
Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο
Από τον Φάκελο της Κύπρου της Βουλής των Ελλήνων
Του Μιχάλη Μιχαήλ
Μέρος 3ο
Συνεχίζουμε και σε αυτό το σημείωμα την καταγραφή των γεγονότων που αφορούν την τουρκική εισβολή του 1974, όπως αποτυπώνονται στον 1ο τόμο του Φακέλου της Κύπρου που εκδόθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων και αναφέρονται εκτενώς στο τι προηγήθηκε και το τι έγινε κατά τις δύο φάσεις της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο το 1974.
Στο προηγούμενο σημείωμα αναφερθήκαμε στην επιχείρηση που αποφασίστηκε να γίνει τη νύχτα της 20ής ή 21ης Ιουλίου 1974, την αντεπίθεση για την εξάλειψη του προγεφυρώματος από 2 Τάγματα (το ένα μηχανοκίνητο) που θα είχαν κατεύθυνση από την Κυρήνεια προς Ανατολάς και από τις δυνάμεις καταδρομών που θα είχαν κατεύθυνση από νότο προς βορρά. Η επιχείρηση αυτή ήταν η μόνη που διατάχθηκε από το ΓΕΕΦ σε όλη τη διάρκεια των επιχειρήσεων ΑΤΤΙΛΑΣ Ι.
Γιατί δεν έγινε η επιχείρηση
Όμως η επιχείρηση αυτή δεν εκτελέσθηκε, διότι τα δύο τάγματα που είχαν αποστολή αντεπίθεσης από την πλευρά της Κυρήνειας δεν έφτασαν στους χώρους εξορμήσεως. Διαλύθηκαν κατά τη διάρκεια των μετακινήσεών τους από τους χώρους συγκέντρωσής τους προς τους χώρους εξόρμησης είτε από επιθέσεις της εχθρικής αεροπορίας είτε από έλλειψη ηθικού και ικανότητας των ηγητόρων τους (κατάθεση Κομπόκη, σελ. 86).
Στο σημείο αυτό ο κ. Ι. Βαρβιτσιώτης, που μετείχε τότε των εργασιών της Επιτροπής διατύπωσε και την ακόλουθη προσθήκη που έγινε ομόφωνα δεκτή από τα μέλη της Επιτροπής:
«Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι τις απογευματινές ώρες της 19/7 και ενώ υπήρχαν πληροφορίες για επικείμενη στρατιωτική ενέργεια των Τούρκων, το αρματαγωγό ΛΕΣΒΟΣ παρέλαβε ύστερα από διαταγή του ΑΕΔ τη δύναμη της ΕΛΔΥΚ που υπηρετούσε τότε στην Κύπρο με σκοπό τον επαναπατρισμό της στην Ελλάδα. Κατά την εκδήλωση της τουρκικής απόβασης την 20/7/74 το πλοίο αυτό έπλεε ακόμα νότια της Κύπρου και σε απόσταση 50 Ν.Μ. από αυτήν. Το ΑΕΔ1 διέταξε τότε την αποβίβαση στην Πάφο των ανδρών, που επέβαιναν στο πλοίο, ενώ αυτό έβαλε με τα πυροβόλα του κατά των τουρκικών δυνάμεων. Το γεγονός αυτό μαρτυρεί την πλήρη ανικανότητα του ΑΕΔ και του Αρχηγού του».
Η πλήρης ανικανότητα της Διοικήσεως του ΓΕΕΦ να ανταποκριθεί στις στοιχειώδεις ανάγκες της στιγμής, αλλά και στην εκτέλεση του καλώς εννοούμενου στρατιωτικού καθήκοντος αποτέλεσαν την κύρια αιτία της καθυστέρησης.
Δεν ήταν αναγκαία η διαταγή από ΑΕΔ
Η ύπαρξη των σχεδίων, αλλά και η περιγραφή των υποχρεώσεων της ηγεσίας δεν άφηναν κανένα περιθώριο παρερμηνείας.
Η μη ανάληψη ευθύνης εφαρμογής των σχεδίων καλύπτεται μεταγενέστερα από τη μετατόπιση της ευθύνης προς ΑΕΔ. Με την επίκληση των εντολών του για αυτοσυγκράτηση.
Όμως σε καμία περίπτωση δεν υπήρχε ανάγκη αίτησης εντολών από το ΑΕΔ για το πρακτέο, εφόσον και η εχθρική δραστηριότητα και οι διαταγές ήταν αρκετά σαφείς.
Η εκτέλεση των διαταγών που τελικά δόθηκαν ολοκληρώνονταν ουσιαστικά στην εφαρμογή του σχεδίου Κ και μόνον, χωρίς καμία διεύθυνση ή συντονισμό των παραπέρα επιχειρήσεων σύμφωνα με την τακτική κατάσταση που είχε διαμορφωθεί. Σε όλη τη διάρκεια των επιχειρήσεων, καμία ενέργεια ή κίνηση δεν διατάσσεται, πλην από την αποτυχημένη αντεπίθεση της νύχτας της 20ής προς την 21η Ιουλίου, που να δικαιολογεί ή να πείθει ότι υπήρχε κεντρικός έλεγχος και διεύθυνση των επιχειρήσεων.
Ουσιαστικά υπήρξε πλήρης απουσία της ανώτατης διοίκησης με αποτέλεσμα οι Δυνάμεις της Εθνοφρουράς να μη λάβουν μέρος σε καμία ουσιαστική σύγκρουση με τον εχθρό.
Η πλήρης αδυναμία της ηγεσίας του ΓΕΕΦ αποδεικνύεται και από το ότι δεν κατόρθωσε να εφαρμόσει ούτε κατ’ ελάχιστον ακόμα και τα σχέδια επιστράτευσης (κατάθεση Κομπόκη, σελ. 55).

Γενικά η μη εκτέλεση καμιάς συγκεκριμένης επιθετικής ή αντεπιθετικής ενέργειας από το ΓΕΕΦ οφείλεται στους παρακάτω λόγους:
α. Μη έκδοση συγκεκριμένων διαταγών.
β. Αδυναμία άσκησης αποτελεσματικού επιχειρησιακού ελέγχου από το ΓΕΕΦ.
γ. Πλήρης σύγχυση για το τι έπρεπε να γίνει.
δ. Έλλειψη ηθικού σε όλα τα κλιμάκια Διοίκησης και λόγω του πραξικοπήματος που είχε προηγηθεί.
ε. Μηδενική επαγγελματική ικανότητα των στελεχών, πλην ορισμένων εξαιρέσεων.
στ. Πλήρης αποδιοργάνωση διατάξεων μάχης και στο σύνολο των μονάδων εθνοφρουράς και σε καθεμία απ’ αυτές που οφείλονταν στο πραξικόπημα που προηγήθηκε.
Η αποδιοργάνωση αυτή προκάλεσε ανατροπή των σχεδίων της άμυνας της νήσου.
Ο 6ος Αμερικανικός Στόλος παρακολουθούσε
Γενικά, δεν αναφέρθηκε ξένη ανάμειξη κατά τη διάρκεια της απόβασης-αποβίβασης. Με την έννοια της μη ανάμειξης αναφερόμαστε στην άμεση ανάμειξη ή συμμετοχή στις ναυτικές, χερσαίες και εναέριες επιχειρήσεις που έγιναν.
Έχει όμως αναφερθεί από πολλαπλές πηγές (βλ. Εκθέσεις Αρχηγείων και καταθέσεις αρκετών μαρτύρων) ότι κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων μια ισχυρή αεροναυτική δύναμη του 6ου Αμερικάνικου Στόλου που περιελάμβανε και ένα (1) αεροπλανοφόρο κρούσης, βρισκόταν σε περιοχή η οποία κυμαίνονταν μεταξύ 100 και 150 Ν.Μ. νότια έως νοτιοδυτικά της νήσου Κύπρου.
Η δύναμη αυτή σε όλη σχεδόν τη διάρκεια των επιχειρήσεων διατηρούσε σε πτήση αεροσκάφη της σε ασυνήθη μεγάλο αριθμό, προφανώς για λόγους αναγνώρισης και επιτήρησης του ευρύτερου θαλάσσιου χώρου.
Εκείνο που θα μπορούσε να λεχθεί στην περίπτωση που εξετάζουμε, είναι ότι κάθε είδους επέμβαση ήτο δυνατή για τη δύναμη αυτή, αφού η όποια επέμβαση βρισκόταν μέσα στις δυνατότητές της.
Η αεροναυτική δύναμη του 6ου Στόλου και λόγω της μικρής απόστασης (7-8 λεπτά πτήσης των αεροσκαφών της), αλλά και λόγω του αριθμού των μέσων της, θα μπορούσε, εάν παρέμβαινε αποφασιστικά, να ενεργήσει υπέρ ή κατά του ενός από τους δύο αντιπάλους, εκτελώντας κάθε φύσεως επιχειρήσεις παρέμβασης (από επιχειρήσεις αποτροπής συγκρούσεων μέχρι επιχειρήσεις υποστήριξης ενός από τους δύο αντιμαχόμενους).
Λόγω της μη εφαρμογής του σχεδίου Κ ή άλλης αξιόλογης ενίσχυσης της Κύπρου από την Ελλάδα δεν χρειάσθηκε να ενεργήσει η παραπάνω αεροναυτική δύναμη και έτσι δεν έγινε δυνατόν να διαπιστωθούν οι προθέσεις της.
Σε κάθε όμως περίπτωση, αβίαστα θα μπορούσε να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι η παρουσία της δύναμης αυτής και η μη αποχώρησή της από την περιοχή υποδηλούσε το ζωηρό ενδιαφέρον των ΗΠΑ για όσα γίνονταν στην Κύπρο και οπωσδήποτε δεν άφηνε να εννοηθεί πρόθεση ουδετερότητας σε σχέση με τις εξελίξεις. Στο σημείο αυτό κρίνεται σκόπιμο να καταστεί σαφές ότι εάν οι ΗΠΑ ήθελαν να μην αναμειχθούν, θα έπρεπε να αποσύρουν την αεροναυτική τους δύναμη εκτός εμβέλειας των μέσων της.

Ο εκ των εισηγητών Ι. Βαρβιτσιώτης σημειώνει ότι το συμπέρασμα αυτό είναι αυθαίρετο και εξηγεί ότι:
«Αναμφισβήτως οι ΗΠΑ είχαν ζωηρό ενδιαφέρον για τα συμβαίνοντα στην περιοχή, όπως άλλωστε και η Σοβιετική Ένωση, μοίρα του στόλου της οποίας ευρίσκετο εγγύς της περιοχής, τούτο όμως σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε πρόθεση ουδετερότητας, που μάλιστα τεκμαίρεται από το γεγονός ότι δεν απέσυραν την αεροναυτική τους δύναμη εκτός εμβελείας των μέσων της».
Η ύπαρξη και παραμονή του βρετανικού ελικοπτεροφόρου στην περιοχή των επιχειρήσεων εξάλλου, παρ’ όλον ότι δεν βεβαιώνεται η άμεση συμμετοχή του στις επιχειρήσεις, εντούτοις καθιστά πιθανό το ενδεχόμενο παροχής ηλεκτρονικής υποστήριξης στην τουρκική αποβατική δύναμη (επισήμανση κάθε πλωτού ή εναέριου μέσου στην ευρύτερη περιοχή και η παροχή με τον τρόπο αυτό δυνατότητας αποτελεσματικότερης άμυνας της αποβατικής δύναμης κ.λπ.).
Ο Ι. Βαρβιτσιώτης παρατηρεί «ότι από κανένα στοιχείο -την ανυπαρξία στοιχείων συγκεκριμένων δέχεται και ο Ι. Παπαδονικολάκης- δεν προκύπτει ούτε σαν ενδεχόμενο η παροχή ηλεκτρονικής υποστήριξης από το βρετανικό ελικοπτεροφόρο στις τουρκικές αποβατικές δυνάμεις».
Στο σημείο αυτό κρίνεται σκόπιμο να παρατηρηθεί ότι η παρουσία του βρετανικού ελικοπτεροφόρου ενίσχυε και ηύξανε τις δυνάμεις τις οποίες η βρετανική κυβέρνηση διέθετε επιτόπου και ότι η αγγλική κυβέρνηση όφειλε ως εγγυήτρια δύναμη -και μπορούσε με τις δυνάμεις που διέθετε επιτόπου- να αποθαρρύνει τόσο το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, όσο και την τουρκική εισβολή.
Το καθήκον της αυτό η αγγλική κυβέρνηση παρέλειψε να το επιτελέσει και αρκέστηκε μόνο στην ανάληψη διπλωματικών πρωτοβουλιών.
Τελικά, η βεβαιωμένη παρουσία στην περιοχή τόσο της αεροναυτικής δύναμης του 6ου Στόλου, όσο και του βρετανικού ελικοπτεροφόρου συνιστούν έμμεση ανάμειξη στις επιχειρήσεις υπέρ των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, καθ’ όσον ουδεμία και για κανένα λόγον τοιούτου είδους βοήθεια παρεσχέθη στις Ελληνικές Δυνάμεις ή στις Δυνάμεις της Κυπριακής Εθνοφρουράς.
(Ο Ι. Βαρβιτσιώτης δεν συμφωνεί με το συμπέρασμα της εμμέσου αναμείξεως εις τας επιχειρήσεις, πράγμα άλλωστε που δεν προκύπτει από κανένα στοιχείο του Φακέλου).
1Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων (Ελλάδας)
