
Του Δρος Αμβρόσιου Προδρόμου*
Τα προβλήµατα της τουρκικής οικονοµίας δεν είναι σηµερινά, και σίγουρα όχι επιφανειακά, αφού έχουν τις ρίζες τους σε µια σειρά από κοινωνικούς και πολιτικούς παράγοντες. Οι δε πολιτικές του Ταγίπ Ερτογάν δηµιουργούν περαιτέρω προβλήµατα.
Προβλήµατα τα οποία η οικονοµία ίσως δεν µπορέσει να αντέξει, ειδικά εάν το 2023 καταφέρει να επανεκλεγεί στην προεδρία του κράτους. Τα οικονοµικά δεδοµένα της χώρας ανησυχούν πολλούς, οι οποίοι θεωρούν ότι οι αριθµοί, οι οποίοι ούτως ή άλλως είναι εκτός ελέγχου, είναι ελεγχόµενοι και δεν αντιπροσωπεύουν την πραγµατικότητα. Παρόλα αυτά, η επικέντρωση στα στοιχεία που παραθέτει το Ινστιτούτο Στατιστικής της Τουρκίας και ο οργανισµός Trading Economics δίνουν ένα εξαιρετικά ανησυχητικό στίγµα.
Η ανεργία είναι σταθερά πάνω από το 11% (11,5% για τον Σεπτέµβρη του 2021), ποσοστό το οποίο είναι εξαιρετικά υψηλό. Περαιτέρω, η µακροχρόνια ανεργία παρουσιάζει συνεχή αυξητική τάση και είναι τη συγκεκριµένη στιγµή στο 3,5%, κάτι το οποίο δηµιουργεί σηµαντικές ανησυχίες σχετικά µε τη δυνατότητα της οικονοµίας να αναπτυχθεί. Η δε ανεργία των νέων -που ξεπερνά το 22%, ενώ δεκάδες εξ αυτών, ειδικά νέοι επιστήµονες, φεύγουν προς άλλες πολιτείες- θα οδηγήσει τη χώρα µε µαθηµατική ακρίβεια σε εσωστρέφεια και συνεχή χαµηλή παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα. Με 3,8 εκ. των οικονοµικά ενεργών πολιτών να είναι εκτός παραγωγής, η οικονοµία της χώρας δεν µπορεί να ελπίζει σε πολλά πράγµατα εάν δεν αλλάξουν σύντοµα τα δεδοµένα.
Ο ∆είκτης Πληθωρισµού της Τουρκίας αποτελεί πλέον την αχίλλειο πτέρνα της, µε τεράστια επίπτωση στην ποιότητα ζωής και την αγοραστική δύναµη των πολιτών της χώρας. Με το ποσοστό να έχει ανέβει στο 19,9%, τουλάχιστον έξι φορές περισσότερο από το οικονοµικά αποδεκτό ποσοστό του 3%, η χώρα βυθίζεται όλο και περισσότερο στην οικονοµική δίνη. Πολλοί αναλυτές, µάλιστα, υπολογίζουν ότι ο πραγµατικός πληθωρισµός της χώρας είναι στο 25%. Το πιο ανησυχητικό από όλα είναι ο ∆είκτης Πληθωρισµού Τροφίµων, ο οποίος έχει φτάσει στο 29%, ποσοστό εξωφρενικό για την όποια οικονοµία.
Είναι δεδοµένο ότι και σε σχέση µε το υψηλό ποσοστό ανεργίας, ένα µεγάλο µέρος του πληθυσµού, που µπορεί να ξεπερνά το 20%, θα είναι στα πρόθυρα της απόλυτης φτώχειας και ακόµα ένα µεγαλύτερο ποσοστό, που ίσως να ξεπερνά το 40%, να βρίσκεται στα πλαίσια της σχετικής φτώχειας. Ο ∆είκτης Τιµών Καταναλωτή έχει αυξηθεί κατά 100% τα τελευταία πέντε χρόνια, µε την τάση να είναι εξαιρετικά ανησυχητική για ολόκληρη την κοινωνία, αφού έχει πλέον χτυπήσει την πόρτα ακόµα και των πιο εύρωστων νοικοκυριών στη χώρα.
Η αξία της τουρκικής λίρας έχει από καιρό πάρει την κατιούσα. Η 1η ∆εκεµβρίου ήταν ιστορική µέρα, αφού για πρώτη φορά η αξία της σε σχέση µε το δολάριο έχει πάει στις 15,1 λίρες/δολάριο. Από την αρχή του έτους η τουρκική λίρα έχει καταρρεύσει κατά 65,86%, δηµιουργώντας τεράστια ανασφάλεια στους ξένους επενδυτές.
Η πτώση της λίρας και η ανάγκη για εισαγωγές πρώτων υλών έχουν καταστήσει αρκετές ξένες επιχειρήσεις µη βιώσιµες οδηγώντας τις στο χείριστο σενάριο σε περιόδους κρίσης, αυτό της εξόδου από τη χώρα. Αν και κάποιος θα περίµενε ότι µε την υποβάθµιση της λίρας οι εξαγωγές θα γίνονταν πιο εύκολες, αυτό δεν φαίνεται να συµβαίνει, αφού το Εµπορικό Ισοζύγιο συνεχίζει να είναι αρνητικό από το 1990.
Παράλληλα, το Ιδιωτικό Χρέος της χώρας έχει αυξηθεί στο 173% επί του ΑΕΠ, ποσοστό µη διαχειρίσιµο από τα νοικοκυριά, τα οποία βλέπουν την αγοραστική τους δύναµη να µειώνεται και να αδυνατούν να αποπληρώσουν τα χρέη τους προς τις τράπεζες.
Αυτό έχει αλυσιδωτές επιπτώσεις, µε πολλές τράπεζες να οδηγούνται προς την ολοκληρωτική κατάρρευση. ∆εδοµένου ότι πέραν των 100.000 επιχειρήσεων έχουν ήδη κλείσει οριστικά το 2021, µε τα δάνεια να µην µπορούν να εξυπηρετηθούν, οι τράπεζες στη χώρα βρίσκονται σε αδιέξοδο, αφού η δυνατότητα προσέλκυσης επενδύσεων και αύξησης του µετοχικού τους κεφαλαίου ακούγεται µάλλον σαν κακόγουστο αστείο.
Η προσέλκυση επενδύσεων από χώρες του Κόλπου φαίνεται ότι αποτελεί τη µοναδική διέξοδο για τον νεοσουλτάνο Ερντογάν. Φυσικά οι χώρες αυτές βλέπουν την Τουρκία ως χώρο φτηνών επενδύσεων, κάτι το οποίο δεν αναµένεται να έχει σηµαντικό αντίκτυπο στη χώρα. Με την παράλληλη αύξηση στις επενδύσεις στον στρατιωτικό τοµέα, που φτάνουν το 2021 στο 27%, η χώρα συνεχίζει να οδηγείται σε µια επικίνδυνη εσωστρέφεια.
Σε καµιά περίπτωση δεν υποστηρίζουµε ότι η Τουρκία θα καταρρεύσει, αυτό θα ήταν ευσεβοποθισµός. Από την άλλη δεν µπορούµε παρά να επισηµάνουµε ότι η Τουρκία, εάν δεν αλλάξει την πολιτική της, θα οδηγηθεί µε µαθηµατική ακρίβεια σε εξαιρετικά δύσκολα µονοπάτια.
* Ακαδηµαϊκός – Σύµβουλος Εκπαίδευσης και Επιχειρήσεων – [email protected]
