‘’Whatever’’: Σημειώσεις με αφορμή το ‘’Τέρας’’ (Αποθήκες ΘΟΚ)

Ας φανταστούμε το ακόλουθο διόλου φανταστικό σενάριο.

Από τη μία έχουμε μία σύγχρονη δυτική κοινωνία, με τις κανονικότητές της, τους κώδικες επικοινωνίας και ευγενείας της, τον καθωσπρεπισμό, τον φορμαλισμό της, τα ευνουχισμένα συνδικάτα της, τους αποβλακωμένους μαθητές και φοιτητές της, τα συστήματα προστασίας ή/και ελέγχου των πολιτών της που έχουν δικαίωμα να ψηφίζουν και υποχρέωση να σιωπούν. Ας πούμε ότι αυτή η τυχαία δυτική χώρα είναι η Βρετανία.

Από την άλλη έχουμε μια παραδοσιακή μεσανατολική κοινωνία, με μια τυπική αραβική δικτατορία, με αντιφρονούντες να γεμίζουν τα μπουντρούμια της, με κοινωνικές εντάσεις που κινούνται μεταξύ νηνεμίας και καταιγίδας, με τα βασανιστήρια στην ημερήσια διάταξη, με τα καλύτερα μυαλά της να την έχουν εγκαταλείψει κατά εκατομμύρια για να διαπρέψουν σε αμερικανικά νοσοκομεία και γαλλικά πανεπιστήμια. Ας πούμε ότι αυτή η τυχαία μεσανατολική χώρα είναι το Ιράκ.

Από τη μία η τεχνολογικά εξελιγμένη ‘’έξυπνη’’ βία, από την άλλη η ωμή βία. Από τη μία το αδιέξοδο της μιντιακής τραπεζοκρατίας, από την άλλη το αδιέξοδο μιας αιμοσταγούς τυραννίας. Αλλά το δίλημμα θα γείρει πάντα σε βάρος αυτού που προκαλεί την κακοφωνία. Σε βάρος του κακού μαθητή, αυτού που δεν αποδέχθηκε τον τρόπο με τον οποίο παίζεται το παιχνίδι.

Η συνέχεια του σεναρίου γνωστή. Η τυχαία επιλεγμένη Βρετανία που συμμετέχει σε μια αιματοβαμμένη συμμαχία – ας την πούμε ΝΑΤΟ –  επιτίθεται στο τυχαία επιλεγμένο Ιράκ. Η αιτιολογία είναι ότι το Ιράκ διαθέτει όπλα μαζικής καταστροφής. Τελικά το Ιράκ διαλύεται, ο λαός του 20 χρόνια μετά πεθαίνει από πείνα, καρκίνο ή εμφυλίους ενώ πολύ πιο πριν αποδεικνύεται ότι το Ιράκ ουδέποτε απέκτησε όπλα μαζικής καταστροφής. Και τι μ’ αυτό; Οι ‘’ειδήσεις’’ που φάγαμε αμάσητες (τυπικότατα fake news δηλαδή…before it was cool) διαφέρουν από το πλαστικό fast food, τις μεταλλαγμένες τροφές στα ράφια των super market, το lifestyle, τα χάπια ecstasy και όποια άλλη ψευτιά μεγάλωσε την γενιά των ’90s; ‘’Whatever’’. Σε αυτή την απάντηση καταλήγει αφοπλιστικά ο Ντάριλ, ο ψυχασθενής μαθητής, ο αμνός της καταναλωτικής θυσίας. Η μετάφραση στα ελληνικά, μάλιστα, αφήνει τη φράση αυτή αμετάφραστη. Ευφυώς. Ιδού η παγκοσμιοποίηση της ήττας της λογικής, της αγάπης και της ενσυναίσθησης. Ιδού το παρασύνθημα της διεθνοποιημένης αυτοκαταστροφής.

‘’Whatever’’. Ίσως αυτός να ήταν ο εναλλακτικός τίτλος του θεατρικού έργου του Ντάνκαν Μακ Μίλαν, το ‘’Τέρας’’ που παρακολούθησα την περασμένη Κυριακή στις Αποθήκες του ΘΟΚ. Στη θέση της Βρετανίας, ο μετρημένος δάσκαλος που δέρνει άμα λάχει τη γυναίκα του. Στη θέση του Ιράκ ο απροσάρμοστος βίαιος μαθητής που απαντά στη βία με βία. Η δραματουργική και σκηνοθετική πρόσληψη του έργου το ‘’Τέρας’’ τόνισε αυτές τις συγκρίσεις ακόμα περισσότερο από τις ίδιες τις λέξεις. Γι’ αυτό σου παγώνει το αίμα και σου σφίγγει το στομάχι από τα πρώτα δευτερόλεπτα.

Ας κάνουμε ένα φαινομενικά άσχετο άλμα από την υπόθεση του έργου και ας επιστρέψουμε στην Κύπρο ‘’μας’’. Η Κύπρος ‘’μας’’ έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας χώρας που ενώ έχει δεχθεί ανηλεή επίθεση με τα πιο θανατηφόρα χημικά του καταναλωτισμού, νομίζει ότι είναι με τους επιτιθέμενους. Κι αν πεις να πιάσεις πάλι τη συζήτηση σε κανά Facebook group ή σε καμιά παρέα νεαρών γιάπηδων και θέσεις σαν τον χαζούλη του χωριού το βασικό ζήτημα – ‘’κάτι πρέπει να γίνει, παιθκιά’’ – την ίδια απάντηση δεν θα πάρεις; ‘’Whatever’’.

Σε αυτό το αφοπλιστικό ‘’whatever’’ έχω την εντύπωση ότι στηρίζεται η λεπιδοφόρα παράσταση των τρομερών ‘’παιθκιών’’ που έχουν ταμπουρωθεί εδώ και δυο χρόνια στις Αποθήκες του ΘΟΚ και διεξάγουν ένα πραγματικό πολιτιστικό και σημειολογικό αντάρτικο. Η υπόθεση του απροσάρμοστου μαθητή (Βαγγέλης Δαούσης) και του εξ ίσου προβληματικού του δασκάλου (Γιάννης Καραούλης) καθώς και τα συγκοινωνούντα δοχεία των σχέσεών τους με μια τρωκτική γιαγιά (Μήδεια Χάννα) και μια διάφανη σύζυγο (Ειρήνη Ανδρέου) αντίστοιχα, είναι μια απλή αφηγηματική γραμμή που με οδηγό το crew του mise-en-scène (Μαρία Ιόλη Καρολίδου – σκηνοθεσία & μετάφραση, Ελένη Μολέσκη – δραματουργία, Ελένη Ιωάννου – σκηνικά & κοστούμια, Παναγιώτης Τοφή – κίνηση, Χριστίνα Γεωργίου – μουσική, Γεώργιος Κουκουμά – φωτισμός) καταλήγει σε ένα κλασικό μεν, συγκλονιστικό δε αποτέλεσμα. Πιστεύω βαθιά, ότι αν το κείμενο είχε γραφτεί από ελληνόφωνο συγγραφέα, η παράσταση αυτή δεν θα έμενα απλά ως μια πολύ καλή παράσταση αλλά σαν αναφορά του εντόπιου ‘’in-yer-face theatre’’.

Σε μια τέτοιου είδους παράσταση που απαιτεί καλολαδωμένο συλλογικό μηχανισμό, εξ ου και η παραπάνω παρατακτική παράθεση των συντελεστών, δεν χωρούν πολλές σημειακές αναλύσεις. Ας μου επιτραπεί, ωστόσο, να σταθώ σε μερικά σημεία κωδικοποιημένα: στην καθόλου νοσταλγική – κατά το συνήθειο της προσέγγισης του weird ρεύματος- rave όπερα που στήνουν σκηνοθέτις και συνθέτρια, στην αριστοτεχνική κλιμάκωση που εισφέρει ο κάθε φορά και πιο εντυπωσιακός Γιάννης Καραούλης, στο βαθιά βιωμένο grunge από τον Βαγγέλη Δαούση και στις εφιαλτικές μεταμορφώσεις της Ειρήνης Ανδρέου.

Δεν έλεγξα πότε τελειώνουν οι παραστάσεις αυτού του έργου που επελέγη για εφηβικό κοινό. Δεν πρέπει να τελειώσουν ποτέ.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy