Γραμμές/ Ορίζοντας

Το σχολείο μου

Με τις δικοινοτικές ταραχές τον Δεκέμβριο του 1963 και τη δημιουργία της πράσινης γραμμής το σχολείο μου βρέθηκε κυριολεκτικά να βρίσκεται πλάτη με πλάτη μαζί της. Μετά το 1974 συνέχισε να εφάπτεται σαν βεντούζα γυρίζοντας καταδικασμένα το βλέμμα του μόνο προς εμάς. Στο σχολείο μου θα μπορούσε να βρει κανείς, πέρα δηλαδή από τον σχολικό κόσμο, έναν άλλο κόσμο, θρυμματισμένο και φραγμένο από σκιές και δαγκωμένα δάχτυλα. Θυμάμαι ακόμα σαν χτες το φορτωμένο από αίμα σύνορο να βυθίζεται μέρα με τη μέρα και πιο βαθιά ικετεύοντας για περισσότερο αίμα. Τ’ αφρισμένα από τούφες μαλλιών συρματοπλέγματα της αχτένιστης ιστορίας έγδερναν με πείσμα και θράσος τον δροσερό βόρειο άνεμο. Η καθημερινή επαφή με τις λεπίδες πλήγωνε ανεπανόρθωτα τα βλέμματα για να μην ατενίζουν τον ορίζοντα. Ένα τραυματισμένο βλέμμα όμως αρκούσε να κοιτάξει κατάματα την πείνα της λήθης. Υπήρχαν θυμάμαι παραπετάσματα και οχυρά με αμμόσακκους σε στρατηγικά σημεία μέσα στις πολλές αυλές του σχολείου. Τα παραπετάσματα πολλές φορές γίνονταν κρυψώνες για πρωτοερωτευμένους κι άλλες φορές μεταμορφώνονταν σε κρησφύγετα για φοβισμένους. Όταν πια έφτανε η ώρα του μαθήματος τα πολυβολεία πλησίαζαν κοντά μας σαν κινούμενες ερωτικές εξάψεις γύρω από τις αίθουσες διδασκαλίας. Τα οχυρά κρυφοκοίταζαν την ειρήνη να φλέγεται στο κέντρο του γηπέδου. Η βιβλιοθήκη, τα γραφεία όπως και οι διάδρομοι κρύβονταν αυστηρά πίσω από τα παράθυρα με φώτα λαμπτήρες. Ένα φως απ’ αλλού ευδοκιμούσε στην άρρητη ιστορία των οχυρών. Τα οχυρά ορθώνονταν όπως κάποια αρχαία κι επιβλητικά τείχη, μ’ ένα υποδόριο, άγνωστου τύπου φόβο. Η συνοδεία ενός φόβου να μην φτάσει η σφαίρα να πάρει θέση από τις πολεμίστρες στην αίθουσα και πάρει απουσία. Τα διαλείμματα έκρυβαν διαδρόμους· οι διάδρομοι γίνονταν ατμοσφαιρικά ρομαντικοί με μια τεχνητή έλλειψη φυσικού φωτός. Η υγρασία κέρδιζε έκταση από τα κλειστά παράθυρα και τα γαλανόλευκα ζωγραφισμένα οχυρά ντυμένα με το υγρό πέπλο της δροσιάς. Ένα μόνο επίμονα ζωντανό υλικό παρέμενε ανάμεσα στους διαδρόμους· μια απορία γυάλινη πως και δεν άνοιγαν ποτέ αυτά τα παράθυρα. Τα στρατιωτικά φυλάκια και οι υπερυψωμένες τους σκοπιές ανέδυαν μια ιδιαίτερη μυρωδιά· τη μαθαίνει κανείς όταν βρίσκεται κλεισμένος στο κουβούκλιο και ο ήλιος λιώνει τη γλίτσα από το μίσος. Οι υπερυψωμένες με το πέρασμα του χρόνου γίνονταν υπερφυσικοί εκκλησιαστικοί άμβωνες έτοιμοι να κατεδαφιστούν πάση θυσία με το παιχνίδι. Η κύρια είσοδος του σχολείου βρισκόταν για δεκαετίες εντός της νεκρής ζώνης χωρίς καμιά πρόσβαση από κανένα. Το να βλέπεις μέσα από το σχολείο την είσοδο του σχολείου παραμόρφωνε ατροφικά την έννοια του χώρου. Η μη ύπαρξη της κύριας εισόδου αντιστοιχούσε με τη μη ύπαρξη μιας κύριας εξόδου. Το σχολείο άλλαζε μορφή· αναλάμβανε να παραμένει επίπλαστο στην πραγματικότητα, μια αντανάκλαση ενός απρόσωπου εγκλωβισμένου εαυτού. Κάποιες φορές ήμουν πεπεισμένος ότι βρισκόμουν στον εσωτερικό πυρήνα θερμοκηπίου. Παγιδευμένοι εντός του βρίσκαμε επί τέλους ένα ξέφωτο: το γήπεδο που φιλούσε τη νεκρή ζώνη σαγηνεύοντας τους θεατές του να πλησιάσουν. Στο κέντρο του γηπέδου ένας σωρός από στάχτη. Αποτρέποντας την παρουσία μας στον χώρο πλησίαζε στον ορίζοντα ένας ανίκανος να εκφραστεί θυμός ως αποτύπωμα της αποκήρυξης της παρουσίας μας στην ιστορική μας εκπνοή. Η ιστορία κρατούσε το οξυγόνο μέσα της με κλειστό το στόμα, άντεχε πένθιμα το να μην μιλάει. Οι τοίχοι κοσμήματα από συνθήματα, σύμβολα, υποσχέσεις κι όρκους μιας φασιστικής φρίκης. Σε κάποια άλλα διαλείμματα ο πετροπόλεμος, οι προκλητικές χειρονομίες και οι βρισιές με τους απέναντι στρατιώτες είχαν γίνει απαραίτητα στοιχεία, όσο και το φαγητό στο κυλικείο. Οι κάθε λογής απειλές ενάντια στο άγνωστο μπορεί και να στόχευαν βαθιά μέσα μας και στο κλείσιμο κάποιων πληγών. Δεν αργούσε ο στρατιώτης και μας σημάδευε με τ’ όπλο και τότε έπεφταν τα σώματα μας στο πουθενά κι έβρισκαν εκείνες τις μυστικές κρυψώνες που τώρα έχουν σχεδιαστεί για εκπαιδευτικά κελιά. Ακολουθούσε μια πανηγυρική επιτυχία χωρίς θύματα χωρίς θύτες κι ένα κουδούνι να χτυπάει παράλληλα σαν ύμνος. Τα σκοτεινά σημεία του σχολείου αποτελούσαν τα βασικά κύτταρα, επιτρέποντάς του να διατηρείται ζωντανό με την πλάτη να κοιτά πάντα εμάς. Τα σκοτεινά σημεία άλλαζαν καθημερινά το τοπογραφικό τους αζιμούθιο. Σε αυτά τα σκοτεινά σημεία κανείς δεν τολμούσε να πλησιάσει. Ήταν σημεία δημιουργημένα από σκιές της συνείδησης με ουλές στο δέρμα. Υπάρχουν ακόμα οι ουλές, υπάρχουν καλυμμένες από άδειους κάλυκες. Ουλές ραμμένες με τα πιο φανταχτερά γαλανόλευκα χρώματα, με τη σιωπή της εκκλησιαστικής φρίκης, την άπονη κατατονία της θρησκευτικής αντοχής, την σχολική κόλαση του εφήμερου. Έμοιαζαν σημεία με γράμματα από χρόνο, σημεία άγνωστα για τους ιστορικούς και φιλολόγους. Αυτά τα σημεία με τις νύχτες που συμφέρουν, προπαντός τις νύχτες, έγιναν λέξεις. Λέξεις άτονες για τους καθηγητές, λανθασμένες με διαγωγή κοσμία για τους ηθικολόγους. Θυμάμαι όταν… Με συγχωρείτε, μόλις έχει χτυπήσει το κουδούνι.

Αυτή ήταν η έκθεση ιδεών μου με τίτλο «Το σχολείο μου» η οποία έπρεπε να γραφτεί τότε, το θυμάμαι ακόμα έμοιαζε Δευτέρα, σε μόλις 45 λεπτά. Οι τάξεις τότε όλες ίδιες σαν επίμονα οχυρά ντάλα μεσημέρι. Τότε, είχα παραδώσει κόλλα λευκή, όχι μόνο επειδή δεν ήξερα ότι υπάρχουν περισσότερα από δεκαέξι γράμματα στην αλφαβήτα αλλά επειδή είχα την άρνηση σαν φυλαχτό στην παλάμη.

Αναστάσης Πισσούριος

 

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy