Στο μικροσκόπιο της Επ. Υγείας ο προϋπολογισμός του ΟΚΥπΥ για το 2022 – Επικρίσεις από ΑΚΕΛ

Τον προϋπολογισμό του ΟΚΥπΥ και του ΟΑΥ συζήτησε σήμερα η Επιτροπή Υγείας της Βουλής, με σκοπό οι προτάσεις να οδηγηθούν προς ψήφιση από την Ολομέλεια στις 17 Φεβρουαρίου. Σύμπνοια προς την κατεύθυνση της συνολικής αναβάθμισης του συστήματος υγείας στη χώρα καταγράφηκε μεταξύ των εκπροσώπων των Οργανισμών και των εκπροσώπων του Κοινοβουλίου.

Ο προϋπολογισμός του ΟΚΥπΥ για το 2022 ανέρχεται τα €502 εκατ., όπως είπε κατά την τοποθέτησή του στη συνεδρία ο Μάριος Παναγίδης, πρόεδρος του Δ.Σ. του ΟΚΥπΥ. «Στα έσοδα αυτά περιλαμβάνονται για πρώτη φορά και ποσό ύψους €120 εκατ. από υπηρεσίες δημόσιας υγείας, υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος και άλλες υπηρεσίες που παρέχει ο οργανισμός προς άλλα τμήματα της Κυβέρνησης», εξήγησε ο κ. Παναγίδης.

«Λαμβάνοντας υπόψη ότι τα Λειτουργικά Έξοδα για το έτος, στα οποία δεν συμπεριλαμβάνονται οι κεφαλαιουχικές δαπάνες, υπολογίζονται σε €498 εκατ., αναμένεται ότι για το 2022 ο Οργανισμός θα παρουσιάσει μικρό λειτουργικό πλεόνασμα ύψους €4 εκατ. Σύμφωνα με τους σχεδιασμούς του ΟΚΥπΥ, τα λειτουργικά πλεονάσματα αναμένεται να αυξηθούν τα επόμενα έτη και να ανέλθουν σε €16,5 εκ. το 2023 και €26,5 εκ. το 2024», πρόσθεσε σε δηλώσεις του, μετά το τέλος της συνεδρίασης.

Όπως εξήγησε ο κ. Παναγίδης, για την τριετία 2022 – 2024, η Διοίκηση του Οργανισμού έχει καταρτίσει ένα φιλόδοξο πρόγραμμα κεφαλαιουχικών δαπανών συνολικού ύψους περίπου €250 εκατ., εκ των οποίων €100 εκατ. για εξοπλισμούς και €150 εκατ. για την αναβάθμιση και επέκταση των κτηριακών του υποδομών.

Οι επενδύσεις αυτές, πρόσθεσε ο ίδιος, θα χρηματοδοτηθούν, επιπρόσθετα από τα λειτουργικά πλεονάσματα του Οργανισμού, από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αλλά και μέσω Κρατικής Χορηγίας κατά την περίοδο αυτή, μέσω της οποίας φαίνεται και η έμπρακτη στήριξη του Κράτους για την αναβάθμιση των υπηρεσιών Υγείας που παρέχονται από τον Οργανισμό.

Ο προγραμματισμός μέχρι και το 2023 εκτιμάται ότι φέρνει τον οργανισμό πιο κοντά στον στόχο της Οικονομικής Αυτονόμησης, εξασφαλίζοντας και την πιστή υλοποίηση των δράσεων του Επιχειρηματικού Σχεδίου, για βελτίωση των υπηρεσιών που παρέχονται και αναβάθμιση των υποδομών, υποστήριξε ο Πρόεδρος του ΔΣ του ΟΚΥπΥ.

Μετά από ερωτήσεις και από τα μέλη της Επιτροπής Υγείας, σχετικά με τη λίστα δέκα έργων που εκκρεμούν και για τα οποία στάλθηκε επιστολή και από τον Υπ. Υγείας, ο κ. Παναγίδης υποσχέθηκε να γίνει παρουσίαση της πορείας του Επιχειρησιακού Πλάνου εντός των επόμενων εβδομάδων.

Ανέφερε, δε, ότι για την υλοποίηση των έργων έχει προχωρήσει και η δημιουργία Τεχνικού Τμήματος και Τμήματος Προσφορών και Αγορών, που μπορούν να λειτουργήσουν αυτόνομα. Επιπρόσθετα, είπε, θα υπάρχουν Διευθυντές Έργων, δηλαδή ομάδες μηχανικών και αρχιτεκτόνων, για σχεδιασμό των έργων και την ετοιμασία δελτίων προσφορών, ενώ δεν αποκλείεται να ζητηθεί βοήθεια και από ξένους εμπειρογνώμονες.

Ο Κύπρος Σταυρίδης, Αναπληρωματικός Γενικός Διευθυντής του ΟΚΥπΥ, κατά τη συνεδρίαση της Επιτροπής ανέφερε ότι ο Οργανισμός θα ζητήσει την έγκριση κονδυλίου €35 εκατ. για την περίοδο 2020 – 22, για αναβάθμιση του εξοπλισμού, προκειμένου να είναι ανταγωνιστικές οι υπηρεσίες του Οργανισμού.

Υποστήριξε ότι «ένας ισορροπημένος προϋπολογισμός δείχνει τον δρόμο για την αρχή της αυτονόμησης τουΟργανισμού με την επίτευξη ενός λειτουργικού πλεονάσματος, αλλά και με την ανάπτυξη και βελτίωση των υποδομών».

Ανέφερε, δε, ότι ο Οργανισμός θα δώσει έμφαση στην προσέλκυση εσόδων και από την εξονοσοκομειακή φροντίδα, η οποία, όπως είπε, πλήγηκε σοβαρά κατά την περίοδο της πανδημίας. «Κάνουμε μία επανεκκίνηση, για να μπει στο προσκήνιο η εξονοσοκομειακή φροντίδα και σε αυτό τον στόχο θα μας βοηθήσει η εισαγωγή απογευματινού ωραρίου», πρόσθεσε.

Είπε ακόμα ότι, με σκοπό την κάλυψη αναγκών που παλιότερα καλύπτονταν από κρατικές υπηρεσίες, ο Οργανισμός ζητά το άνοιγμα 160 νέων θέσεων προσωπικού, εκ των οποίων οι 95 αφορούν διοικητικό προσωπικό, οι 47 νοσηλευτές και οι 19 γιατρούς. Επιπρόσθετα, ανέφερε, υπάρχουν και 75 θέσεις ωρομίσθιου προσωπικού, ενώ έχουν αφυπηρετήσει 306 άτομα, επομένως θα υπάρξει μικρή μείωση στο σύνολο, πράγμα που θα συμβάλει στις προσπάθειες εξοικονόμησης, όπως εκτιμά το ΔΣ.

Ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ, Γιώργος Λουκαΐδης, είπε ότι «πρέπει να μπει σε άλλη πορεία το δημόσιο σύστημα υγείας», καθώς «η ωραία εικόνα» που παρουσιάστηκε από το ΔΣ του Οργανισμού κατά τη συνεδρίαση, δε συνάδει με «την πραγματικότητα που ζούμε».

Υπενθύμισε την επιστολή του Υπ. Υγείας, που ασκούσε κριτική για τη μη υλοποίηση δεσμεύσεων του ΟΚΥπΥ για έργα αναβάθμισης των υποδομών και υπηρεσιών του. Υπογράμμισε, όμως, ότι οι βουλευτές του ΑΚΕΛ θα συνεχίσουν να στηρίζουν τις προσπάθειες για αναβάθμιση και εκσυγχρονισμό της δημόσιας υγείας.

Η Βουλευτής του ΑΚΕΛ, Μαρίνα Νικολάου, κατά την τοποθέτησή της στη συνεδρίαση, απηύθυνε ευχαριστίες στο προσωπικό των δημόσιων νοσηλευτηρίων για την προσπάθεια που κατέβαλαν ιδίως κατά την περίοδο της πανδημίας. «Θα συνεχίσουμε να υπερασπιζόμαστε τη δημόσια υγεία με κάθε κόστος», τόνισε, και υπογράμμισε ότι η καθυστέρηση στην υλοποίηση έργων αφήνουν εκτεθειμένο τον κόσμο που χρειάζεται τις υπηρεσίες των δημόσιων νοσηλευτηρίων, φέρνοντας σαν παράδειγμα την κατάσταση που επικρατεί στο Νοσοκομείο Αθαλάσσας.

Ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ, Χρίστος Χριστόφιας, κατά τη δική του τοποθέτηση στη συνεδρίαση, διατύπωσε ανησυχίες για τον κίνδυνο διαρροών ιατρικού προσωπικού στον ιδιωτικό τομέα, λόγω της αποδυνάμωσης των δημόσιων νοσηλευτηρίων.

Ικανοποίηση για το λειτουργικό πλεόνασμα των €4 εκατ. εξέφρασε η Προεδρεύουσα της Επιτροπής και Βουλευτής του ΔΗΣΥ, Σάββια Ορφανίδου, καθώς αυτό αναμένεται για το 2023 να αυξηθεί στα €16,5 εκατομμύρια και για το 2024 στα €26,5 εκατομμύρια. «Αυτό είναι ενδεικτικό των σταθερών βημάτων που έχουν γίνει από τον Οργανισμό για να πετύχουμε την οικονομική αυτονόμηση που αυτή είναι άλλωστε και η φιλοσοφία του ΓεΣΥ που έχουμε ψηφίσει, μετά που θα ολοκληρωθεί η υποβολή της κρατικής χορηγίας τον Ιούνιο του 2024», υποστήριξε.

Αναγνώρισε θετικό πρόσημο στη διαχείριση της πανδημίας από τα δημόσια νοσηλευτήρια, πράγμα που «οφείλεται τόσο στη συνετή διαχείριση του ίδιου του οργανισμού τα τελευταία χρόνια αλλά βεβαίως και στη δουλειά και στις θυσίες όλου του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού«, υποστήριξε. Τέλος, τόνισε την ανάγκη για άμεση προώθηση των αναπτυξιακών έργων αλλά και για στελέχωση νευραλγικών τομέων που ακόμη δεν έχουν στελεχωθεί πλήρως, όπως τα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών (ΤΑΕΠ).

Ο Βουλευτής του ΔΗΣΥ, Χαράλαμπος Πάζαρος, είπε ότι «εν μέσω πανδημίας, τα δημόσια νοσηλευτήρια μας έβγαλαν ασπροπρόσωπους και χρειάζεται να επενδύσουμε για να γίνουν ανταγωνιστικά, σε σχέση με τα ιδιωτικά». Τόνισε ότι τα ΤΑΕΠ πρέπει να γίνουν προτεραιότητα, γιατί είναι η αχίλλειος πτέρνα των νοσηλευτηρίων και ταλαιπωρούν πολύ κόσμο.

Ο Βουλευτής του ΔΗΚΟ, Πανίκος Λεωνίδου, πρότεινε να υπάρχει κάθε μήνα στην ατζέντα της Επιτροπής Υγείας θέμα για παρακολούθηση της δράσης του ΟΚΥπΥ και ΟΑΥ, ώστε να γίνεται έλεγχος σε τακτά διαστήματα. «Είναι και καθήκον και υποχρέωση όλων να βρούμε τρόπο να προστατεύουμε τους οργανισμούς«, τόνισε. Εξέφρασε, δε, την ανησυχία ότι η προσπάθεια των δημόσιων νοσηλευτηρίων να ανταπεξέλθουν στην πανδημία, στοίχισε τη ζωή σε ασθενείς με άλλες παθήσεις.

Ο Πρόεδρος και Βουλευτής της ΕΔΕΚ Μαρίνος Σιζόπουλος, υποστήριξε ότι «από το 2001 όταν ψηφίστηκε για πρώτη φορά το νομοσχέδιο λειτουργίας Γενικού Συστήματος Υγείας, καμία Κυβέρνηση δεν έκανε τίποτα για την ουσιαστική αναβάθμιση του δημόσιου τομέα υγείας», αναφέροντας χαρακτηριστικά την ύπαρξη ενός μόνο μαγνητικού τομογράφου σε δημόσιο νοσοκομείο. Πρόσθεσε ότι αξιολόγηση χρειάζεται γενικά στο σύστημα υγείας και όχι μόνο στον ΟΚΥπΥ.

Ο Βουλευτής της ΔΗΠΑ, Μιχάλης Γιακουμή, είπε ότι τα δημόσια νοσοκομεία βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή κατά την προσπάθεια ανάσχεσης της πανδημίας, ενώ παραμένουν στην πρώτη γραμμή και για τα σοβαρά ατυχήματα. Εξέφρασε την άποψη ότι γίνεται «εξαιρετική δουλειά» στα δημόσια νοσηλευτήρια και ότι προβλήματα θα υπάρχουν, γι’ αυτό και θα συνεχιστεί η προσπάθεια επίλυσής τους.

Γενικός Διευθυντής ΟΑΥ: Εργαζόμαστε πυρετωδώς στον έλεγχο των καταχρήσεων

«Ο Οργανισμός Ασφάλισης Υγείας (ΟΑΥ) εργάζεται πυρετωδώς στον έλεγχο των καταχρήσεων και στη διερεύνηση υποθέσεων», ανέφερε σε δηλώσεις του ο Άθως Τσινωντίδης, Γενικός Διευθυντής του Οργανισμού, στη σημερινή παρουσία του στη Βουλή, για την παρουσίαση του ετήσιου προϋπολογισμού.

Συγκεκριμένα, υποστήριξε ότι ο ΟΑΥ αξιοποιεί όλο το προσωπικό που έχει στη διάθεσή του, για «να επιτελέσει ένα τεράστιο έργο, που έχει να κάνει τόσο με τις καταχρήσεις, όσο και με τη διαχείριση του Γενικού Συστήματος Υγείας». Σημείωσε, δε, ότι ο Οργανισμός θα έπρεπε να έχει γύρω στους 200 υπαλλήλους, ενώ αυτή τη στιγμή λειτουργεί μόνο με 100, δηλαδή μόλις το 50%.

Όπως είπε, ζητήθηκε αποπαγοποίηση θέσεων για το 2021, ώστε να καλυφθούν οι τρέχουσες ανάγκες και εξήγησε ότι όλες οι θέσεις που περιλαμβάνονται στον προϋπολογισμό του 2021, έχουν προκηρυχθεί και είναι σε εξέλιξη η διαδικασία πλήρωσής τους. Εξέφρασε, μάλιστα, την ελπίδα ότι «θα δοθούν στον Οργανισμό επιπλέον θέσεις, για να μπορέσει να ανταπεξέλθει με τις υποχρεώσεις του».

Απαντώντας σε ερωτήσεις των δημοσιογράφων, ο κ. Τσιντωνίδης υποστήριξε ότι «τους τελευταίους μήνες ο Οργανισμός ασχολήθηκε με το να δοθούν τα στοιχεία που είχε ζητήσει ο Γενικός Ελεγκτής, ενώ έχουν δοθεί και τα στοιχεία που ζήτησε και το Τμήμα Φορολογίας», στο πλαίσιο διερεύνησης καταγγελιών. Τόνισε ότι, αν και δεν μπορεί αυτόματα να θεωρείται ένοχος όποιος λαμβάνει ένα υψηλό ποσό, οπωσδήποτε τίθεται κάτω από το μικροσκόπιο του Οργανισμού.

«Πρόσφατα δείξαμε την αποφασιστικότητά μας, με την ποινική δίωξη εναντίον ιατρού, που ήταν αποτέλεσμα συντονισμένων και επιμελών ερευνών του Οργανισμού, ώστε να καταλήξουμε ότι αυτή η περίπτωση τύγχανε της ανάγκης να δοθούν στην αστυνομία. Θα υπάρξουν κι άλλες τέτοιες περιπτώσεις. Στόχος δεν είναι οι ποινικές διώξεις, αλλά εκεί όπου εντοπιστεί η ανάγκη, ο Οργανισμός δε θα διστάσει να καταφύγει στην Αστυνομία και να δώσει ονόματα», είπε.

Σύμφωνα με τον κ. Τσιντωνίδη, πέρα από την περίπτωση του γιατρού με τον οποίο έχει τερματιστεί η σύμβαση, υπάρχουν τρεις ακόμα περιπτώσεις γιατρών που είναι υπό αναστολή, ενώ έχει ανασταλεί η σύμβαση και με έναν προσωπικό ιατρό, αλλά και με ένα φαρμακείο και με δύο κλινικά εργαστήρια στο παρελθόν.

«Αυτές οι έρευνες είναι πολύ χρονοβόρες», υποστήριξε, τονίζοντας ότι για να σταματήσει μία σύμβαση, πρέπει να υπάρχουν όλα τα στοιχεία για να αιτιολογηθεί κάτι τέτοιο. Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με την αποσυμφόρηση της αναμονής σε ορισμένους ειδικούς ιατρούς, είπε ότι προωθείται μηχανισμός για καλύτερο φιλτράρισμα σε επίπεδο προσωπικού ιατρού, ώστε να καταλήγουν στους ειδικούς μόνο εκείνοι που όντως τους χρειάζονται.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy