Της Σταύρης Καλοψιδιώτου*
Η ανανέωση της θητείας της ειρηνευτικής δύναµης στην Κύπρο έχει εδώ και χρόνια αρχειοθετηθεί στη συλλογική µας συνείδηση ως «πρακτική ρουτίνας».
Από το 1964 µέχρι και σήµερα έχουν παρέλθει σχεδόν 60 χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων, µε τις αναγκαίες µεταβολές στους όρους εντολής της UNFICYP µετά την τουρκική εισβολή, η παρουσία των κυανόκρανων στο νησί µας έχει εµπεδωθεί ως φυσιολογική.
Όσο το Κυπριακό παραµένει άλυτο και το 37% των εδαφών της ∆ηµοκρατίας κατέχεται παράνοµα από την Τουρκία, ορθά επιδιδόµαστε, κάθε φορά που αναµένεται η επανεξέταση της παρουσίας της, στην προσπάθεια διατήρησής της. Όχι όµως γιατί η παρουσία της είναι φυσιολογική, παρά µόνο προσωρινά αναγκαία.
Φυσιολογική είναι η κανονικότητα ενός κράτους απαλλαγµένου από την παρουσία κατοχικών στρατευµάτων, απαλλαγµένου από κάθε µορφής διχοτοµικών ορίων ανάµεσα στις δύο κοινότητες του νησιού.
Αυτή είναι η µεγάλη εικόνα, το πνεύµα µε το οποίο πρέπει να προσεγγίζουµε τόσο την παρουσία της UNFICYP, όσο και το περιεχόµενο των ψηφισµάτων µε τα οποία ανανεώνεται η παρουσία της. Πρέπει λοιπόν την κάθε σοβαρή ηγεσία να απασχολεί πώς το Συµβούλιο Ασφαλείας αξιολογεί τις συνθήκες επί του εδάφους, ποιες εντυπώσεις δηµιουργούν οι τοποθετήσεις και ενέργειες των πλευρών και να επιδιώκει πρωτοβουλίες που να µπορούν να οδηγήσουν τον τόπο στην κανονικότητα που δικαιούται η Κύπρος και οι άνθρωποί της.
Μελετώντας τα βασικά στοιχεία του τελευταίου ψηφίσµατος, εύκολα καταλήγει κανείς στο συµπέρασµα ότι η διεθνής κοινότητα δεν έχει εγκαταλείψει την προοπτική της επανέναρξης του διαλόγου και της λύσης του Κυπριακού.
Η περίληψη της ∆∆Ο µε πολιτική ισότητα ως βάσης λύσης, η αναφορά στο ψήφισµα 1251 που προνοεί για ένα κράτος, µε µία και µόνη κυριαρχία, διεθνή προσωπικότητα και ιθαγένεια, η δεδηλωµένη αναγκαιότητα για διορισµό απεσταλµένου του Γενικού Γραµµατέα, το επιβεβαιώνουν. Το ίδιο και η έντονη κριτική που ασκείται για τις µονοµερείς ενέργειες στα Βαρώσια, καθώς και η ετοιµότητα αντίδρασης του Συµβουλίου Ασφαλείας αν αυτές συνεχιστούν.
Την ίδια ώρα όµως, δεν καταδικάζονται η Τουρκία και η τουρκοκυπριακή ηγεσία για την επιµονή τους σε λύση δύο κρατών και κυριαρχική ισότητα, θέση που παραβιάζει τις παραµέτρους του ΟΗΕ. Ενώ στο παρελθόν διαδοχικοί Γενικοί Γραµµατείς είχαν καταδικάσει ρητά ανάλογες προσεγγίσεις του Ραούφ Ντενκτάς. Και µε διατυπώσεις που βρίθουν από υπονοούµενα οι ευθύνες για το αρνητικό κλίµα που επικρατεί, για την αρνητική ρητορική και τις µονοµερείς ενέργειες που κλιµακώνουν την ένταση και πλήττουν την προοπτική της επανέναρξης του διαλόγου -στις οποίες περιλαµβάνεται η παραβίαση της νεκρής ζώνης από την κυβέρνηση Αναστασιάδη- επιµερίζονται και στην ελληνοκυπριακή πλευρά.
Σχολιάζοντας τα του ψηφίσµατος και των αντιδράσεων στα κατεχόµενα, ο απερχόµενος Πρόεδρος κ. Αναστασιάδης αναφέρθηκε σε «θράσος που δεν έχει όρια». Σωστά. Μόνο που το φλερτ µε τη λεγόµενη λύση δύο κρατών, µε θράσος τουλάχιστον, το δοκίµασε και ο ίδιος. Όπως µε θράσος, µε πολιτική αµετροέπεια, ανερµάτιστες προσεγγίσεις, πειραµατισµούς και λαθεµένη κρίση, οδήγησε την πλευρά µας διεθνώς σε µια άνευ προηγουµένου αναξιοπιστία και αφέθηκε η Τουρκία να απεργάζεται και να εµπεδώνει νέα διχοτοµικά τετελεσµένα.
Το Συµβούλιο Ασφαλείας προφανώς οµοίως προσλαµβάνει αυτό που και εµείς εδώ και καιρό επαναλαµβάνουµε: ότι το να επαγγελλόµαστε τη λύση στη συµφωνηµένη βάση, αλλά να αµφισβητούµε την ίδια ώρα το διαπραγµατευτικό κεκτηµένο, το πλαίσιο Γκουτέρες και τις συγκλίσεις, δεν επιτρέπει την επανέναρξη του διαλόγου. Υποθάλπει την άγονη παρέλευση του χρόνου και επιτρέπει τη δηµιουργία µη αναστρέψιµων αλλαγών επί του εδάφους που µπορεί να καταστήσουν ανέφικτη τη λύση του Κυπριακού.
Για να βγούµε από την οµηρία του σηµερινού µη βιώσιµου στάτους κβο, η ρήξη µε τις πολιτικές που µας οδήγησαν σε αυτήν είναι επιβεβληµένη.
Η ανάληψη πρωτοβουλιών µε µοναδικό γνώµονα τη συνέχιση των διαπραγµατεύσεων από κει που έµειναν χωρίς υποσηµειώσεις, αστερίσκους, αποτυχηµένες προσεγγίσεις και λεγόµενες «νέες ιδέες» είναι όσο ποτέ άλλοτε αναγκαία. Σήµερα, η κλεψύδρα της λύσης µετράει τους τελευταίους κόκκους ελπίδας.
*Νοµικός-∆ιεθνολόγος, μέλος Γραφείου Κυπριακού ΑΚΕΛ
