
Η νέα κυβέρνηση δεν έχει αλλάξει ουσιαστικά από τον τρόπο αντιµετώπισης της προηγούµενης
Είναι λάθος να χαρακτηρίζουµε µια κοινωνία ολόκληρη ως ρατσιστική, διότι µια κοινωνία αποτελείται από πολλές οµάδες ανθρώπων
Στο ρατσισµό, η αίσθηση του καλύτερου έθνους ανάγεται σε κυρίαρχη αξία και γίνεται εχθρική προς τις άλλες εθνικές ή εθνοτικές οµάδες
Όσα συνέβησαν πρόσφατα στη Χλώρακα και στη Λεµεσό είναι ρατσιστική συµπεριφορά, τόνισε στη «Χαραυγή» ο κοινωνιολόγος Νίκος Περιστιάνης, σηµειώνοντας ότι ο ρατσισµός είναι µια ακραία εκδοχή της κυρίαρχης ιδεολογίας που υπάρχει στον καιρό µας και είναι η ιδεολογία του έθνους κράτους. Υπογράµµισε ότι ακόµα κι αν κάποιος λέει ότι δεν είναι ρατσιστής, αλλά εκφέρει ρατσιστικό λόγο, δεν διαφέρει από τον ρατσιστή, ενώ συµφώνησε µε την άποψη ότι οι πλείστοι που εκφράζουν εθνικιστικό και ρατσιστικό λόγο είναι οι ίδιοι που αντιτίθενται και στην οµοσπονδιακή λύση του Κυπριακού. Ο κ. Περιστιάνης επέρριψε ευθύνη και στην προηγούµενη κυβέρνηση για όσα γίνονται σήµερα.
Συνέντευξη στον Μιχάλη Μιχαήλ
Το τελευταίο χρονικό διάστηµα ζήσαµε τα απαράδεκτα επεισόδια στη Χλώρακα και στη Λεµεσό. Αυτό που βλέπουµε µπορεί να θεωρηθεί ως µια έξαρση του ρατσισµού;
Είναι ρατσιστική από τη στιγµή που απευθύνεται η βία αυτή ενάντια στους ξένους. Σε άτοµα από άλλες εθνότητες οι οποίοι στοχοποιούνται γιατί θεωρούνται ότι προκαλούν διάφορα προβλήµατα στην κοινωνία µας και κάποιες οµάδες ανθρώπων, ειδικά νεαροί, που νιώθουν ότι ζούµε σε µια κοινωνία που δεν αντιδρά επαρκώς στα διάφορα προβλήµατα, αναλαµβάνουν οι ίδιοι να «καθαρίσουν» µε το µεγάλο αυτό «πρόβληµα», όπως οι ίδιοι το αντιλαµβάνονται.
Μάλιστα αυτοί µε τον τρόπο που αντιδρούν θεωρούν τον εαυτό τους ως «ήρωα», θεωρώντας ότι βοηθούν στην αντιµετώπιση ενός µεγάλου προβλήµατος που αντιµετωπίζει η χώρα και που φαίνεται ότι οι αρµόδιες Αρχές δεν το αντιµετωπίζουν µε επάρκεια. Άρα ναι, οι συγκεκριµένες οµάδες συµπεριφέρονται µε έναν καθαρά ρατσιστικό τρόπο.
Αυτοί οι άνθρωποι είναι χαρακτηριστικά δείγµατα γενικότερων ακραίων κοινωνικών τάσεων;
Θεωρώ ότι είναι λάθος να χαρακτηρίζουµε µια κοινωνία ολόκληρη ως ρατσιστική, διότι µια κοινωνία αποτελείται από πολλές οµάδες ανθρώπων, πολλές κοινωνικές τάξεις και η κάθε οµάδα πιθανόν να πιστεύει ότι έχει δίκαιο στις απόψεις, στάσεις ζωής και συµπεριφορές που υποστηρίζει.
Ο ρατσισµός δεν είναι ένα φρούτο που µας έρχεται από το πουθενά. Είναι µια ακραία εκδοχή της κυρίαρχης ιδεολογίας που υπάρχει στον καιρό µας και είναι η ιδεολογία του έθνους κράτους.
Άρα είναι καθαρά πολιτική έκφραση και ίσως το ότι πολλά από αυτά που λένε υιοθετούνται από ορισµένους, αυτό ενδέχεται να οφείλεται στο ότι είµαστε σε µεγάλο βαθµό χωρίς πολιτική παιδεία;
Το τι συµβαίνει στην περίπτωση µε τα τελευταία επεισόδια στη Χλώρακα και στη Λεµεσό είναι αρκετά συγκεκριµένα. Έχει τις ρίζες του στην ιδεολογία του εθνισµού ή του εθνικισµού, µε την έννοια ότι η ιδεολογία του εθνισµού µάς λέει ότι εµείς, οι Ε/κύπριοι, έχουµε µια κοινή ταυτότητα, κοινή ιστορία, κοινή γλώσσα, κοινή θρησκεία κ.λπ. και είµαστε διαφορετικοί από άλλες πολιτισµικές οντότητες, από άλλες εθνικές οµάδες. Αυτός είναι ο τρόπος που σκέφτεται όλος ο πλανήτης στις µέρες µας.
Στο δεδοµένο αυτό µιλούµε για εθνισµό ή για εθνικισµό;
Ο εθνισµός είναι η αναγνώριση της διαφοράς, ενώ ο εθνικισµός είναι ένα βήµα παραπέρα όταν αρχίζεις να βλέπεις ότι το δικό σου έθνος, η δική σου εθνική ή εθνοτική οµάδα υπερέχει µε κάποιον τρόπο από τις υπόλοιπες και πρέπει να απολαµβάνει ίσως κάποιων ιδιαίτερων προνοµίων. Στη συνέχεια, το πιο ακραίο είναι ο ρατσισµός, µε την έννοια ότι η αίσθηση του καλύτερου έθνους ή της καλύτερης εθνοτικής οµάδας ανάγεται σε κυρίαρχη αξία και γίνεται εχθρική προς τις άλλες εθνικές ή εθνοτικές οµάδες.
Άρα έχουν µια κλιµάκωση οι ιδεολογίες αυτές. Ξεκινούν από µια κατηγοριοποίηση, η οποία δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκη δραστήρια αρνητική αντιµετώπιση του άλλου, ενώ στο άλλο άκρο ο ρατσισµός είναι οι εκφάνσεις όπου η κατηγορία αυτή έχει περάσει στο επίπεδο της οπτικής των άλλων εθνικών ή εθνοτικών οµάδων ως εχθρών, ως απειλής που πρέπει να αντιµετωπιστεί.
Επειδή επικεντρωνόµαστε στα τελευταία που έγιναν στη Χλώρακα και στη Λέµεσο, πρέπει να υπενθυµίσουµε ότι παρόµοιες καταστάσεις ζήσαµε στη δεκαετία του 1990, όταν είχαν έρθει οι Λιβανέζοι πρόσφυγες. Στη συνέχεια µε παρόµοιο τρόπο αντιµετωπίστηκαν και οι οµοεθνείς Πόντιοι. Είναι γενικά το θέµα ξένος ή είναι απλώς τώρα ο µουσουλµάνος, ο Ασιάτης, ο Αφρικανός µε διαφορετική κουλτούρα;
Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν έχουµε κάποια µόνιµα χαρακτηριστικά. Προσαρµόζονται ανάλογα µε την εποχή, δεν είναι πάντα ο ίδιος ο εχθρός. Το περιεχόµενο τού ποιος είναι εχθρός δίνεται από την ίδια την κοινωνία, από αυτούς που έχουν επιρροή στην κοινή γνώµη, είτε είναι οι πολιτικοί, είτε είναι οι άνθρωποι µε δηµόσια άποψη, είτε είναι τα ΜΜΕ.
Τη δεκαετία του 1980 είχα κάνει µια έρευνα για τον τρόπο που αντιµετώπιζαν οι Ε/κύπριοι τους τουρίστες και τους ξένους και ειδικά τους Άραβες. Την περίοδο εκείνη είχαµε αρκετούς πλούσιους από τον Λίβανο και άλλες αραβικές χώρες. Στις εφηµερίδες περιγράφονταν αρνητικά, ότι κατέκλυσαν τη Λεµεσό και άλλες πόλεις. ∆ιερευνήσαµε ποια ήταν τα αισθήµατα των κατοίκων στις περιοχές όπου ήταν τουριστικές (Αγία Νάπα, Λεµεσός) και σε άλλες περιοχές που ήταν εκτός τουριστικών περιοχών.
Επιλέξαµε τη ∆ευτερά, όπου διαπιστώσαµε ότι ήταν οι πιο αρνητικοί κάτοικοι, παρόλο που δεν είδαν ποτέ τους κανέναν Άραβα, δεν είχαν επαφή µαζί τους, αλλά ήταν αρνητικοί. ∆ιαπιστώσαµε λοιπόν ότι εκείνοι που δεν έρχονταν σε επαφή µε κανέναν ξένο, είχαν τις πιο αρνητικές απόψεις απ’ όλους. Με άλλα λόγια, εκεί που δεν επηρέαζαν καθόλου υπήρχε αντιπάθεια, ενώ στις περιοχές που επηρεάζονταν οι απόψεις ήταν µοιρασµένες. Αυτό δείχνει τη δύναµη που έχει ο λόγος που διαπερνά µια κοινωνία µέσα από σηµαντικούς φορείς εξουσίας και από τα ΜΜΕ, των διανοούµενων, των δηµοσιογράφων κ.λπ.
Η στάση της προηγούµενης κυβέρνησης και ειδικά του τότε Υπουργού Εσωτερικών υποβοήθησε αυτό το κλίµα;
Στην Κύπρο συµβαίνουν δύο πράγµατα ταυτόχρονα, το ένα είναι η πραγµατικότητα ότι οι αριθµοί των µεταναστών και των προσφύγων στην Κύπρο αυξήθηκαν δραµατικά, και το δεύτερο είναι πώς αντιµετωπίζεται αυτό το δεδοµένο και ποιες είναι οι πολιτικές στάσεις.
Η σηµερινή κυβέρνηση δεν έχει αλλάξει ουσιαστικά θέµατα από τον τρόπο αντιµετώπισης της προηγούµενης κυβέρνησης, αλλά ο νυν υπουργός τα χειρίζεται µε µια νηφαλιότητα και ηρεµία, χωρίς πάθος και µένος για τους ξένους, χωρίς να χρωµατίζει την ύπαρξη των ανθρώπων αυτών µε τρόπο εντελώς αρνητικό όπως έκανε ο προκάτοχός του.
Ο κ. Νουρής ήταν ένας καλός διαχειριστής εξουσίας, αλλά εκφόβισε τους Κυπρίους, παρουσίασε το πρόβληµα µε τους ξένους ως ένα τεράστιο πρόβληµα από το οποίο εξαρτάται η ύπαρξή µας, χρησιµοποίησε κατά κόρο τον όρο «τρίτος Αττίλας». Και δυστυχώς αυτόν το λόγο τον χρησιµοποίησαν κι άλλοι πολιτικοί.
Πώς σχολιάζετε την έκφραση «εγώ δεν είµαι ρατσιστής, αλλά…»
Είναι ένα κλασικός τρόπος να είσαι κάτι χωρίς να το παραδέχεσαι. Είναι βέβαια µια προσπάθεια να ισορροπήσει το άτοµο που το λέει µεταξύ απόψεων που µπορεί να µην τυγχάνουν µεγάλης αποδοχής, οπότε ο οµιλητής προσπαθεί να δείξει ότι δεν δέχεται κατ’ ανάγκη µια ακραία άποψη που είναι πιθανός κοινωνικά καταδικαστέα, επειδή εκείνος είναι πιο ανεξάρτητος, όµως παρόλ’ αυτά βλέπει προβλήµατα που τον φέρουν στην πλευρά που µόλις ξεχώρισε τον εαυτό του, αλλά από την άλλη τον διαφοροποιούν την ίδια στιγµή. Είναι ένας συνηθισµένος µηχανισµός άµυνας όσων έχουν ξενοφοβικές ή ρατσιστικές απόψεις, αλλά δεν θέλουν να το παραδεχθούν, διότι θεωρούν πως το κοινό στο οποίο απευθύνονται δεν θα δει ευνοϊκά τη δική τους στάση.
Συµφωνείτε ότι µια µερίδα αυτών που φωνάζουν ενάντια στους ξένους είναι οι ίδιοι που αντιτίθενται και στην οµοσπονδιακή λύση του Κυπριακού; Ισχύει αυτό;
Θα έλεγα ότι σε ένα µεγάλο βαθµό ισχύει. Με την έννοια ότι πολλοί από τους αρνητές της οµοσπονδίας είναι εκείνοι που νιώθουν τη διαφορά για την οποία αναφερθήκαµε στην αρχή, ότι η κύρια τους ταύτιση είναι µε τη δική τους εθνική ή εθνοτική οµάδα και ότι νιώθουν πως είναι υπερασπιστές της ύπαρξης αυτής της οµάδας και ότι οι άλλοι, δηλ. η Τουρκία στην προκειµένη περίπτωση, αποτελεί κίνδυνο και συνδέουν και το µεταναστευτικό µε την Τουρκία.
