Η πτώχευση της SVB και η κρίση του 2008

Του
Ανδρέα Ι. Ιωσήφ*

 

Το διεθνές τραπεζικό σύστηµα και γενικά η παγκόσµια οικονοµία έχουν στραµµένα τα µάτια τους στην κατάρρευση της γνωστής τράπεζας Silicon Valley Bank. Η χρεοκοπία της ανησύχησε τους πάντες, οι οποίοι φοβήθηκαν ένα ενδεχόµενο ντόµινο σε όλο το τραπεζικό σύστηµα. Είναι, όµως, υπαρκτός αυτός ο κίνδυνος ή όχι και ποιες οι διαφορές µε τη χρηµατοπιστωτική κρίση του 2008;

Ποια είναι η SVB;

Η Silicon Valley είναι µια εµπορική τράπεζα µε έδρα τη Σάντα Κλάρα της Καλιφόρνιας και συγκαταλεγόταν στην εικοσάδα των µεγαλύτερων τραπεζών των Ηνωµένων Πολιτειών. Ήταν η µεγαλύτερη τράπεζα όσον αφορά τις καταθέσεις στη Silicon Valley και είναι γνωστή για τις σχέσεις της µε τις νεοφυείς τεχνολογικές εταιρείες και άρρηκτα συνδεδεµένη µε επιχειρηµατικά κεφάλαια.

Η πτώχευσή της

Η κατάρρευσή της ξεκίνησε από το φαινόµενο των «µαζικών αναλήψεων». Η τράπεζα, όπως αναφέρουν και οι New York Times, πριν το φαινόµενο «bank run» δεν µπορούσε να χαρακτηριστεί αφερέγγυα, ούτε θεωρείτο ένα χρηµατοπιστωτικό ίδρυµα που δεν µπορεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του.

Η τράπεζα πήρε την απόφαση να πουλήσει οµόλογα αξίας 21 δις δολαρίων, κάτι που της επέφερε πραγµατικές ζηµιές αξίας 1,8 δις δολαρίων. Στην πλειονότητά τους τα συγκεκριµένα οµόλογα έφεραν απόδοση 1,79% σε µια χρονική στιγµή όπου τα επιτόκια στις ΗΠΑ µετά τις πρόσφατες αυξήσεις επιτοκίων από την Οµοσπονδιακή Τράπεζα (FED) της χώρας αυξήθηκαν σε µεγαλύτερα επίπεδα. Αυτό είχε ως αποτέλεσµα η τράπεζα να επιτυγχάνει λιγότερη απόδοση σε σχέση µε τους ανταγωνιστές της.

Η τράπεζα, λοιπόν, αποφάσισε να αυξήσει τα ίδια κεφάλαιά της από την εταιρεία επιχειρηµατικών κεφαλαίων «General Atlantic» και να πουλήσει ένα µετατρέψιµο οµόλογο στο ευρύ κοινό. Ο σκοπός ήταν να δώσει ένα πρόσθετο µαξιλαράκι εµπιστοσύνης σε καταθέτες και επενδυτές, έτσι ώστε να διασφαλιζόταν η εύρυθµη λειτουργία του ιδρύµατος. Το εγχείρηµα αυτό, όπως αποδείχθηκε, είχε τελικά τα αντίθετα αποτελέσµατα.

Το µεγαλύτερο ατόπηµα της τράπεζας, όπως αποδείχθηκε, ήταν ότι η αύξηση ιδίων κεφαλαίων από την «General Atlantic» θα µπορούσε να επιτευχθεί την ίδια µέρα, αλλά η διοίκηση της τράπεζας αποφάσισε ταυτόχρονα να πουλήσει µετατρέψιµες προνοµιούχες µετοχές, οι οποίες δεν µπορούσαν να πωληθούν µέχρι την επόµενη µέρα. Αυτή η χρονική διαφορά είχε ως αποτέλεσµα να επέλθει σοκ στην αγορά και να προκληθεί µαζική φυγή κεφαλαίων.

Το ηθικό δίδαγµα

Η τράπεζα επένδυσε τις καταθέσεις της σε χαµηλής απόδοσης οµόλογα, τα οποία κρατούσε στα βιβλία της ως «hold-to-maturity». Αυτό είχε ως αποτέλεσµα να µην αποτιµά τα συγκεκριµένα οµόλογα ως «mark-to-market» µέχρις ότου αυτά πωληθούν, αφήνοντας έτσι τους επενδυτές µε την εντύπωση ενός αδύναµου ενεργητικού. Όταν δεν υπάρχει αδήριτη ανάγκη από ένα τραπεζικό ίδρυµα για να πωλήσει τα οµόλογα που κρατά στα λογιστικά βιβλία του ως «hold-to-maturity», τότε δεν µπορεί να επέλθει ζηµιά. Όταν όµως υπάρχει το φαινόµενο της µαζικής ανάληψης καταθέσεων, αυτό είναι πιθανόν.

Οι διαφορές µε την κρίση του 2008

Αρκετοί χρηµατοοικονοµικοί αναλυτές δεν περιµένουν η πτώχευση αυτή να επηρεάσει σε µεγάλο βαθµό τον ευρύτερο τραπεζικό τοµέα. Η Silicon Valley ήταν µεγάλη, αλλά µε ένα ιδιάζον χαρακτηριστικό, αφού στην πλειονότητα εξυπηρετούσε τον τεχνολογικό τοµέα, ο οποίος υπέστη σοβαρές απώλειες το περασµένο έτος.

Η έννοια της διαφοροποίησης, µια από τις θεµελιώδεις αρχές του Risk Management, λοιπόν, καθίσταται για ακόµη µια φορά πιο επίκαιρη από ποτέ. Άλλες µεγάλες τράπεζες επιτυγχάνουν διαφοροποίηση σε διάφορους κλάδους, µειώνοντας έτσι την πιθανότητα πτώχευσης σε περίπτωση δυσµενών σεναρίων σε έναν ορισµένο κλάδο.

Επιπρόσθετα, ο τελευταίος γύρος «stress test» από την Οµοσπονδιακή Τράπεζα των Η.Π.Α. στις µεγαλύτερες τράπεζες κατέδειξε ότι σε µια περίπτωση βαθιάς ύφεσης, οι τράπεζες έχουν τα απαραίτητα εργαλεία προκειµένου να αντεπεξέλθουν.

* Οικονοµολόγος

Ακολουθήστε το dialogos.com.cy, στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy.