΄Μελέτη ΤΕΠΑΚ: Ευεργετική στην υγεία και ευεξία η διαμονή στην ύπαιθρο

Ενδιαφέροντα τα πορίσματα πιλοτικής μελέτης που έγινε από το ΤΕΠΑΚ

Του Χρήστου Χαραλάμπους

Αδιαμφισβήτητο είναι το γεγονός ότι οι άνθρωποι που ζουν και δραστηριοποιούνται επαγγελματικά ή άλλως πώς στην ύπαιθρο, και ιδιαίτερα σε περιοχές με κάποιο υψόμετρο που περιβάλλονται από δάση και άλλη φυσική βλάστηση, παρουσιάζουν καλύτερη σωματική και πνευματική υγεία απ’ ό,τι οι κάτοικοι των πόλεων και ιδιαίτερα των μεγάλων αστικών κέντρων. Κι αυτό είναι κατανοητό αν απλώς και μόνο αναλογιστούμε πόσο διαφορετικό είναι ένα πρωινό ξύπνημα ή πώς κυλά μια ολόκληρη μέρα σε κάποιο ορεινό χωριό και πώς σε μια πόλη.

Σίγουρα δεν μπορεί να συγκριθεί το κελάηδημα των πουλιών, το θρόισμα των φύλλων, ο καθαρός αέρας, η άμεση επαφή και η ενασχόληση με τη φύση, αλλά και η ανθρώπινη επικοινωνία και συναναστροφή, που αποτελούν βασικά συστατικά στοιχεία της ζωής των ανθρώπων της υπαίθρου, με τη μουντή αποπνικτική ατμόσφαιρα που συνθέτουν  ο εξωφρενικός θόρυβος και οι ρύποι των αυτοκινήτων (που τείνουν να είναι περισσότερα από τους ανθρώπους), η έλλειψη πρασίνου και βέβαια ή ανθρώπινη αποξένωση, που χαρακτηρίζουν την καθημερινότητα μιας πόλης.

Βέβαια, θα μπορούσε να αντιπαραβάλει κάποιος (και δικαιολογημένα) τα άλλα σημαντικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι των ορεινών περιοχών και τα οποία έχουν να κάνουν με τις ελλείψεις σε βασικές υποδομές (οδικό δίκτυο, σχολικές μονάδες, κέντρα υγείας, ευκαιρίες ψυχαγωγίας και διασκέδασης κ.λπ), τα οποία προφανώς δεν υπάρχουν στα αστικά κέντρα. Αυτά σίγουρα αποτελούν ένα μεγάλο αγκάθι και τη βασική αιτία της ακατάσχετης αστυφιλίας, την οποία το κράτος όλο και πολεμά, αλλά όλο και πιο προκλητικά αφήνει να διαιωνίζεται, κλείνοντας τα αυτιά σε διαμαρτυρίες των κατοίκων της υπαίθρου αλλά και υποβαθμίζοντας επιστημονικές μελέτες και επισημάνεις που καταδεικνύουν τη σημαντικότητα της υπαίθρου σε όλους τους τομείς και την  ανάγκη για αναβάθμιση των προσφερόμενων υποδομών και υπηρεσιών.

Αυτή η σημαντικότητα της διαβίωσης στην ύπαιθρο, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την ανθρώπινη υγεία και ευεξία, αναδεικνύεται και μέσα από μελέτη που έγινε από το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου και δημοσιεύτηκε πρόσφατα από το Διεθνές Ινστιτούτο Κύπρου για την Περιβαλλοντική και Δημόσια Υγεία στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Environmental Research. Αντικείμενο της μελέτης ήταν οι ευεργετικές επιδράσεις του περιβάλλοντος της ευρύτερης περιοχής Τροόδους στην ανθρώπινη υγεία κατά την περίοδο του καλοκαιριού, τα πορίσματα της οποίας είναι άκρως ενδιαφέροντα.

Σκοπός της πιλοτικής κλινικής τυχαιοποιημένης μελέτης TEMP του ΤΕΠΑΚ ήταν να διερευνηθεί κατά πόσον μια παροδική διαμονή το καλοκαίρι σε κάποια από τις ορεινές κοινότητες της περιοχής Τροόδους θα μπορούσε να βελτιώσει τα επίπεδα μεταβολικών ορμονών όπως λεπτίνη και αδιπονεκτίνη (που παράγονται από τον λιπώδη ιστό και είναι σημαντικοί δείκτες υγείας, γιατί συνδέονται με την παχυσαρκία και το μεταβολικό σύνδρομο) και της κύριας ορμόνης του ψυχοκοινωνικού στρες που είναι η κορτιζόλη.

Όπως μας ανέφερε ο αναπληρωτής καθηγητής Περιβαλλοντικής Υγείας στο ΤΕΠΑΚ, Κωνσταντίνος Μακρής, ο οποίος επιβλέπει και το Εργαστήριο «Νερό και Υγεία» στο Διεθνές Ινστιτούτο Κύπρου για την Περιβαλλοντική και Δημόσια Υγεία, μέσα από τη μελέτη αναδείχθηκε η δυνητικά ευεργετική επίδραση τής έστω και παροδικής διαμονής (μέσος όρος 7 μέρες) στο περιβάλλον της περιοχής του Τροόδους πάνω στα επίπεδα της μεταβολικής ορμόνης λεπτίνης για ενήλικες που μετέβησαν από την πόλη σε κάποια από τις ορεινές κοινότητες (με μέσο υψόμετρο 880 μέτρα) κατά την περίοδο του καλοκαιριού.

Ενθαρρυντικά τα πειραματικά αποτελέσματα της μελέτης

Οι ορεινές κοινότητες, στις οποίες διέμειναν παροδικά οι συμμετέχοντες, κάλυψαν ένα ευρύ φάσμα της περιοχής του Τροόδους από τη Μαραθάσα και την Πιτσιλιά μέχρι και τη Σολιά. Ειδικότερα, οι συνολικά 41 Κύπριοι ενήλικες που συμμετείχαν στη μελέτη διέμειναν στις κοινότητες Αγρού, Άλωνας, Κακοπετριάς, Καλοπαναγιώτη, Λουβαρά, Μονιάτη, Οίκου, Πλατανιστάσας και Πλατανιών.

Τα πειραματικά αποτελέσματα της μελέτης TEMP, όπως επισημαίνει ο Δρ Μακρής, έδειξαν τα ακόλουθα:

– Σημαντική βελτίωση των επιπέδων της μεταβολικής ορμόνης λεπτίνης, όταν οι ενήλικες συμμετέχοντες μετέβησαν από τη μόνιμη κατοικία τους στη Λευκωσία ή τη Λεμεσό και διέμειναν για 5-15 ημέρες στην περιοχή του Τροόδους. Τα επίπεδα των ορμονών αδιπονεκτίνη και κορτιζόλη βελτιώθηκαν, αλλά δεν ήταν στατιστικώς σημαντικά.

– Η βελτίωση των επιπέδων της μεταβολικής ορμόνης λεπτίνης στο περιβάλλον του Τροόδους συνδέθηκε στατιστικά με σημαντική μείωση της θερμοκρασίας του δέρματος σε σχέση με τις αντίστοιχες θερμοκρασίες που μετρήθηκαν για τα ίδια άτομα στην πόλη με τη βοήθεια προσωπικών αισθητήρων (sensors). Αυτοί οι αισθητήρες μετρούν τη θερμοκρασία δέρματος, η οποία άμεσα αντανακλά τις όποιες μικροαλλαγές στη θερμοκρασία αέρα συναντά το άτομο στην καθημερινότητά του.

Με δεδομένο το γεγονός ότι οι εκφάνσεις της κλιματικής αλλαγής είναι ιδιαίτερα αισθητές στην Κύπρο το καλοκαίρι με τις μεγάλες περιόδους υψηλών θερμοκρασιών, ο Δρ Μακρής επισημαίνει ότι οι μέγιστες ημερήσιες θερμοκρασίες αέρα, κατά την περίοδο διενέργειας της μελέτης, ήταν κατά μέσο όρο 8-10 βαθμούς Κελσίου υψηλότερες (με βάση τις μετρήσεις των κυβερνητικών μετεωρολογικών σταθμών) στη Λευκωσία και Λεμεσό σε σχέση με αυτές που μετρήθηκαν στις κοινότητες της περιοχής του Τροόδους.

Η δυνατότητα παροδικής μετάβασης των κατοίκων των αστικών κέντρων στην ευρύτερη περιοχή του Τροόδους (περίπου 1 ώρα απόσταση με αυτοκίνητο από τα αστικά κέντρα της Κύπρου) κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού θα μπορούσε να απαλύνει τις δυσμενείς επιδράσεις της κλιματικής αλλαγής (υψηλές θερμοκρασίες), υποδεικνύει ο καθηγητής του ΤΕΠΑΚ, επισημαίνοντας ωστόσο ότι χρειάζεται μεγαλύτερο δείγμα για επιβεβαίωση των πιλοτικών αποτελεσμάτων της Μελέτης.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy