![Rania2014-960x638[1]](https://dialogos.com.cy/wp-content/uploads/2018/04/Rania2014-960x6381.jpg)
• Το βιβλίο είναι ένας από τους πιο σπουδαίους τρόπους για να γνωρίσουν τα παιδιά τον κόσμο
Συνέντευξη στη Μαρία Φράγκου
Γράφει για τα παιδιά και αφορμή είναι κάτι που θα δει ή θα ακούσει… Μια εμπειρία των δικών της παιδιών, μια κατάσταση που καλείται να αντιμετωπίσει ως μητέρα, ή ακόμα η επικαιρότητα μπορεί να της δώσει την έμπνευση. Τη συγγραφέα Ράνια Μπουμπουρή συναρπάζει η αγνότητα στον τρόπο των παιδιών να προσεγγίζουν τους άλλους και να ερμηνεύουν τη ζωή. Την ενθουσιάζει η ανατρεπτική φαντασία τους, η αφιλτράριστη ειλικρίνειά τους. Και όλα αυτά αποτελούν τη σπίθα για το κάθε επόμενο βιβλίο.
Με… θητεία πάνω από 15 χρόνια στον κόσμο του βιβλίου, η συγγραφέας Ράνια Μπουμπουρή μπορεί εύκολα να δώσει τον ορισμό της επιτυχίας ενός παιδικού λογοτεχνικού έργου. Και αυτή την επιτυχία την προσδιορίζει συνοπτικά, από το παράθυρο που τους ανοίγει στον κόσμο και από την καλλιέργεια –από άποψη γλώσσας, σκέψης, γνώσεων κι αισθητικής– που τους προσφέρει.
• Με ενδιαφέρουν πολύ οι παιδικές ανασφάλειες και προσπαθώ μέσα από τις ιστορίες μου να σταθώ δίπλα στα παιδιά, ώστε να τα βοηθήσω ν’ απαλλαγούν από αυτές
• Ο κόσμος του θεάτρου ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια των παιδιών με διαφορετικούς κώδικες απ’ ό,τι ένα βιβλίο, δημιουργώντας έτσι μια εμπειρία μαγική και σε κάποιες περιπτώσεις ανεξίτηλη
Πώς προέκυψε η ενασχόληση με το γράψιμο;
Από παιδί, στην κλασική ερώτηση «Τι θέλεις να γίνεις όταν μεγαλώσεις;» απαντούσα: «Συγγραφέας». Ήμουν μια μικρή βιβλιοφάγος, μου άρεσε πολύ να γράφω και η ίδια. Έπειτα, στις σπουδές μου ακολούθησα κατεύθυνση σχετική με το λόγο –αποφοίτησα από το Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης)– και επαγγελματικά βρίσκομαι πάνω από 15 χρόνια στο χώρο του βιβλίου, ως επιμελήτρια εκδόσεων και μεταφράστρια.
Και γιατί παιδική λογοτεχνία;
Πολύ νωρίς στην επαγγελματική πορεία μου διαπίστωσα ότι απ’ όλα τα είδη που περνούσαν από το γραφείο μου για επιμέλεια-διόρθωση, τα παιδικά ήταν τ’ αγαπημένα μου. Απολάμβανα δηλαδή να φτιάχνω στίχους, λογοπαίγνια, να δουλεύω τη γλώσσα ώστε να είναι σπιρτόζικη και να τη χαίρονται οι μικροί αναγνώστες. Το πρώτο μου παιδικό βιβλίο εκδόθηκε το 2003, «Η ομορφότερη λαμπάδα του κόσμου» (Εκδόσεις Ψυχογιός) και έτσι έγινε η αρχή.
Τι σας κεντρίζει το ενδιαφέρον περισσότερο; Η ψυχολογία του παιδιού, η διάθεσή του ή η ανάγκη να ταξιδέψει σε άλλους κόσμους που του προσφέρει το βιβλίο;
Από άποψη ψυχολογίας μ’ ενδιαφέρουν πολύ οι παιδικές ανασφάλειες και προσπαθώ μέσα από τις ιστορίες μου να σταθώ δίπλα στα παιδιά, ώστε να τα βοηθήσω ν’ απαλλαγούν από αυτές. Η ανασφάλεια που νιώθουν μόνα στο κρεβάτι τους τη νύχτα, η ανασφάλεια ότι θα διαφέρουν από τους φίλους τους έπειτα από μια αλλαγή, π.χ. αν φορέσουν γυαλιά, η ανασφάλεια λόγω οικονομικής στενότητας στην οικογένεια, η ανασφάλεια που νιώθουν χωρίς την πιπίλα ή μακριά από το αγαπημένο τους παιχνίδι… Επίσης, μ’ ενδιαφέρει πολύ η διασκεδαστική μάθηση και το θεωρώ μεγάλη πρόκληση να καταφέρω να δείξω στα παιδιά ότι ναι, η μάθηση μπορεί να είναι και πολύ διασκεδαστική, όπως έχει γίνει με την «τρελή τρελή» σειρά μας στις Εκδόσεις Ψυχογιός: «Μια τρελή τρελή ΑΒ», «Ένα τρελό τρελό Αριθμητάρι» και «Ένα τρελό τρελό Αγρόκτημα» με τα τρία συνοδευτικά CD, που συνθετικά υπογράφει ο Αλκιβιάδης Κωνσταντόπουλος και ερμηνευτικά πολύ σπουδαίοι καλλιτέχνες (Διονύσης Σαββόπουλος, Μανώλης Μητσιάς, Σαβίνα Γιαννάτου, Σπύρος Σακκάς, Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, Φοίβος Δεληβοριάς, Μάρθα Φριντζήλα, Μπάμπης Στόκας, Δώρος Δημοσθένους και άλλοι πολλοί και πολύ αγαπημένοι).
Και ποιο το έναυσμα κάθε επόμενη φορά για να γράψετε; Πώς επιλέγετε την ιστορία σας;
Αφορμή είναι κάτι που θα δω ή θ’ ακούσω, μια εμπειρία των παιδιών μου, μια κατάσταση που καλούμαι ν’ αντιμετωπίσω ως μητέρα, η επικαιρότητα… οτιδήποτε. Από την άρνηση της μικρής κόρης μου να φορέσει τη ζώνη ασφαλείας γεννήθηκε το βιβλίο «Στο αυτοκίνητο δεν σε αγαπώ», από την απροθυμία και των δύο παιδιών μου να πλένουν συστηματικά τα δόντια τους το βιβλίο «Η μάχη της Οδοντόβουρτσας», από την οικονομική κρίση που ζούμε το βιβλίο «Ο μπαμπάς είναι άνεργος», από την ανάγκη της κοινωνίας μας για περισσότερη καλοσύνη κι ενσυναίσθηση το βιβλίο «Η Ροζώ» – για να αναφέρω λίγα μόνο παραδείγματα.
Και τι συναρπάζει τα παιδιά στον κόσμο του βιβλίου;
Η εξερεύνηση: το βιβλίο είναι ένας από τους πιο σπουδαίους τρόπους για να γνωρίσουν τον κόσμο. Και η ταύτισή τους με πρόσωπα και καταστάσεις, που τα κάνει να ζουν πραγματικά την ιστορία που διαβάζουν ή τους διαβάζουμε.
Αν η Ελλάδα ήταν πιο μεγάλη χώρα-αγορά ή τα Ελληνικά πιο διαδεδομένη γλώσσα, ίσως να ήταν αλλιώς τα πράγματα, είχατε πει σε μια παλιότερη συνέντευξή σας εξηγώντας γιατί συνεχίζετε να δουλεύετε ως επιμελήτρια ή μεταφράστρια, παρά την επιτυχία των βιβλίων σας. Τι συμβαίνει σε άλλες χώρες;
Ένας συγγραφέας που γράφει σε μια πιο διαδεδομένη γλώσσα, όπως λ.χ. στην Αγγλική, απευθύνεται προφανώς σε ευρύτερο κοινό παγκοσμίως. Αν πετύχει, θα μπορέσει να αφοσιωθεί στη συγγραφή απερίσπαστος από οικονομικές έγνοιες –αν αυτό επιθυμεί, εννοείται. Στη χώρα μας, ακόμα και οι πιο πετυχημένοι συγγραφείς αδυνατούν να ζήσουν μόνο από τα πνευματικά δικαιώματα, πόσω μάλλον ένας συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας. Υπάρχουν βέβαια εξαιρέσεις, αλλά είναι ελάχιστες. Για μένα πάντως είναι πολύ σημαντικό να εργάζομαι, ανεξάρτητα από την όποια επιτυχία έχουν τα βιβλία μου. Αγαπώ πολύ τη δουλειά μου, είναι δημιουργική και με κάνει ν’ ασχολούμαι με διαφορετικά αντικείμενα, κάτι που με κρατά σε εγρήγορση.
Κρίνεται αυστηρά η παιδική λογοτεχνία; Από το αναγνωστικό κοινό, κριτικούς κ.λπ.;
Δεν νομίζω ότι διαβάζουμε συχνά αυστηρές αναλυτικές κριτικές για παιδικά βιβλία, αν και κυκλοφορούν πολλά μέτρια ή και κακά βιβλία. Το αναγνωστικό κοινό ναι, είναι αυστηρό και πολύ καλά κάνει. Και δεν μιλάω μόνο για τα παιδιά, που αν δεν τους αρέσει κάτι θα το πουν ή θα το δείξουν αμέσως, αλλά και για τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς, που είναι πια πολύ απαιτητικοί σε ό,τι αφορά το βιβλίο που απευθύνεται στα παιδιά –και, επαναλαμβάνω, πολύ καλά κάνουν!
Πότε ορίζεται ως πετυχημένο ένα παιδικό λογοτεχνικό έργο;
Εμπορικά, η επιτυχία φαίνεται από τις πωλήσεις του. Ουσιαστικά, από την επίδραση που έχει στην ψυχή και στη ζωή των παιδιών, από το παράθυρο που τους ανοίγει στον κόσμο και από την καλλιέργεια –από άποψη γλώσσας, σκέψης, γνώσεων κι αισθητικής– που τους προσφέρει.
Και η μεταφορά του στο θέατρο ενισχύει αυτή την επιτυχία;
Όταν η μεταφορά είναι επιτυχημένη, ναι. Ο κόσμος του θεάτρου ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια των παιδιών με άλλο ρυθμό και διαφορετικούς κώδικες απ’ ό,τι ένα βιβλίο, δημιουργώντας έτσι μια εμπειρία μαγική, ανεπανάληπτη και, σε κάποιες περιπτώσεις, ανεξίτηλη.
Γενικότερα πώς αξιολογείτε το επίπεδο της παιδικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα;
Είναι υψηλό και διαρκώς ανεβαίνει. Δεν εννοώ ότι δεν βγαίνουν και μέτρια ή κακά βιβλία, υπάρχουν και τέτοια, όμως η φρεσκάδα ορισμένων δημιουργών, συγγραφέων και εικονογράφων, με γεμίζει χαρά και αισιοδοξία.
Δικά σας έργα έχετε μεταφράσει ή μόνο άλλους μεταφράζετε;
Δικά μου, όχι. Θεωρώ ότι οι πιο καλές μεταφράσεις γίνονται από ανθρώπους που μεταφράζουν προς τη μητρική τους γλώσσα. Ωστόσο, από τα είκοσι δύο βιβλία μου έχω μεταφράσει ένα, το «Ο φίλος μου ο ύπνος», για να το υποβάλουμε μαζί με την εικονογράφο Χρύσα Σπυρίδωνος σε έναν διεθνή διαγωνισμό.
Ποιους εν ζωή συγγραφείς παιδικής λογοτεχνίας ξεχωρίζετε; Σε Ελλάδα και διεθνώς…
Η Άλκη Ζέη είναι μια μεγάλη μου αγάπη, όπως και ο Χρήστος Μπουλώτης και ο Ευγένιος Τριβιζάς, αν και προτιμώ τα παλιότερα έργα του. Αγαπώ επίσης τη δουλειά πολλών συναδέλφων και, ζητώντας συγγνώμη απ’ όσους παραλείψω, θ’ αναφέρω ενδεικτικά τη Μαρία Αγγελίδου, την Κατερίνα Κρις, τον Μάκη Τσίτα, την Αγγελική Δαρλάση, τον Γιώργο Παναγιωτάκη, τη Χρυσάνθη Τσιαμπαλή-Κελεπούρη, τον Θοδωρή Παπαϊωάννου, τον Πάνο Τσερόλα… Από την Κύπρο, τη Μαρίνα Μιχαηλίδου-Καδή και την Άντρη Αντωνίου. Από ξένους συγγραφείς, την Τζ. Κ. Ρόουλινγκ, την Τζάκλιν Ουίλσον, τη Ρ. Τζ. Παλάσιο, τον Όλιβερ Τζέφερς και τον Μο Γουίλεμς.
*Η συνέντευξη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «D»
