Συνεντεύξεις: Επικοινωνιακό πυροτέχνημα η πρόσκληση του Προέδρου για οικουμενική κυβέρνηση

Οι εκπρόσωποι τεσσάρων κομμάτων σχολιάζουν την πρόσκληση του Προέδρου για σχηματισμό οικουμενικής κυβέρνησης και απαντούν στο ερώτημα αν μετατοπίστηκε το εκλογικό σώμα, μέσα από τις βουλευτικές εκλογές, ως προς τη λύση Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας

Της Νίκης Κουλέρμου

Με εξαίρεση το ΔΗΣΥ, τα τρία κόμματα της αντιπολίτευσης -ΑΚΕΛ, ΔΗΣΥ και ΕΔΕΚ- χαρακτηρίζουν την πρόσκληση του Προέδρου Αναστασιάδη για σχηματισμό οικουμενικής κυβέρνησης ως «επικοινωνιακό πυροτέχνημα», μια πρόταση που δεν βρίσκει έρεισμα, γιατί ο Πρόεδρος «έχει αποδείξει ότι πίσω από τέτοιου είδους εκφράσεις κρύβει την πρόθεσή του να λειτουργήσει μόνο με πολιτικές δυνάμεις και πρόσωπα που εξυπηρετούν τις δικές του στοχεύσεις, χωρίς να τολμούν να διαφοροποιηθούν».

Ακόμα, η αντιπολίτευση διερωτάται «πώς είναι δυνατόν να συμμετάσχει κάποιος σε μια κυβέρνηση με την οποία διαφωνεί και μάλιστα σε βασικές παραμέτρους πολιτικής, όπως είναι η πολιτική στο Κυπριακό, στην οικονομία και στην κοινωνία». ΑΚΕΛ και ΔΗΣΥ συμφωνούν ότι το πραγματικό δίλημμα είναι μεταξύ ΔΔΟ και οριστικής διχοτόμησης. Η διαφορά είναι ότι το ΑΚΕΛ δεν εμπιστεύεται τον Πρόεδρο και αμφιβάλλει αν θ’ αλλάξει ρότα.

Ο ΔΗΣΥ υποστηρίζει πολύ εύσχημα ότι «όλοι μαζί θα κερδίσουμε ή όλοι μαζί θα χάσουμε, εάν και εφόσον παρ’ ελπίδα τα πράγματα δεν οδηγηθούν προς τη σωστή κατεύθυνση». Αποφεύγει επίσης να αναφέρει το όνομα του ΕΛΑΜ, επαναλαμβάνοντας ότι «η διχοτόμηση δεν είναι η μοίρα αυτού του λαού».

Ερωτήσεις:

1. Κάποιοι, ένθεν κακείθεν του συρματοπλέγματος, σχολιάζουν ότι το αποτέλεσμα της κάλπης είναι μήνυμα ότι δεν στηρίζεται από την πλειοψηφία του λαού η λύση Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας. Ποια είναι η δική σας ανάγνωση;

2. Η άνοδος του ΕΛΑΜ δημιουργεί δυναμικές για να παραμείνει η διχοτομική κατάσταση ως η δεύτερη καλύτερη λύση;

3. Πώς απαντάτε στην πρόσκληση του Προέδρου για «οικουμενική κυβέρνηση» για «να προχωρήσουμε όλοι μαζί για την πατρίδα μας»; Μήπως η κίνησή του στοχεύει σε «επένδυση» προς τις Προεδρικές του 2023;

4. Αν η αξιοπιστία του Προέδρου τρώθηκε μέσα από τις παλινωδίες του στο Κυπριακό, μπορείτε να τον εμπιστευτείτε αν δηλώσει ότι το Κυπριακό θα είναι εθνική προτεραιότητα στο χρόνο που απομένει μέχρι τη λήξη της θητείας του;

Γιώργος Λουκαΐδης, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος ΑΚΕΛ: «Επικοινωνιακό πυροτέχνημα η οικουμενική κυβέρνηση, το οποίο συγκρούεται με τις τοξικές πολιτικές και πρακτικές της κυβέρνησης Αναστασιάδη – ΔΗΣΥ»

Απαντώντας στην 1η ερώτηση, ο Γ. Λουκαΐδης σημειώνει: «Οι αριθμοί δεν επιβεβαιώνουν αυτή την αναφορά. ΕΛΑΜ, ΕΔΕΚ, Αλληλεγγύη και Συμμαχία Πολιτών, που τοποθετούνται ανοιχτά ενάντια στην ΔΔΟ, συνολικά έχουν απωλέσει ποσοστά. Από την άλλη, είναι ασφαλώς ιδιαίτερα ανησυχητική και από αυτή την άποψη η αύξηση των ποσοστών της Χρυσής Αυγής Κύπρου. Σε κάθε περίπτωση οι σχετικές έρευνες καταδεικνύουν ότι η πλειοψηφία του λαού μας στηρίζει την προοπτική λύσης ΔΔΟ, ως της μονής επιλογής για να μπορέσουμε να απελευθερώσουμε και να επανενώσουμε την πατρίδα και το λαό μας. Υπογραμμίζουμε εκ νέου ότι το πραγματικό δίλημμα που έχουμε ενώπιόν μας είναι μεταξύ ΔΔΟ και οριστικής διχοτόμησης. Κατά συνέπεια, αυτό που απαιτείται είναι να εντείνουμε τις προσπάθειες για προετοιμασία του λαού μας για μια τέτοια λύση.Το μεγαλύτερο καθήκον βέβαια πέφτει στους ώμους της κυβέρνησης, η οποία όχι μόνο δεν καλλιεργεί κουλτούρα λύσης, αλλά αντίθετα την υπονομεύει».

Στη 2η ερώτηση ο Γ. Λουκαΐδης είναι σαφής: «Ξεκαθαρίζουμε για μια ακόμη φορά ότι η διχοτόμηση δεν μπορεί να θεωρείται με κανέναν τρόπο ως η δεύτερη καλύτερη λύση. Γιατί πολύ απλά η οριστικοποίηση της διχοτόμησης θα είναι η απαρχή για νέα, χειρότερα δεινά για ολόκληρη την Κύπρο. Όπως ανέφερα, η άνοδος του ΕΛΑΜ εγκυμονεί κινδύνους σε διάφορα επίπεδα και τομείς της πολιτικής ζωής και της κοινωνίας. Στο βαθμό που η κυβέρνηση θα συνεχίσει να διατηρεί το ΕΛΑΜ ως την ακροδεξιά εφεδρεία της και να συμβάλλει στην κανονικοποίηση αυτού του ναζιστικού μορφώματος, ασφαλώς οι κίνδυνοι αυξάνονται και προς αυτή την κατεύθυνση».

Στην 3η ερώτηση ο Γ. Λουκαΐδης απαντά: «Πρόκειται για επικοινωνιακό πυροτέχνημα, το οποίο συγκρούεται με τις τοξικές πολιτικές και πρακτικές της κυβέρνησης Αναστασιάδη – Συναγερμού. Πυροτέχνημα το οποίο προφανώς εξυπηρετεί τις παρούσες και μελλοντικές σκοπιμότητες του Συναγερμού και του Προεδρικού ενόψει των Προεδρικών 2023. Κατά συνέπεια, το ΑΚΕΛ ήδη αντέδρασε αρνητικά απέναντι σε αυτό το επικοινωνιακό παιχνίδι της κυβέρνησης. Μας χωρίζει χάσμα με την κυβέρνηση Συναγερμού– Αναστασιάδη και ως εκ τούτου μόνο μέσα από την πλήρη αναθεώρηση και αλλαγή πολιτικών και πρακτικών της κυβέρνησης μπορεί να δημιουργηθούν προϋποθέσεις ευρύτερης συναίνεσης, που θα επιτρέψουν την προώθηση προοδευτικών μεταρρυθμίσεων ή άλλων μέτρων που θα εξυπηρετούν τον λαό και θα παίρνουν τον τόπο μπροστά».

Στην 4η ερώτηση ο κοινοβ. εκπρόσωπος σημειώνει: «Σε κανένα στάδιο τα τελευταία οχτώ χρόνια δεν έχουμε εμπιστευτεί τον Νίκο Αναστασιάδη και σε ό,τι αφορά τη διαχείριση του Κυπριακού. Ακόμη και όταν για κάποια χρονική περίοδο στηρίζαμε τη διαδικασία επίλυσης του προβλήματος, δηλώναμε δημόσια ότι δεν του έχουμε εμπιστοσύνη. Επαναλαμβάνουμε το αυτονόητο. Αν δεν ήταν αυτή η προσέγγισή μας, όποτε ο διαπραγματευτής της ελληνοκυπριακής κοινότητας δεν ήταν πρόσωπο που εκλέχθηκε από το ΑΚΕΛ, θα έπρεπε να απορρίπτουμε εκ προοιμίου κάθε προσπάθεια λύσης του Κυπριακού. Συνακόλουθα, όπως και όλες τις άλλες περιπτώσεις στο παρελθόν, έτσι και τώρα, οι όποιοι χειρισμοί στο Κυπριακό θα κρίνονται από το περιεχόμενό τους.

Στο βαθμό που ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα ενεργεί στο πλαίσιο που κι εμείς ως ΑΚΕΛ έχουμε εισηγηθεί, εποικοδομητική θα είναι η στάση μας. Και το αντίστροφο ασφαλώς. Θα συνεχίσουμε να ασκούμε αυστηρή κριτική αν συνεχίσει να πορεύεται στο δρόμο του πολιτικού τυχοδιωκτισμού. Σε κάθε περίπτωση κρατάμε πολύ μικρό καλάθι ως προς την πιθανότητα ο Νίκος Αναστασιάδης να αλλάξει ρότα από εδώ και πέρα».

Νίκος Τορναρίτης, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος ΔΗΣΥ: «Όλοι μαζί θα κερδίσουμε ή όλοι μαζί θα χάσουμε»

Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΔΗΣΥ στην 1η ερώτηση απαντά: «Ο λαός μίλησε στις 30 του Μάη και έστειλε ξεκάθαρα μηνύματα και αν θέλετε, μας προειδοποίησε ως πολιτικό σύστημα ότι ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε. Από εκεί και πέρα, επιτρέψτε μου να διαφωνήσω μαζί σας όσον αφορά την εκτίμησή για το Κυπριακό, τη ΔΔΟ και στο κατά πόσον στηρίζεται από την πλειοψηφία του λαού. Η Ομοσπονδία είναι η μόνη ρεαλιστική προοπτική επίλυσης του Κυπριακού, καθώς το δίλημμα που έχουμε μπροστά μας δεν είναι Ομοσπονδία ή κάτι καλύτερο. Το πραγματικό δίλημμα είναι Ομοσπονδία ή διχοτόμηση».

Στη 2η ερώτηση, αποφεύγοντας να αναφερθεί ακόμα και στο όνομα του ΕΛΑΜ, ο κ. Τορναρίτης επαναλαμβάνει ότι «η διχοτόμηση δεν είναι η μοίρα αυτού του λαού. Η διχοτόμηση σημαίνει ολική εξαφάνιση σε πολύ μικρό διάστημα της τουρκοκυπριακής κοινότητας και πολύ μεγάλη απειλή όσον αφορά την παρουσία των Ελληνοκυπρίων στη γη των προγόνων μας. Εμείς το είπαμε προεκλογικά, το λέμε και σήμερα, είμαστε προσανατολισμένοι στην απελευθέρωση και την επανένωση του τόπου μας. Το μόνο μέσο για να πετύχουμε το στόχο μας είναι η Ομοσπονδία. Προς αυτή την κατεύθυνση προχωράμε και δεν μπορεί κανείς να εμποδίσει αυτόν το μεγάλο στόχο».

Στην 3η ερώτηση απαντά: «Δεν θεωρώ ότι η κίνηση του Προέδρου στοχεύει οπουδήποτε αλλού εκτός από την επίλυση και την αντιμετώπιση των δύσκολων και σοβαρών ζητημάτων που ο τόπος μας αντιμετωπίζει ή θα αντιμετωπίσει μέχρι το 2023. Συγκεκριμένα, εκτός από την πανδημία και τις οικονομικές της επιπτώσεις, καλούμαστε ως πολιτικές δυνάμεις στο σύνολο να διαχειριστούμε δύσκολα και σημαντικά ζητήματα, όπου κρίνεται και το μέλλον αυτού του τόπου και των παιδιών μας. Για παράδειγμα, τους επόμενους μήνες αναμένονται σοβαρές εξελίξεις στο Κυπριακό, έχουμε να διαχειριστούμε τα 4,4 δις ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, είναι οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις όπως αυτή της Δικαιοσύνης και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και άλλες, τις οποίες η κυβέρνηση προωθεί και που τόσο ανάγκη έχει ο τόπος μας. Χρειάζεται, λοιπόν, ενότητα και συνεργασία όλων των πολιτικών δυνάμεων, προς αυτή την κατεύθυνση κινείται και η πρόσκληση του Προέδρου».

Στην 4η ερώτηση ο κ. Τορναρίτης απαντά: «Αν μιλάτε για αξιοπιστία στο Κυπριακό, επιτρέψτε μου να πω ότι η αξιοπιστία πολλών έχει τρωθεί στο πρόσφατο και στο απώτερο παρελθόν στο Κυπριακό, ειδικότερα σε κρίσιμες, κομβικές στιγμές της ιστορίας μας. Σήμερα πρέπει να μιλήσουμε για το μέλλον. Ο διαπραγματευτής της ελληνοκυπριακής πλευράς είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, τον οποίο οφείλουμε να ενισχύσουμε, να στηρίξουμε στις κρίσιμες μέρες που ακολουθούν. Όλοι μαζί θα κερδίσουμε ή όλοι μαζί θα χάσουμε, εάν και εφόσον παρ’ ελπίδα τα πράγματα δεν οδηγηθούν προς τη σωστή κατεύθυνση. Οι εκλογές έχουν τελειώσει, πρέπει να βάλουμε στην άκρη τα συνθήματα και να δούμε με ποιο τρόπο ενώνουμε δυνάμεις, άλλωστε σε αυτόν τον τόπο είμαστε πολύ λίγοι για να έχουμε τόσες πολλές διαφορές».

Πανίκος Λεωνίδου, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος ΔΗΚΟ: «Προσχηματική η πρόσκληση του Προέδρου για οικουμενική κυβέρνηση»

Εκ μέρους του ΔΗΚΟ ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος, Πανίκος Λεωνίδου, απαντά στην 1η ερώτηση λέγοντας ότι: «Πρόκειται για λανθασμένο συμπέρασμα. Αφενός γιατί δεν προκύπτει κάτι τέτοιο από τις επιλογές των πολιτών, με βάση τα ποσοστά των κομμάτων που υποστηρίζουν λύση Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας. Αφετέρου γιατί η επιλογή ενός κόμματος στις βουλευτικές εκλογές αποτελεί σύνθεση μεγάλου αριθμού παραμέτρων, με κυρίαρχες αυτές των αντιλήψεων για την οικονομία, για τα ζητήματα εσωτερικής διακυβέρνησης, καθώς και των προσωπικών σχέσεων με υποψηφίους. Το Κυπριακό έχει πολύ μεγαλύτερο βάρος στην επιλογή των προεδρικών εκλογών».

Στη 2η ερώτηση ο κ. Λεωνίδου απαντά: «Η άνοδος του ΕΛΑΜ κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες, προφανώς γεννά προβληματισμό. Θα την απέδιδα, όμως, κυρίως στην απορρόφηση ψήφου συνολικής διαμαρτυρίας για το πολιτικό σύστημα και όχι στις θέσεις του για το Κυπριακό. Η λογική που θέλει τη διαιώνιση της σημερινής διχοτομικής κατάστασης ως de facto λύσης του Κυπριακού είναι επικίνδυνη και καταστροφική και μας βρίσκει απολύτως αντίθετους. Το αδιέξοδο που προκαλεί η στάση της Τουρκίας, ιδίως μετά την επίσημη τοποθέτησή της για αλλαγή της βάσης λύσης και δύο κράτη, γίνεται ακόμα μεγαλύτερο εάν αποδεχτούμε τη λογική της παραμονής της σημερινής κατάστασης».

Ενδιαφέρουσα η απάντηση και στην 3η ερώτηση: «Η ειλικρίνεια δηλώσεων του είδους “να προχωρήσουμε όλοι μαζί” αξιολογείται με βάση την πορεία και τη διαχρονική στάση του καθενός. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει –δυστυχώς– αποδείξει ότι πίσω από τέτοιου είδους εκφράσεις κρύβει την πρόθεσή του να λειτουργήσει μόνο με πολιτικές δυνάμεις και πρόσωπα που εξυπηρετούν τις δικές του στοχεύσεις, χωρίς να τολμούν να διαφοροποιηθούν. Θεωρούμε, λοιπόν, την πρόσκληση προσχηματική, πολύ περισσότερο όταν δεν στηρίζεται σε επανατοποθέτηση του Προέδρου της Δημοκρατίας και πρόθεση να εγκαταλείψει πρακτικές και πολιτικές που δεν μας βρίσκουν σύμφωνους. Δεν μπορεί να συζητηθεί συνεργασία χωρίς πρόγραμμα και κοινές ιδέες και θέσεις για το Κυπριακό, την οικονομία, τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και τα άλλα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο τόπος. Χωρίς επίσης αλλαγή ύφους και πρακτικών στην άσκηση της εξουσίας».

Στην 4η ερώτηση ο κ. Λεωνίδου απαντά: «Το θέμα δεν είναι αν το Κυπριακό αποτελεί εθνική προτεραιότητα για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Τα Κυπριακό είναι εθνική προτεραιότητα για όλους μας, συνεπώς και για τον κ. Αναστασιάδη. Αλίμονο εάν δεν ήταν. Το πρόβλημα είναι ότι η στρατηγική και η τακτική στις διαπραγματεύσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν έχουν κάμψει την τουρκική αδιαλλαξία με αποτέλεσμα τη λύση του Κυπριακού. Και αυτό δεν αποτελεί υποκειμενική κρίση. Αποτελεί αντικειμενική αξιολόγηση. Αντίθετα, η αστάθεια και οι ασάφειες στην πολιτική του Προέδρου της Δημοκρατίας στο Κυπριακό διόγκωσαν το μέγεθος του προβλήματος, αφού αφενός κατέδειξαν ότι η πλευρά μας δεν έχει συγκεκριμένη στρατηγική στόχευση και αφετέρου επέτρεψαν να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι ο κ. Αναστασιάδης είναι διατεθειμένος να συζητήσει λύση δύο κρατών.

Κωστής Ευσταθίου, βουλευτής ΕΔΕΚ: «Πώς είναι δυνατόν να συμμετάσχει κάποιος σε μια κυβέρνηση με την οποία διαφωνεί;»

Ενδιαφέρουσες οι απαντήσεις του κ. Ευσταθίου. Υποστηρίζει ότι «το Κυπριακό δεν απασχόλησε σχεδόν καθόλου τις βουλευτικές εκλογές. Ακόμη και εκεί όπου έγινε αναφορά στην εθνική μας υπόθεση, αυτή έγινε παρεμπιπτόντως και κατά τρόπο αποσπασματικό. Σοβαρή συζήτηση δεν έγινε, παρά μόνο διάλογος κωφών, όπου ο κάθε ένας επαναλάμβανε εκ του ασφαλούς φράσεις – κλισέ και έννοιες και όρους άγνωστους, χωρίς ανάλυσή τους. Αν προκύπτει κάτι ως ανάγνωση των εκλογών επί του θέματος, είναι ότι ο λαός δεν έχει κουραστεί στο Κυπριακό, αλλά έχει παραιτηθεί. Αυτή η παραίτηση αφορά στα δικαιώματά του, τα οποία φαίνεται να μη διεκδικεί. Επομένως, δεν μπορούμε να καταλήξουμε με ασφάλεια σε οποιοδήποτε συμπέρασμα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι εκεί όπου ο λαός κλήθηκε να τοποθετηθεί, να εγκρίνει ή να απορρίψει την εφαρμογή στην πράξη της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, την απέρριψε κατά τρόπο σαρωτικό και εκκωφαντικό, όπως έγινε με το σχέδιο Ανάν».

Στη 2η ερώτηση ο κ. Ευσταθίου απαντά ότι «η άνοδος του ΕΛΑΜ δεν έχει καμιά σχέση με το ερώτημα. Το Κυπριακό είναι πρόβλημα τουρκικής εισβολής και κατοχής και των τετελεσμένων της. Τη διχοτόμηση την προκαλεί και συντηρεί η γραμμή Αττίλα. Η διχοτόμηση στην Κύπρο και η διαίρεση οφείλεται στην τουρκική κατοχή και στο στρατό της Τουρκίας, η οποία δεν έχει κανένα λόγο -ούτε και βιάζεται- να λύσει το Κυπριακό. Η άνοδος του ΕΛΑΜ είναι δυνατόν να δώσει επιχειρήματα στην Τουρκία, μόνο αν δεχτούμε ότι το Κυπριακό είναι διαφορά μεταξύ των δύο κοινοτήτων ή σχέσεων μεταξύ των Κυπρίων, κάτι που δεν ισχύει. Επανερχόμενος στο ΕΛΑΜ, οφείλω να πω ότι εκμεταλλεύθηκε και κεφαλαιοποίησε την παραίτηση και την αγανάκτηση μεγάλης μερίδας του λαού και μάλιστα των μη προνομιούχων συμπολιτών μας, εμφανιζόμενο ως κάτι το «νέο και μη συστημικό» κόμμα. Χωρίς προτάσεις καταφεύγει σε συνθήματα του τύπου «φταίνε οι αλήτες οι πολιτικοί», «φταίνε οι ξένοι» , σερβίροντας ανέξοδο πατριωτισμό. Θα πρέπει όμως να παραδεχτούμε ότι στην άνοδο του ΕΛΑΜ συνέτεινε και η αποτυχία των υπολοίπων να δουν σοβαρά και να ενσκήψουν στα προβλήματα τα οποία μαστίζουν τους συμπατριώτες μας, αφήνοντας πεδίο ελεύθερο στο ΕΛΑΜ να δράσει».

Όσον αφορά στη 3η ερώτηση, η απάντηση είναι κατηγορηματική: «Η ενέργεια του Προέδρου δεν βρίσκει έρεισμα. Πώς είναι δυνατόν να συμμετάσχει κάποιος σε μια κυβέρνηση με την οποία διαφωνεί και μάλιστα σε βασικές παραμέτρους πολιτικής, όπως είναι η πολιτική στο Κυπριακό, στην οικονομία και στην κοινωνία, χωρίς να καθοριστεί ένα πλαίσιο, έστω, κυβερνητικής πολιτικής; Η πρόσκληση είναι καθαρά επικοινωνιακή και ως τέτοια θα πρέπει να αντιμετωπισθεί».

Και η απάντηση στην 4η ερώτηση: «Αυτό το οποίο θα πρέπει να ανησυχεί δεν είναι τόσο οι δηλώσεις ή οι διακηρύξεις του Προέδρου της Δημοκρατίας, αλλά η εμμονή του να συνεχίζει την άκαρπη πολιτική δεκαετιών. Έχουμε αποενοχοποιήσει την Τουρκία μέσω ενός ψευδεπίγραφου διαλόγου με την υποτελή διοίκηση των κατεχομένων και της πολιτικής κατευνασμού, αποδεχόμενοι τα τετελεσμένα της εισβολής και κατοχής. Το γεγονός και μόνο ότι παραμένουμε ως πλευρά αγκυλωμένοι σε διχοτομικές λύσεις τύπου διζωνικής και στις τακτικές των περασμένων δεκαετιών, τη στιγμή που στην περιοχή μας όλα αλλάζουν ή θα μπορούσαν να αλλάξουν, αναδεικνύει τα αδιέξοδα της πολιτικής του Προέδρου -και όχι μόνο- στο Κυπριακό».

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy