«Μηχανισμός στήριξης» και ανθρώπινα δικαιώματα

Της Σταύρης Καλοψιδιώτου*

Οι συζητήσεις περί μνημονίου συχνά προσλαμβάνουν τη μορφή ιδεολογικής αντιπαράθεσης αναφορικά με το οικονομικό μοντέλο που κρίνεται ως πιο αποδοτικό. Ποια είναι όμως η σημασιολογική ερμηνεία, το περιεχόμενο της «απόδοσης» ενός οικονομικού μοντέλου; Πώς αυτό μπορεί να «αποδώσει» αν οι άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας, το κοινωνικό κράτος συνθλίβεται, οι ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού δέχονται διαρκή ραπίσματα με μειώσεις στις συντάξεις, στα επιδόματα, στην πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας; Πώς μπορεί να «αποδώσει» όταν οι καταθέτες έχουν υποστεί το πρωτόγνωρο κούρεμα, οι δανειολήπτες με πρωτοφανείς ρυθμίσεις και συνοπτικές διαδικασίες κινδυνεύουν να χάσουν την πρώτη κατοικία και τη μικρή επαγγελματική τους στέγη και πολλοί εγγυητές κινδυνεύουν ένεκα των νέων δεδομένων; Με άλλα λόγια, πώς μπορεί να «αποδώσει» όταν η εφαρμογή του θεμελιώνεται στην περιστολή αναγνωρισμένων ανθρωπίνων δικαιωμάτων;

Μια παθογένεια της ένταξής μας στο μηχανισμό στήριξης με τα συγκεκριμένα μέτρα που συμφώνησαν Τρόικα-κυβέρνηση Αναστασιάδη, είναι η δημιουργία αυτής της νέας καταθλιπτικής πραγματικότητας αναφορικά με την προστασία των πολιτών από διεθνείς και ευρωπαϊκές συμβάσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Διαρκούς επίκλησης, προκειμένου να σφραγιστεί η νομιμότητα των μέτρων λιτότητας, τυγχάνουν οι Αρχές της «δημόσιας έκτακτης ανάγκης» και του «δημοσίου συμφέροντος» ως αναγνωρισμένες εξαιρέσεις στις προαναφερθείσες διεθνείς και ευρωπαϊκές συμβάσεις.

Ακριτα όμως, εφόσον δεν συνιστούν δικαίωμα που η Τρόικα ή οι κυβερνήσεις μπορούν να χρησιμοποιούν απεριόριστα και κατά το δοκούν. Αντίθετα, υπάρχουν προϋποθέσεις βαθιά ριζωμένες στο δημόσιο δίκαιο που καθορίζουν τα όρια απόκλισης από το σεβασμό νομικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων, τα οποία ασφαλώς δεν μπορούν να διευρύνονται σε σημείο που ουσιαστικά να τα καταργούν. Συγκεκριμένα, η προστασία του πυρήνα των δικαιωμάτων και η τήρηση της αναλογικότητας, συνιστούν προϋποθέσεις μέσα από τις οποίες το κούρεμα καταθέσεων και τα μέτρα λιτότητας θα έπρεπε να κριθούν.

Είναι πειστικό το επιχείρημα πως παρότι το κούρεμα αφορούσε ποσά πέραν των 100.000, ο πυρήνας του δικαιώματος στην ατομική ιδιοκτησία προστατεύτηκε; Και πόσο πειστικά στοιχειοθετείται η αναγκαιότητα των μέτρων λιτότητας, στο όνομα του δημοσίου συμφέροντος; Εφόσον, πρωτίστως, θα έπρεπε να μελετηθούν επαρκώς, αλλά και να εξαντληθούν, οι δυνατότητες υιοθέτησης μέτρων που να λαμβάνουν υπόψη συνταγματικά και νομοθετικά κατοχυρωμένα δικαιώματα των πολιτών. Ηταν τα μέτρα που λήφθηκαν το μόνα ενδεδειγμένα; Και η απόκλισή τους από τα επίπεδα προστασίας που προνοούνται για τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα των πολιτών ήταν πράγματι ανάλογη του επικαλούμενου κινδύνου;

Επιπρόσθετα, πώς δικαιολογείται η παντελής έλλειψη νομικού ελέγχου της Τρόικας, την οποία επιβεβαίωσε με νομολογία του το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αναφερόμενο σε «άτυπο φόρουμ»; Πώς απαντάται η δικαιολογημένη ανησυχία των πολιτών για βάθυνση του δημοκρατικού ελλείμματος; Γιατί δεν έχει προβλεφθεί η άρση του περιορισμού των δικαιωμάτων μας με την έξοδο από το μηχανισμό στήριξης, παρότι ο χρονικός περιορισμός των μέτρων που τα περιορίζουν συνιστά βασική προϋπόθεση της αναλογικότητας που πρέπει να τηρείται όταν τυγχάνουν επίκλησης η ανάγκη και το δημόσιο συμφέρον;

Δυστυχώς, με το κούρεμα και τα μέτρα λιτότητας δεν προοιωνίζεται η ευημερία των πολιτών. Αλλά πολύ περισσότερο επιβεβαιώνεται ότι η οικονομική ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, όπως τη βιώνουμε, εξυπηρετεί λίγους. Και επενδύει στην αποδόμηση της παρεχόμενης προστασίας από το κράτος στους πολίτες, σε μια στρεβλή και καθόλα αναχρονιστική οριοθέτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του δικαίου, στην εμπέδωση μιας αντιδραστικής προσέγγισης στη σχέση πολίτη και δημοσίου συμφέροντος.

*Νομικός-διεθνολόγος, μέλος Κ.Ε. ΑΚΕΛ

 

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy