
- Η κοινωνία χρειάζεται την Αριστερά και τις πανανθρώπινες αξίες και πολιτικές της
- Είναι, δυστυχώς, µια παγκόσµια και πανευρωπαϊκή τάση και φυσικά µια επικίνδυνη εξέλιξη η άνοδος αυτή της ακροδεξιάς
- ∆υστυχώς οι ιδέες της ακροδεξιάς -η αναδίπλωση στο εθνικό κράτος, η ρητορική κατά των ξένων- συσπείρωσαν την ψευδαίσθηση δύναµης και ισχύς σε νέους ανθρώπους σε µεγάλο βαθµό
- Η γνώση, ο λόγος και ο διαφωτισµός δεν αρκούν για να υπάρχει µια πολιτική πειθώ, αλλά πρέπει να απευθυνθείς στα συναισθήµατα και τα πάθη
Οι ελληνικές βουλευτικές εκλογές της 25ης Ιουνίου ανήκουν πλέον στην ιστορία, ενώ τα δεδοµένα της επόµενης µέρας µόνο αισιοδοξία δεν αποπνέουν, αφού η ακροδεξιά και ο νεοφασισµός εκπροσωπούνται στο ελληνικό Κοινοβούλιο.
Οι αναγνώσεις των αποτελεσµάτων πολλές. Και σίγουρα µια σε βάθος ανάλυση δεν µπορεί να τα βλέπει αποσυνδεδεµένα από τα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσµατα σε αρκετές χώρες της ΕΕ, αν και όχι παντού.
Την τροµακτική άνοδο της ακροδεξιάς σχολιάζει ο καθηγητής στο Τµήµα Πολιτικών Επιστηµών του Αριστοτέλειου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης, Άρης Στυλιανού.
Συνέντευξη στον Κυριάκο Λοΐζου
Τα αποτελέσµατα των ελληνικών βουλευτικών εκλογών της 25ης Ιουνίου ανήκουν πλέον στην ιστορία. Οι πολιτικές ζυµώσεις και διεργασίες θα είναι έντονες το επόµενο διάστηµα, τόσο στη δεξιά «πολυκατοικία» όσο και στην Αριστερά, µετά και την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ.
Η άνοδος της ακροδεξιάς, της συνωµοσιολογίας και της θρησκοληψίας και κατ’ επέκταση οι δεκάδες βουλευτές που τα εκπροσωπούν, προκύπτουν µέσα από τα πρόσφατα κιτάπια της ιστορίας.
Η άνοδος και… ο τρόπος
«Είναι, δυστυχώς, µια παγκόσµια και πανευρωπαϊκή τάση και φυσικά µια επικίνδυνη εξέλιξη η άνοδος αυτή της ακροδεξιάς· από τον Τραµπ και τον τραµπισµό, τον Μπολσονάρο στη Βραζιλία και στην Ευρώπη την Τσεχία, την Ουγγαρία, τη Σουηδία και τώρα την Ελλάδα, αλλά και τους νεοφασίστες στην Ιταλία, η εξέλιξη είναι άκρως ανησυχητική», σηµείωσε ο καθηγητής στο Τµήµα Πολιτικών Επιστηµών του Αριστοτέλειου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης, Άρης Στυλιανού, σχολιάζοντας την γενικότερη τροµακτική άνοδο του φαινοµένου, επισηµαίνοντας µάλιστα πως και στη Γερµανία το κόµµα Εναλλακτική για τη Γερµανία (ΑfD) είναι δεύτερη δύναµη.
Η Ελλάδα, υπέδειξε, έχει την τάση να εναρµονίζεται µε το πανευρωπαϊκό πλαίσιο. «Στα χρόνια της κρίσης και των µνηµονίων στην Ελλάδα (περίπου από το 2011 µέχρι το 2015) υπήρχε σε µεγάλο βαθµό η αγανάκτηση και η διαµαρτυρία, οι οποίες ωστόσο δεν εκτονώθηκαν γενικευµένα µε την ακροδεξιά -κι ας είχε υψηλό ποσοστό η Χρυσή Αυγή- αλλά συνδέθηκαν µε τον ΣΥΡΙΖΑ µε αποτέλεσµα να κυβερνήσει», είπε ο Άρης Στυλιανού.
Ωστόσο, όπως πρόσθεσε, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ένα πρόβληµα στην Αριστερά, µια δυσκολία στο να καρπωθεί αυτή την απελπισία των πιο περιθωριακών και φτωχών στρωµάτων µε την ανεργία και την ανασφάλεια. «∆υστυχώς, οι ιδέες της άκρας Δεξιάς, όπως η αναδίπλωση στο εθνικό κράτος, στα σύνορα, η ρητορική κατά των µεταναστών, των προσφύγων και των ξένων γενικότερα, συσπείρωσαν αυτή την ψευδαίσθηση δύναµης και ισχύς σε νέους ανθρώπους σε µεγάλο βαθµό», τόνισε.
Η Αριστερά και οι ευθύνες
Σε ό,τι αφορά τις ευθύνες της Αριστεράς, ο καθηγητής του ΑΠΘ υπογράµµισε ότι πανευρωπαϊκά παρουσιάζει µια αδυναµία να εισπράξει, να κεφαλαιοποιήσει και να πείσει αυτά τα νέα πληβειακά στρώµατα, τους ανθρώπους που τα βγάζουν πέρα πολύ δύσκολα, αυτούς που κινδυνεύουν να χάσουν το σπίτι τους, που έχουν µισθούς πείνας (στην Ελλάδα).
Αυτοί, εξήγησε, δε στρέφονται µαζικά στην Αριστερά, αλλά σε κάποιο βαθµό απελπισµένα προς ακροδεξιά σχήµατα, πιστεύοντας ότι αυτοί αµφισβητούν το σύστηµα ή µπορούν, µε ακραίες δράσεις πολλές φορές βίαιες, να αµφισβητήσουν την κυρίαρχη πολιτική.
Στην παρατήρηση ότι η εθνική ανύψωση είναι από τα τελευταία που ψευδώς έχουν αποµείνει σε αυτά τα στρώµατα της κοινωνίας (και όχι µόνο σε αυτά), ο καθηγητής ανέφερε πως πράγµατι παρατηρείται µια επιστροφή στη φαντασιακή ασφάλεια του έθνους κράτους, της θρησκείας κ.λπ, σε πράγµατα δηλαδή που δεν υπάρχουν όπως τα ξέραµε πριν αρκετές δεκαετίες.
Επιπλέον, πρόσθεσε, δεν προσµετρούν το ζήτηµα του καπιταλισµού, ότι δηλαδή φταίει ένα κοινωνικο-οικονοµικό σύστηµα, κάποιες δοµές, ή οι διάφορες τεράστιες εταιρείες που επικρατούν στην αγορά έτσι όπως επικρατούν.
«Η ακροδεξιά έχει τον ρατσιστικό λόγο, του µίσους για τον Άλλον -φταίνε οι οµοφυλόφιλοι που κάνουν το pride ή οι ξένοι- ενώ παρατηρείται και το φαινόµενο του χουλιγκανισµού, το οποίο σχετίζεται µε ακόµα και µε δολοφονίες».
Όλα τα παραπάνω συνδέονται και µε το διαδίκτυο, καθώς διάφορες ιστοσελίδες ακροδεξιές και πολλές φορές συνωµοσιολογικού περιεχοµένου κατάφεραν να ασκήσουν επιρροή µέσα στην κοινωνία. Όπως σηµείωσε ο κ. Στυλιανού, υπάρχουν δίκτυα συνωµοσιολόγων που αναπαράγουν απίστευτες θεωρίες εκτός πραγµατικότητας. «Κι όµως, δυστυχώς πολύς κόσµος τα πιστεύει», είπε µε νόηµα ο Άρης Στυλιανού.
Η γνώση, ο λόγος και ο διαφωτισµός δεν αρκούν από µόνα τους για να υπάρχει µια πολιτική πειθώ, αλλά πρέπει να απευθυνθείς στα συναισθήµατα και τα πάθη. «∆εν είναι στεγνή επιστήµη, αφού οι άνθρωποι παθιάζονται µε τις ιδέες τους, άρα πρέπει να απευθύνεσαι και στο συναίσθηµα, στην ψυχή και όχι µόνο στο µυαλό, πράγµα που η ακροδεξιά έχει δει και απευθύνεται στα ένστικτα και στα πιο ταπεινά πάθη των ανθρώπων, µε επιτυχία µάλιστα», διευκρίνισε ο καθηγητής του Τµήµατος Πολιτικών Επιστηµών του ΑΠΘ.
Η επόµενη µέρα
Η επόµενη µέρα καλεί επιτακτικά την Αριστερά να δει πιο βαθιά και µε περισσότερη γνώση τις ανάγκες αλλά και τον ψυχισµό των πολιτών, ιδίως εκείνων που είναι στα όρια της φτώχειας και της ανέχειας. Από την εποχή του ναζισµού µέχρι σήµερα, το «ποντάρισµα» στο φόβο µε τις γνωστές προεκτάσεις από µεριά της ακροδεξιάς φαίνεται να είναι µια πετυχηµένη συνταγή, καθώς όταν δεν υπάρχουν τα βασικά, τα καθηµερινά, είναι πάρα πολύ εύκολο να παρακινούνται οι µάζες από την παρόρµηση και πολλές φορές τη βία.
Ιστορικά, πιθανόν ο κύκλος την ανόδου της ακροδεξιάς να είναι σύντοµος. Σε κάθε περίπτωση, οι πολιτικές και κοινωνικές προκλήσεις είναι εδώ και η κοινωνία χρειάζεται την Αριστερά και τις πανανθρώπινες αξίες και πολιτικές της.
Ο ρόλος των ΜΜΕ και το ελληνικό παράδειγµα
Τα ΜΜΕ στην Ελλάδα έχουν διαδραµατίσει εξαιρετικά σηµαντικό ρόλο στη διαµόρφωση της κοινής γνώµης και κατ’ επέκταση στην ψήφο και τους πολιτικούς συσχετισµούς.
«Ιδίως οι ηλικίες άνω των 60 ετών που βλέπουν µόνο τηλεόραση (στην επαρχία κυρίως) επηρεάζονται παρά πολύ, την ίδια στιγµή που στην Ελλάδα υπάρχει µια ενορχηστρωµένη προπαγάνδα σε όλα τα κανάλια, αφού πολλές φορές δεν ξεχωρίζεις αν αυτός/ή που µιλάει είναι δηµοσιογράφος ή στέλεχος της Νέας ∆ηµοκρατίας. Πολλές φορές οι δηµοσιογράφοι µιλούσαν πιο ένθερµα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη παρά οι υποψήφιοι βουλευτές του κόµµατος», είπε ο κ. Στυλιανού.
Πάντως, κανείς δεν ρώτησε ουσιώδη πράγµατα τον Κυριάκο Μητσοτάκη και δεν του ασκείται κριτική για κανένα λόγο.
Από το έγκληµα στα Τέµπη µέχρι την Ακρόπολη και τις υποκλοπές, ο ίδιος ο Μητσοτάκης και τα µέλη της κυβέρνησης απολάµβαναν και απολαµβάνουν ένα άκρως ασφαλές µιντιακό περιβάλλον.
«Σε ό,τι αφορά τα Τέµπη, οι µόνες φωνές που ακούγονται είναι από συνδέσµους συγγενών των θυµάτων του τραγικού δυστυχήµατος και µια δυο εφηµερίδες (µε το διαδίκτυο). Αυτό το µιντιακό τοπίο είναι δυστοπικό και πολύ κακό για τη ∆ηµοκρατία», υπογράµµισε καταληκτικά ο καθηγητής.
