Συναντήσεις/Ορίζοντας

Στο Σαρδάμ εμπνεόμενες από το ωμά ειλικρινές βλέμμα της Καραπάνου

Ο Αντώνης Γεωργίου συναντά τις συγγραφείς Μαρία Ιωάννου, Έρινα Χαραλάμπους, Αυγή Λίλλη, Μαρία Τζιαούρη Χίλμερ που συμμετέχουν στη φετινή επετειακή έκδοση για τα 10χρονα του Διεθνούς Φεστιβάλ Σαρδάμ μοιράζοντας στη σκηνή του Θεάτρου Ριάλτο σκέψεις και κείμενα εμπνευσμένες από τη ζωή και το έργο της Μαργαρίτας Καραπάνου, με την καθοδήγηση της σκηνοθέτιδας Μαρίας Κυριάκου.

Η λογοτεχνία δεν «πρέπει» να είναι αλλιώς, μα οφείλει να είναι ελεύθερη και ανοικτή σε νέα πράγματα

 

Από τη ζωή και το έργο της Μαργαρίτας Καραπάνου τι είναι αυτό που σας εμπνέει;

Μαρία Ιωάννου: Το πόσο λιτή μα ταυτόχρονα βιτριολική είναι η γραφή της. Το βλέμμα της, η συναρπαστική μοναχικότητα που εκπέμπει το σώμα και η έκφρασή της. Για κάποιον λόγο τα μάτια της, και η όλη ατμόσφαιρα της γραφής της, μου θυμίζουν αυτό που ο Ocean Vuong στο βιβλίο «Στη γη είμαστε πρόσκαιρα υπέροχοι» περιγράφει ως εξής: «Το μάτι, μοναχό μέσα στην κόχη του, δεν ξέρει καν ότι υπάρχει άλλο ένα, πανομοιότυπο, λίγα εκατοστά παρακεί, εξίσου πεινασμένο, εξίσου κενό».

Η Καραπάνου με το συγγραφικό της έργο φανερώνει έναν άλλο τρόπο του υπάρχειν κουβαλώντας ο καθένας τα σκοτάδια του.

Έρινα Χαραλάμπους: Η Μαργαρίτα Καραπάνου δεν ανήκει στις συγγραφείς με τις οποίες θα διαλεγόμουν ποιητικά, και η συγκεκριμένη δημιουργική διαδικασία στο πλαίσιο του Σαρδάμ αποτέλεσε και την αφορμή να αναζητήσω το γιατί – ενδεχομένως να τηρούσα άλλη στάση απέναντι στο έργο της, εάν το διάβαζα στη μακρινή και μικρή δεκαετία των είκοσι. Αν και με συγκλονίζει αφηγηματικά, ο ιδιωτικός του τόπος και τρόπος δεν φωτίζει τη δική μου υπαρξιακή και ποιητική αγωνία. Στην περίπτωσή μου, η ποιητική πράξη, είτε ως αφετηρία είτε ως κατάληξη, συνομιλεί ευθέως με τη δημόσια σφαίρα – χωρίς αυτό να τίθεται ως γενική, παρά μόνο ως προσωπική, αξίωση. Δεν υπήρξα ποτέ «κόρη της», λοιπόν, όπως ακούγεται και επί σκηνής.

Η λογοτεχνία δεν «πρέπει» να είναι αλλιώς, μα οφείλει να είναι ελεύθερη και ανοικτή σε νέα πράγματα ώστε να εξελίσσεται

Αυγή Λίλλη: Το έργο της Καραπάνου ξυπνά πιο πολύ το φιλολογικό μου ένστικτο, θα έλεγα, παρά το συγγραφικό. Το μυθιστόρημα Η Κασσάνδρα και ο Λύκος επιτυγχάνει «πανηγυρικά» με την ελληνική κυκλοφορία του το 1976, στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, ό,τι επιδιώκει κάθε λογοτεχνικό έργο μέσα στην ιστορία: να αιφνιδιάσει. Μέσω της ιδιότυπης αποσπασματικότητάς του, μιας ασταθούς δόμησης του μύθου, του πυκνού και συνάμα υπαινικτικού λόγου, το μυθιστόρημα εντείνει το αίσθημα της ανοικείωσης ως προς την επίγνωση της γυναικείας ταυτότητας. Η γυναικεία αυτοσυνειδησία συντελείται μέσω της εξονυχιστικής εξερεύνησης έως και κακοποίησης του κοριτσίστικου σώματος. Ακρωτηριασμός, ερωτική επιθυμία και σεξουαλικότητα, αυτοϊκανοποίηση, περιγράφονται με την τρομακτική αθωότητα μιας παιδικής αφήγησης μέσα σε ένα συγγραφικό (και αναγνωστικό) πλαίσιο, το οποίο, τότε, ήταν σαφώς στραμμένο αλλού. Ωστόσο, τόλμησε και δημοσίευσε «ένα τέτοιο βιβλίο» η Καραπάνου, όπου το κορίτσι ενηλικιώνεται βίαια και συνάμα φυσικά, κανιβαλίζοντας τα κομμάτια του τεμαχισμένου σώματός της. Αυτή η τόλμη, του αιχμηρού και ωμά ειλικρινούς βλέμματος, όταν ο καλλιτέχνης έχει κάτι να πει, αυτή η συγγραφική τόλμη με εμπνέει.

Μαρία Τζιαούρη Χίλμερ: Διαβάζοντας το βιβλίο της Η Κασσάνδρα και ο Λύκος με εντυπωσίασε στην Καραπάνου η πολυπλοκότητα της ιστορίας της: η δύσκολη παιδική ηλικία, η κακοποίηση, οι περίπλοκες ερωτικές σχέσεις, το πάθος σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής της. Πως το τραύμα,  η οδύνη και ο φόβος μετουσιώνονται σε δημιουργία. Η τέχνη της γραφής ως ξόρκι του πόνου και του θανάτου. Ένα στοιχείο που με εμπνέει στην Καραπάνου είναι, ότι με το συγγραφικό της έργο φανερώνει έναν άλλο τρόπο του υπάρχειν κουβαλώντας ο καθένας τα σκοτάδια του. Τέλος μου αρέσει ιδιαίτερα η κινηματογραφική οικονομία στο γράψιμο της.

Πως ήταν η δημιουργική διαδικασία μέχρι σήμερα;

Έρινα Χαραλάμπους: Νιώθω ευλογημένη για τη συνύπαρξη με μια ομάδα δημιουργών το έργο και τη δουλειά των οποίων αγαπώ και θαυμάζω. Η διαδικασία ήταν οπωσδήποτε δημιουργική, ήταν ταυτόχρονα, όμως, και αποκαλυπτική για τη γυναικεία δημιουργική συνθήκη, η οποία ορίζεται πάντα από αμέτρητες ευθύνες και ενοχή απέναντι στις απουσίες σου – ένα αναπόφευκτο και θλιβερό κλισέ.

Αυτή η τόλμη, του αιχμηρού και ωμά ειλικρινούς βλέμματος, όταν ο καλλιτέχνης έχει κάτι να πει, αυτή η συγγραφική τόλμη με εμπνέει.

«Γυναικεία υπόθεση» η περφόρμανς. Έχει αλλάξει κάτι στην «παρουσία» γυναικών στη λογοτεχνία και στις τέχνες γενικότερα στην Κύπρο;

Αυγή Λίλλη: Έχει αλλάξει ό,τι έχει αλλάξει για την παρουσία των γυναικών γενικά. Δεν είναι αθέατες και δεν είναι απλώς «γυναίκες συγγραφείς» (κάποτε – υπάρχει ακόμη δρόμος…) οι γυναίκες καλλιτέχνες. Φαίνεται όμως ότι τελικά η ζωή είναι που ακολουθεί την τέχνη, καθώς στην τέχνη η γυναικεία παρουσία είναι πολύ πιο δυναμική και «θεατή» από ό,τι σε άλλους τομείς της ζωής, όπως στην πολιτική, για παράδειγμα

Η διαδικασία ήταν αποκαλυπτική για τη γυναικεία δημιουργική συνθήκη, η οποία ορίζεται πάντα από αμέτρητες ευθύνες και ενοχή απέναντι στις απουσίες σου

Σαρδάμ η λογοτεχνία αλλιώς. Πόσο αλλιώς «πρέπει» να είναι και/ή είναι η λογοτεχνία στην Κύπρο σήμερα;  

Μαρία Ιωάννου: Η λογοτεχνία δεν «πρέπει» να είναι αλλιώς, μα οφείλει να είναι ελεύθερη και ανοικτή σε νέα πράγματα ώστε να εξελίσσεται. Το αλλιώς, φυσικά, δεν σημαίνει πως κάτι είναι καλύτερο ή χειρότερο, ναι, εύχομαι κάποια στιγμή να το ξεπεράσουμε αυτό και να αφήσουμε λίγο τη λογοτεχνία να αναπνεύσει, όχι μόνο στην Κύπρο, γενικά. Όπως κάθε ζωντανός οργανισμός, η λογοτεχνία είναι μια τέχνη που, ευτυχώς, μεταμορφώνεται και μεταμορφώνει.

Έρινα Χαραλάμπους: Αν και η υποδοχή της «λογοτεχνίας αλλιώς» φαίνεται να κερδίζει έδαφος και στην Κύπρο, τίποτα δεν πρέπει. Εάν και εφόσον υφίσταται, πάει να πει ότι είναι αναγκαίο. Εάν και εφόσον δεν υφίσταται, πάει να πει πως δεν. Κατά τη γνώμη μου – και χάρη στη δεκαετή παρουσία του Φεστιβάλ Σαρδάμ, μεταξύ άλλων –, υφίσταται. Κατά τον τρόπο και την αισθητική μου, καλώς.

Αυγή Λίλλη: Το μόνο «πρέπει» που υπάρχει στην τέχνη, όχι μόνο στη λογοτεχνία, είναι να έχει το έργο λόγο ύπαρξης, να έχει κάτι να πει, να δίνει κάτι καινούργιο, να σπείρει καινά δαιμόνια – με όλες τις ερμηνείες της φράσης. Και να μην ξεχνά τη θεμελιώδη λειτουργία της, να τέρπει.

Μαρία Τζιαούρη Χίλμερ: Πιστεύω, πως τα τελευταία χρόνια η κυπριακή λογοτεχνία «ανθίζει». Πολλοί Κύπριοι συγγραφείς έδωσαν και δίνουν εξαιρετικά λογοτεχνικά έργα ποίησης και πεζογραφίας, οι οποίοι βέβαια αναζητούν στέγη σε ελληνικούς εκδοτικούς οίκους, ώστε το έργο τους να διαβαστεί περισσότερο. Ας μην γελιόμαστε, οι εκδοτικοί οίκοι στην Κύπρο δεν μπορούν (;) να ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες του εκδοτικού γίγνεσθαι και οι αναγνώστες- λάτρεις της λογοτεχνίας εδώ είναι δυστυχώς λίγοι. Κατά τη γνώμη μου, στην Κύπρο έχουμε έλλειμα και πολύ δρόμο να διανύσουμε στον τομέα της φιλαναγνωσίας ξεκινώντας από το σχολείο και το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Κάποιοι φωτισμένοι παιδαγωγοί- μετρημένοι στα δάχτυλα ίσως των χεριών μας- καλλιεργούν στους μαθητές τη φιλαναγνωσία. Αυτό συμβαίνει, γιατί οι ίδιοι αγαπούν πολύ το βιβλίο, όχι επιδερμικά στο πλαίσιο της διδασκαλίας τους, αλλά γιατί το θεωρούν απαραίτητο εφόδιο για την πνευματική πορεία της μετέπειτα γενιάς στην κυπριακή κοινωνία.

Μαρία Α. Ιωάννου, Αυγή Λίλλη, Έρινα Χαραλάμπους, Μαρία Τζιαούρη-Χίλμερ, σε συνεργασία με τη σκηνοθέτιδα Μαρία Κυριάκου και τη συγγραφέα Λουίζα Παπαλοΐζου

Ομαδική βραδιά (Sardam Main Event)

Σάββατο, 24 Σεπτεμβρίου 2022

Θέατρο Ριάλτο, 8:00

 

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy