηµεία αναφοράς «έτσι ώστε να συνυπάρχουν τα κτίρια µε τα δέντρα και να υπάρχει µια συνεχής ωραία θέα από µέσα προς τα έξω ώστε η εκπαίδευση να γίνεται µέσα σε ένα ειδυλλιακό φυσικό περιβάλλον … Εσωτερικά τα κτίρια είναι εργονοµικά και µοντέρνα σχεδιασµένα και έχουν δηµιουργηθεί συγκεκριµένα κάδρα µέσα στα οποία προβάλλονται οι καλύτερες εικόνες από τον εξωτερικό περιβάλλοντα χώρο».

Όλα τα κτίρια είναι επενδυµένα µε καµένο ξύλο, ένα υλικό που, όπως εξηγεί η κα Τσολάκη, δεν έχει χρησιµοποιηθεί ξανά στην Κύπρο και είναι ιδιαίτερα ανθεκτικό στις καιρικές συνθήκες και δένει µε τον φυσικό χώρο της περιοχής.

Η Σχολή είναι ενταγµένη στο ευρύτερο Γαστρονοµικό Πάρκο και χαρακτηρίζεται από µια ιδιαίτερη λειτουργικότητα, καθώς στον γύρω χώρο, όπως αναφέρει η αρχιτέκτονας, θα αναπτύσσονται καλλιέργειες µε τοπικά γεωργικά προϊόντα και βότανα, τα οποία θα χρησιµοποιούνται για τους σκοπούς της εκπαίδευσης.

«Έτσι θα υπάρχει όλη η διαδικασία της γαστρονοµίας, από την παραγωγή στη συγκοµιδή και από τη µαγειρική στην κατανάλωση… Μια κυκλική διαδικασία την οποία θα µπορεί να βιώνει ο επισκέπτης του Πάρκου…» όπως χαρακτηριστικά σηµειώνει η κα Τσολάκη.

Το έργο, όπως επισηµαίνει, δεν απευθύνεται µόνο σε µαγείρους ή όσους ασχολούνται µε τη γαστρονοµική διαδικασία, αλλά απευθύνεται σε όλο τον κόσµο που ενδιαφέρεται να µάθει για την κυπριακή κουζίνα. Θα µπορεί, δηλαδή, να επισκέπτεται κάποιος το Πάρκο µε τα παιδιά του, αφού θα υπάρχει και παιδότοπος αλλά και κατασκηνωτικός χώρος και παράλληλα να γνωρίζει από κοντά τον τρόπο καλλιέργειας των προϊόντων και τη διαδικασία αξιοποίησής τους για σκοπούς µαγειρικής.

Αγορά µε διαχειριστές τους ίδιους τους παραγωγούς

Η Σχολή αποτελεί αναμφίβολα το κέντρο του ενδιαφέροντος στην όλη ανάπτυξη αφού, εκτός των άλλων, βρίσκεται στο ψηλότερο σηµείο δίνοντας την αίσθηση ότι «κρέµεσαι από ψηλά και έχεις µπροστά σου µια απρόσκοπτη θέα που φτάνει ακόµα και µέχρι τη θάλασσα της Λεµεσού όταν ο καιρός το επιτρέπει», όπως χαρακτηριστικά παρατηρεί η αρχιτέκτονας του έργου.

Ωστόσο, την προσέλκυση ξένων και ντόπιων επισκεπτών θα καθορίσουν και µια σειρά από άλλα συµπληρωµατικά έργα, τα οποία θα δώσουν και την τελική µορφή του Γαστρονοµικού Πάρκου. Ένα από αυτά είναι και ο χώρος που προορίζεται να διαµορφωθεί σε Αγορά, η οποία θα αποτελείται από µικρά καταστήµατα, τα οποία θα διαχειρίζονται καλλιεργητές και παραγωγοί από τον Μονιάτη, αλλά και τις γύρω κοινότητες µε αποκλειστικό σκοπό την προβολή και την πώληση των προϊόντων τους.

Αυτά τα υποστατικά θα εκτείνονται στο ίδιο επίπεδο και κατά µήκος µιας κληµαταριάς, η οποία υπάρχει εκεί από την εποχή που λειτουργούσε το κρατικό γεωργικό αγρόκτηµα και θα είναι κατασκευασµένα εξ ολοκλήρου από ξύλο και άλλα υλικά, τα οποία δένουν απόλυτα µε το φυσικό περιβάλλον. Εξυπακούεται ότι έχει επιλεγεί και ο κατάλληλος χώρος όπου θα κατασκευαστεί χώρος στάθµευσης, ο οποίος θα εξυπηρετεί και τα τουριστικά λεωφορεία.

Τονίζοντας ότι «είναι σηµαντικό το γεγονός ότι το Κοινοτικό Συµβούλιο Μονιάτη έχει πάρει πολύ ζεστά το θέµα της δηµιουργίας του Γαστρονοµικού Πάρκου µε προσπάθειες που ξεκίνησαν εδώ και πολλά χρόνια», η αρχιτέκτονας επισηµαίνει ότι «αποτελεί µεγάλο επίτευγµα που έχουµε φτάσει µέχρι εδώ γι’ αυτό και χαιρόµαστε πολύ βλέποντας το έργο να βρίσκεται στην εξέλιξη της υλοποίησής του».

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy