Κάθετα: Στρατηγική για το θέατρο της Κύπρου

Κάθετα

H ιστορία του θεάτρου στον τόπο μας, όπως την καταγράφει ο Γιάννης Κατσούρης, αρχίζει το 1859. Μαθητικές παραστάσεις, ερασιτεχνικές και οι πρώτοι επαγγελματικοί θίασοι κατά τη δεκαετία του 1940, ως φυσιολογική συνέχεια της θεατρικής ανάπτυξης και της ανάγκης για επαγγελματισμό. Οι θίασοι αυτοί παρουσίαζαν κυρίως μουσικό θέατρο, έτσι προκύπτει η ανάγκη και για «σοβαρό» θέατρο, θέατρο πρόζας. Πρώτος ο Προμηθέας, που ιδρύεται μάλιστα με απόφαση πολιτικού κόμματος, του ΑΚΕΛ, για να ακολουθήσουν και άλλοι. Η οικονομική ανάγκη οδηγεί σε παραστάσεις εμπορικές και το αίτημα για επιχορηγούμενο θέατρο εμφανίζεται.

Το 1961 έχουμε τον πρώτο θίασο που έλαβε κρατική χορηγία, τον ΟΘΑΚ, αλλά και το σημαντικό Θεατράκι του ΡΙΚ αργότερα στηριζόταν εξ ολοκλήρου σε πόρους κρατικού φορέα, του ΡΙΚ. Σταδιακά, και μετά από διάφορα σχέδια και συζητήσεις, οδηγηθήκαμε, μόλις 11 χρόνια μετά την Ανεξαρτησία, στην ίδρυση πια του ΘΟΚ, ενός κρατικού θεάτρου που εκτός από θίασος είναι, σύμφωνα και με τον σχετικό νόμο ίδρυσής του, και φορέας της ευθύνης για «την προαγωγή της θεατρικής τέχνης εν Κύπρω». Η ίδρυσή του οδήγησε σε μια μορφή μονοπωλίου στη θεατρική δραστηριότητα και στην απαίτηση για επιχορήγηση και άλλων θεατρικών ομάδων, κάτι που πραγματοποιήθηκε. Διαμορφώθηκε για χρόνια, σε μεγάλο βαθμό, ένα παγιωμένο θεατρικό τοπίο και μια συνεχής αντιπαράθεση μεταξύ αυτών των σχημάτων και τον ΘΟΚ, με αίτημα για περισσότερη στήριξη και χρήματα. Αργότερα εμφανίζονται καινούργια σχήματα, κάποια με μόνιμη στέγη, που απαιτούν μεγαλύτερο μερίδιο από την επιχορήγηση, ενώ τα τελευταία χρόνια έχουμε την εμφάνιση μικρότερων ομάδων που επίσης ζητούν μεγαλύτερη στήριξη.

Το Δ.Σ. του ΘΟΚ (αυτό το αναγνωρίζουν όλοι νομίζω) τόλμησε και ασχολήθηκε με αρκετά από τα χρόνια προβλήματα του θεάτρου στον τόπο και μετά από διαβουλεύσεις προέκυψε το σχέδιο Θυμέλη. Τα αποτελέσματα της πρώτης προκήρυξης του Σχεδίου και η εφαρμογή του έφεραν προβλήματα στην επιφάνεια και οδήγησαν πρόσφατα σε μια νέα διαβούλευση.

Θεωρώ χρήσιμη την πιο πάνω μεγάλη εισαγωγή για να σκιαγραφήσουμε λίγο τι προηγήθηκε. Είναι λογικό πως κατά εποχές ήταν διαφορετικές οι ανάγκες και οι απαιτήσεις (δίκαιες ή υπερβολικές). Είναι ξεκάθαρο επίσης ότι το θέατρο (όπως και όλες οι τέχνες) χωρίς επιχορήγηση δεν μπορεί να υπάρξει και ότι τα σχέδια επιχορήγησης δεν είναι απλώς ένα λογιστικό θέμα, αλλά είναι εργαλείο χάραξης πολιτιστικής πολιτικής. Αυτό πιστεύω ότι απουσίαζε από τις δηλώσεις των ανθρώπων του ΘΟΚ και άλλων που τοποθετήθηκαν στο θέμα, να κατανοήσουμε το όραμα, το στρατηγικό σχεδιασμό τους, όχι απλώς γενικόλογες δηλώσεις όπως  «θα στηρίξουμε το καλό θέατρο».

Αλλά και από τους υπόλοιπους επαγγελματίες του θεάτρου, να προσπαθήσουν να δουν την όλη εικόνα και τη θέση τους μέσα σε αυτό το νέο τοπίο και όχι ο καθένας τα δικά του. Να μελετηθούν εμπειρίες άλλων χωρών. Να αναρωτηθούμε: προκρίνουμε άραγε λίγες και μεγάλες ομάδες ή μας ενδιαφέρει η εμφάνιση νέων θεατρικών σχημάτων; Μπορεί να γίνει, και πώς, σύνθεση των πιο πάνω; Θέλουμε να ενισχύσουμε τον πειραματισμό, να δημιουργηθεί ένα νέο κοινό ή να επικεντρωθούμε στο θέατρο που απευθύνεται σε ένα ευρύ κοινό, ό,τι και αν σημαίνει αυτό;

Υπάρχουν και άλλα ζητήματα: ο αριθμός των παραγωγών, πόσες παραστάσεις δίνει κάθε παραγωγή, η θεατρική στέγη, το ρεπερτόριο, το κυπριακό θεατρικό έργο, οι συμβάσεις των ηθοποιών, το κοινό. Όλα αυτά κανονικά πρέπει να συζητούνται και να προηγούνται της χάραξης πολιτικής και σχεδίων επιχορηγήσεων και όχι να έπονται. Προφανώς επείγει να γίνουν αλλαγές στην πρώτη εκδοχή του Θυμέλη αλλά το σημαντικό είναι να καταλήξουμε, έστω με διαφωνίες, στο τι προκρίνουμε για το θέατρο της Κύπρου, σε μια συνολική στρατηγική.

Αντώνης Γεωργίου

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy